Dark Mode Light Mode

Του Ασώτου

 

Η παραβολή του ασώτου υιού, που έπεται εκείνης του Τελώνου και
Φαρισαίου, αποτελεί για πολλούς πραγματικότητα, καθώς η ασωτία είναι
πολλών ειδών, το σπίτι από το οποίο φεύγουμε και στο τέλος
επιστρέφουμε ερμηνεύεται πολλαπλώς όπως και ο λιμός, ομοίως και η
στάση του πατρός, αλλά και του μεγάλου αδελφού.
Από τις πλέον διάσημες παραβολές, εν πολλοίς είναι γνωστή τοις πάσι.
Κάποια στιγμή ο μικρότερος αδελφός εκ των δύο, ζητά και λαμβάνει το
μερίδιο της περιουσίας που του αναλογεί σε χρήματα και αποχωρεί από το
σπίτι, λειτουργώντας εντός της νεανικής αλαζονείας. Σπαταλά το μερίδιο
του σε υπερβολές ηδονικές, ασωτεύοντας υπερμέτρως και λίαν συντόμως ,
εντός της εφήμερης αφροσύνης του, αντιλαμβάνεται ότι τελείωσαν τα
χρήματα. Η εκούσια ασωτία λαμβάνει τέλος επί τη εμφανίσει και λιμού και
τότε προκύπτει το πρώτο δίλημμα. Πως θα πορευθεί στο νέο τοπίο που
δημιουργείται; Αποφασίζει να δουλέψει για πρώτη φορά στη ζωή του και
δεν γεύεται, ούτε με τον ιδρώτα και το κόπο της εργασίας του, τις τροφές
των χοίρων που ο ίδιος βόσκει.Οπότε μέσα σε αυτές τις συνθήκες της
απόλυτης ένδειας και στερήσεως, έρχεται εις εαυτόν. Είναι μεγάλη
υπόθεση να έρθει κάποιος εις εαυτόν, να βρει δηλαδή τον εαυτό του,διότι
αυτό σημαίνει ότι όλο το προηγούμενο διάστημα δεν ήταν εις εαυτόν, αλλά
ζούσε έναν άλλο εαυτό, όχι το δικό του και συνειδητώς ή ασυνειδήτως ήταν
εκτός εαυτού. Οπότε συνέρχεται, συνθλίβεται και επανέρχεται εις εαυτόν
και σκέπτεται πολύ απλά. Πολλοί εργάτες δουλεύουν στα κτήματα του
πατέρα του, γιατί να μην είμαι ένας από αυτούς και να λιμοκτονώ; Πρώτη
λογική σκέψη που κατατροπώνει την έπαρση της ασωτίας, η οποία πάντα
έχει τέλος. Να γυρίσω λοιπόν στο σπίτι του πατέρα μου, να του πω ότι αυτό
που έκανα είναι αμαρτία και να ζητήσω συγχώρηση ( εκ του συν+ χωράω-
ώ). Ήδη ο άσωτος νοερώς βάζει μετάνοια στο σύμπαν (και στο πατέρα και
στον ουρανό). Γυρίζει, ταπεινωμένος επιστρέφει, τον βλέπει ο πατέρας του,
τον ασπάζεται, τον αγκαλιάζει και ακούει το ήμαρτον. Προστάζει να του
δώσουν τα καλύτερα ενδύματα και υποδήματα και επίσης “Θύσατε τον
μόσχον τον σιτευτόν και φάγωντες ευφρανθώμεν”. Διότι, λέει ο πατέρας, ο
γιος μου ήταν νεκρός και ανέζησε, απολωλώς και ευρέθη.
Η ευαγγελική περικοπή (Λουκάς ΙΕ 11-32), αναφέρει τη λέξη “αναστάς”
στον άσωτο.”Αναστάς πορεύσομαι προς τον πατέρα μου”, “και αναστάς
ήλθε προς τον πατέρα αυτού”. Αυτό το “αναστάς”, αυτή κατάσταση, η
έγερση αυτή, είναι η πρώτη κίνηση προς την όντως επιστροφή. Το
μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού πληθυσμού τα τελευταία οκτώ έτη
