Βία: Γράφει ο Μιχάλης Μαυρόπουλος

 Βία: Γράφει ο Μιχάλης Μαυρόπουλος

Η πολιτική ανυπακοή είναι πάντα παράνομη. Και δεν το αρνείται. Για να αλλάξουμε τον κόσμο, λέει η ιστορία των κοινωνικών κινημάτων, πρέπει να δημιουργήσουμε διαφορετικές κοινωνικές σχέσεις, αλλά και σύγκρουσης και να λερωθούμε με αναπόφευκτες αντιφάσεις.

Ωστόσο, όλο και πιο συχνά σε πολλές γωνιές του κόσμου, η κοινωνική και πολιτική σύγκρουση όχι μόνο κατευθύνεται, χειραγωγείται πλέον και παρεμποδίζεται, αλλά καταργείται νομικά. «Ακόμα κι εδώ, δεν είμαστε πολύ μακριά από το να έχουμε φτάσει σε αυτήν την κατάσταση – γράφει ο Enrico Euli – Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι θεωρείται βίαιος ένας απεργός αν το κάνει χωρίς προειδοποίηση, όπως και αυτός που αρνείται τον εμβολιασμό ή/και την υποχρέωση πιστοποίησης… Το δείχνει το γεγονός ότι, για να θεωρηθεί κάποιος βίαιος, δεν είναι πλέον απαραίτητο να καταστρέφει, να επιτεθεί ή να αντιδράσει στην ενέργεια εκκένωσης της αστυνομίας…”

Milano, 23 Οκτωβρίου, δέκατη τέταρτη εβδομάδα διαμαρτυρίας κατά της πράσινης κάρτας, greenpass. Ph Sara Gandini (φωτογραφία)

Στη δημοκρατική-φιλελεύθερη οπτική, μόνο το κράτος κατέχει το μονοπώλιο της νόμιμης βίας: επομένως μόνο το κράτος μπορεί να ασκήσει νόμιμα την επιθετικότητα, τόσο μέσα του (μέσω των θεσμών που διατηρούν τη δημόσια τάξη), όσο και εξωτερικά (μέσω των στρατών). Και μόνο το κράτος μπορεί να κάνει διάκριση μεταξύ βίαιων και μη βίαιων συμπεριφορών των πολιτών (τόσο μεταξύ των πολιτών, όσο και μεταξύ αυτών και του ίδιου του Κράτους), πρωτίστως μέσω του δικαστικού θεσμού.

Με αυτόν τον τρόπο, μέσα σε αυτή την οπτική, το κράτος θα εξασφάλιζε μοναδικώς την εξουσία να ορίζει, να ενεργεί και να επικυρώνει τη βία. Αλλά, σε πολυάριθμες ιστορικές εμπειρίες και γεγονότα, έχει συμβεί πως: το ίδιο το κράτος ήταν ο υποκινητής βίαιων και παράνομων πράξεων (σύμφωνα με τους ίδιους τους νόμους του ή νόμους υπερκρατικού επιπέδου), το κράτος έχει αμφισβητηθεί από μειονότητες / πλειοψηφίες πολιτών σε σχέση με επιμέρους νόμους που θεωρούνται βίαιοι από αυτούς και ως εκ τούτου πρέπει να υπερνικηθούν / αλλάξουν (το «νόμιμο» μπορεί να θεωρηθεί, δηλαδή, όχι «νόμιμο», ξεκινώντας από έξω-υπερνομικούς λόγους (ηθικούς, πολιτικούς, πολιτιστικούς…).

Επί του παρόντος, τα δημοκρατικά-φιλελεύθερα κράτη αποδέχονται όλο και περισσότερο ως νόμιμες και μη βίαιες μορφές διαμαρτυρίας μόνο τις τελετουργικές μορφές διαμαρτυρίας: αναφορές, ειρηνικές διαδηλώσεις, ρυθμιζόμενες απεργίες με προειδοποίηση. Οποιαδήποτε άλλη μορφή, ακόμη και μη βίαιη στις μορφές δράσης, θεωρείται παράνομη: για παράδειγμα μποϊκοτάζ και διακοπή υπηρεσιών, (πρόσβαση) στις παραγωγές, το εμπόριο και τις μεταφορές.

Και μέχρι στιγμής βρισκόμαστε πλήρως μέσα στην παράδοση των μη βίαιων αγώνων: η πολιτική ανυπακοή είναι πάντα παράνομη και δεν την αρνείται. Η καινοτομία προκύπτει την στιγμή κατά την οποία αυτό που το κράτος νομίμως θεωρεί «παράνομο» κατηγορείται αμέσως και ως «βίαιο», ως επιθετικότητα προς την ελευθερία κίνησης, παραγωγής, κατανάλωσης, πρόσβασης στη χρήση δημόσιων υπηρεσιών. Και επομένως όχι μόνο «μη νόμιμο» (νομικά), αλλά και «μη θεμιτό, μη νόμιμο» (κοινωνικοπολιτικά).

Αλλά, αν γίνει αποδεκτή αυτή η άποψη, θα έπρεπε να αναρωτηθεί κανείς γιατί οι φιλελεύθεροι (κεντροδεξιοί και κεντροαριστεροί) εγχώριοι κινητοποιούνται (προφορικά) για τις αντικαθεστωτικές διαδηλώσεις στο Χονγκ Κονγκ, π.χ. Είναι γνωστό ότι οι αντιφρονούντες αρέσουν μόνο αν βρίσκονται σε άλλες πολιτείες, σε άλλα κράτη. Η απάντηση που θα έδιναν οι φιλελεύθεροι, το ξέρω, είναι ότι εδώ είμαστε σε μια δημοκρατία και επομένως οι πολίτες έχουν τη δυνατότητα να αλλάξουν τους νόμους μέσω της εκπροσώπησης, ενώ εκεί δεν είναι. Αλλά αυτό θα οδηγούσε στο παράδοξο ότι ο μη βίαιος αγώνας δεν θα ήταν προσιτός-δεκτικός εδώ σε εμάς διότι είμαστε δημοκρατικοί (και συνεπώς δεν χρειάζεται) και σε εκείνους διότι δεν υπάρχει δημοκρατία (οπότε δεν μπορούν να διαμαρτυρηθούν με κανένα τρόπο). Η κοινωνική και πολιτική σύγκρουση πλέον δεν θα χειραγωγούνταν απλώς, θα έμπαινε σε κανάλια και θα παρεμποδιζόταν, αλλά – σε αυτό το σημείο – θα καταργούνταν νομικά.

Και εδώ στα μέρη μας, δεν είμαστε πολύ μακριά από το να έχουμε φτάσει σε αυτήν την κατάσταση. Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι θεωρείται βίαιος ένας απεργός εάν το κάνει χωρίς προειδοποίηση. Γιατί όμως οι εργαζόμενοι που δεν αναγνωρίζουν τους εαυτούς τους στο συνδικάτο να δεχτούν κανονισμούς που θεσπίζονται με συμφωνίες μεταξύ του κράτους και των συνδικάτων; Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι όσοι αρνούνται τον εμβολιασμό ή/και την υποχρέωση πιστοποίησης θεωρούνται βίαιοι και αντικοινωνικοί. Γιατί λοιπόν υπάρχει η ελευθερία φροντίδας και θεραπείας; Και γιατί η υποχρεωτική υγειονομική Θεραπεία-Μεταχείριση-Αγωγή υπόκειται σε περίπλοκες προϋποθέσεις και διαδικασίες, αλλά όχι σε αυτή την περίπτωση; Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι, για να θεωρηθούμε βίαιοι, δεν είναι πλέον απαραίτητο να καταστρέψουμε, να επιτεθούμε και/ή να αντιδράσουμε αντεπιθετικά στην έξωση-εκκένωση της αστυνομίας.

Αλλά γιατί, αν είμαι διατεθειμένος να δεχτώ να με τιμωρούν οι νόμοι για τις μη βίαιες ενέργειές μου, θα πρέπει να αποδεχτώ να με ορίζουν ως βίαιο εκείνοι που στο μεταξύ με χτυπούν και με καταπιέζουν, με καταστέλλουν στο όνομα του κράτους και των νόμων;

Τι απομένει από τη δημοκρατία (ακόμα και τη φιλελεύθερη) εάν η σύγκρουση και ο αγώνας (ακόμα και αν ενεργείται χωρίς βία) σημαδευτούν αμέσως από το σημάδι της βίας;

Φαινομενικά: οι εκλογές (τουλάχιστον μέχρις ότου και η αποχή θεωρηθεί βία)

Ουσιαστικά: τίποτα.

Ο Enrico Euli είναι ερευνητής στη Σχολή Ανθρωπιστικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Κάλιαρι. Έχει εκδώσει διάφορα κείμενα, το τελευταίο είναι Fareil morto Το παίζω νεκρός, παριστάνω τον νεκρό για τον εκδοτικό οίκο Sensibili allefoglie.

Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος comune info

Διαβάστε επίσης