βρέθηκε ακουσίως στη θέση του ασώτου, από επιλογές άλλων. Η έγερση
και η επιστροφή για εκείνους που είχαν αυτή τη δυνατότητα έχει
συντελεστεί, ωστόσο υπάρχουν και εκείνοι που δεν είχαν τη πολυτέλεια
της επιστροφής στη πατρική εστία, όσο δε για το λιμό της εποχής του
ασώτου, παρόμοιος είναι και αυτός των ημερών που ζούμε.
Ο πρεσβύτερος γιος έχει διαφορετική αντίληψη, δεν καταλαβαίνει
“ωργισθείς δε και ουκ ήθελεν εισελθείν”. Μα καλά αυτός κατέφαγε το
μερίδιό του στην ασωτία και του προσφέρεις “μόσχο σιτευτό”, ενώ εγώ
όλο αυτό το διάστημα ήμουν δίπλα σου και εργαζόμουν για εσένα και δεν
σε παράκουσα ποτέ “και εμοί ουδέποτε έδωκας ερίφιον, να μετά των
φίλων μου ευφρανθώ”. Τυπικός δυτικός ορθολογισμός χρησιμοθηρικός.
Ωστόσο εδώ λειτουργεί η άλλη λογική “…συ πάντοτε μετ’ εμού ει, και τα εμά
σα εστιν[….] ο αδελφός σου ούτος νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ην
και ευρέθη”.
Μένουμε εδώ πάντα, αλλά ακόμη και εάν φύγαμε και σπαταλήσαμε
ασώτως τη ζωή μας “μετά πορνών” και άλλων τινών, σημασία έχει να
έρθουμε εις εαυτόν και αναστάντες να βρούμε τη δύναμη να πούμε το
“ήμαρτον” και όχι ως εγωιστικοί κύνες να παραμένουμε στο εγώ μας,
εσθίοντες τα των χοίρων που βοσκήσαμε και μας βόσκησαν. Διότι η
μετάνοια είναι εκείνη που σώζει, είτε αφορά τη πολιτική, είτε τα πρόσωπα
και εν τέλει τον άνθρωπο.
“[….] Μέσα στο πυρ της πραγματικότητος φανερώθηκε το ψεύτικο, το
απατηλό, που χάνεται και φεύγει. Μας αφήνει μόνους, έρημους και
νηστικούς σε χώρα αλλοδαπή, όπου τα πάντα ξοδεύονται χωρίς να
ανανεώνονται-“δαπανήσαντος αυτού πάντα”.[….] Στη μακρινή χώρα κανείς
δεν ζη καλά για πάντα. Στο τέλος ισχυρός λιμός βασανίζει όλους. Κανείς
δεν μπορεί να βοηθήσει κανένα. Υπάρχει μία έκπτωση, εξαθλίωση, τελική
απώλεια του ανθρώπου. Και όταν ζητάς βοήθεια, όταν πας να
προσκολληθής ” ενί των πολιτών της χώρας εκείνης”, αυτός σε σπρώχνει
πιο χαμηλά, σε στέλνει να βόσκης χοίρους, να ποιμάνης πάθη. Σε κάνει
χοιροβοσκό. Σε κάνει χοίρο. Αρνείται τη φύση, την ευγένειά σου. Σε θεωρεί
ζώο. Σου αρνείται τη τροφή των χοίρων[….] Μένεις νηστικός, γιατί δεν
τρώγεται η τροφή των χοίρων. Εσύ έχεις ανάγκη από άλλη τροφή[….] (
Αρχιμανδρίτου Βασιλείου προηγουμένου Ι.Μ.Ιβήρων “Η παραβολή του
ασώτου υιού” Εκδόσεις “Δόμος” 1995, σελ. 14)
Υ.Γ. Το κόστος απενεργοποίησης της βόμβας των Γερμανών από το Β
παγκόσμιο πόλεμο, που βρέθηκε στο Κορδελιό, πρέπει να το πληρώσει
και αυτό η Ελλάδα; Των Γερμανών δεν είναι;

Γιώργος Καλεάδης

Πρόεδρος Πυρικαύστου Ελλάδας

οικονομολόγος συγγραφέας

Προηγούμενο άρθρο

Οι λεγόμενοι Νταλγκάδες

Επόμενο άρθρο

«Θέλεις να παίξουμε;»