• 3 Μαΐου 2024,

14 Ιουνίου 1979: Demetrios Stratos, και Λιλιάν Τουράμ: «Όσον αφορά τον ρατσισμό, η ουδετερότητα δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή»

 14 Ιουνίου 1979: Demetrios Stratos, και Λιλιάν Τουράμ: «Όσον αφορά τον ρατσισμό, η ουδετερότητα δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή»

Μαζί με τα 20.000 φύλλα της ‘Πρωινής’, γιορτάζουμε επίσης έναν τεράστιο καλλιτέχνη: στις 14 Ιουνίου 1979, ένα πλήθος ανάμεσα σε μουσικούς, κοινό και φίλους, αποχαιρετά με θυμό και αγάπη τον μουσικό και σύντροφο που έκανε περισσότερα από οποιονδήποτε άλλον στην ιστορία της πρωτοποριακής μουσικής στην Ιταλία, και έφυγε μονάχα μια μέρα πριν.

Η ασθένεια του Demetrio Stratos δεν είχε επιτρέψει ένα αντίο. Area, Guccini, PFM και πολλοί άλλοι εναλλάσσονταν στο πάλκο. Ο Demetrio (Efstràtios Dimitrìu) γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, το 1945 από έλληνες γονείς και σπούδασε από μικρός στο περίφημο «Conservatorio Nazionale di Atene», »Εθνικό Ωδείο των Αθηνών».

Έζησε μερικά χρόνια στην Κύπρο μέχρι να μεταφερθεί στο Μιλάνο το ’62 για να γραφεί στο Πολυτεχνείο. ξεκίνησε να παίζει σε διάφορα γκρουπ επιρροής rock, κουβαλώντας συνεχώς μαζί του εκείνα τα βυζαντινά ακούσματα που τον είχαν συνοδέψει στην παιδική του ηλικία, μέχρι που σχημάτισε την πειραματική μπάντα των Area.

Έγινε τραγουδιστής κατά τύχη, παθιάστηκε με την φωνή του ανιχνεύοντας τις δυνατότητες ενός οργάνου τόσο λίγο ψαγμένου από την δυτική μουσική η οποία δεν του έδωσε μεγάλη σημασία, και δίνει την ευκαιρία στις εξτραευρωπαϊκές κουλτούρες να ανακαλύψουν ξανά την αξία του. Τα πρώτα χρόνια του ’70, παρατηρώντας την κόρη του Αναστασία στη διάρκεια της φάσης της lallazione, του λαρυγγισμού, αντιλαμβάνεται πως το μωρό στην αρχή έπαιζε και πειραματίζονταν με τη φωνή του, όμως στη συνέχεια ο πλούτος των φωνητικών ηχητικοτήτων χάνονταν σιγά σιγά με την απόκτηση του λεξιλογίου, του λόγου : »το μωρό χάνει τον ήχο για να οργανώσει την λέξη».

Και αυτή είναι η προέλευση όλου του πειραματισμού του στην επιστροφή εκείνης της ηχητικότητας μιας φωνής-μουσικής από την οποία αφαιρούνταν οι ακατέργαστες αποχρώσεις, θορυβώδεις και ενστικτώδεις από την φωνή -λέξη που κυριαρχείται από τους μηχανισμούς ελέγχου και από τις προσταγές της κοινωνίας της αγοράς. Ο Stratos πολέμησε τον ‘ηθικό’ κανόνα της ωραίας αρμονικής φωνής με την φωνή του, που ήξερε να είναι ξεροκέφαλη στην φυσική της »απρέπεια».

Η φωνή σαν επαναστατικό όπλο, σε μια δεκαετία στην οποία αυτή υιοθετεί σπουδαιότητα σε μια συγκυρία ριζοσπαστικής αντίθεσης στο παρόν σύστημα πραγμάτων, στην καθεστηκυία τάξη. Η φωνή, για τον Δημήτρη Στράτο, χρειάζονταν να συνοδέψει το προλεταριάτο στην πορεία της χειραφέτησης του από τις παρούσες περιοριστικές δομές

Η Κυριακάτικη, πριν χρόνια, είχε στο ένθετο της αφιέρωμα σε αυτόν και το συγκρότημα του. Έβαλα να ακούσω το δισκάκι χθες, πόσο τυχερός νιώθω που τον άκουσα ζωντανά σε συναυλία στην λαϊκή γειτονιά του κέντρου της Φλωρεντίας, Santo Spirito, Άγιο Πνεύμα, στην πλατεία της, στη διάρκεια φεστιβάλ οργανώσεων της επαναστατικής αριστεράς. Τότε που μεσουρανούσε στα μουσικά δρώμενα της Ιταλίας και του κόσμου.

Τον είχα μάλιστα γνωρίσει προσωπικά στο σπίτι κάποιου κοινού γνωστού, τότε μάλιστα δεν ήξερα ακόμη για το πόσο μεγάλος ήταν, το κατάλαβα αμέσως με το ξεκίνημα του concerto! Θυμάμαι ακόμη πόσο τεράστιος μου φάνηκε, πανύψηλος, μεγαλόσωμος με μακριά μαλλιά, ένας άντρας μέχρι εκεί πάνω, μια υπέροχη φυσιογνωμία, μια μοναδική φωνή. Να είναι πάντα καλά εκεί που βρίσκεται παρέα με άλλους συγκλονιστικούς όπως αυτός.

Και σημειώνω πως ο Στράτος ήταν τραγουδιστής με φωνητικές δυνατότητες ασύλληπτες για τα ανθρώπινα δεδομένα. Τη στιγμή που ένας τενόρος συνήθως φτάνει τα 523hz και μια σοπράνο τα 1046hz η δική του φωνή άγγιζε τις συχνότητες των 7000hz.

Έπαιξαν την Διεθνή με έναν τρόπο ανεπανάληπτο, όπως ο Χέντριξ τον αμερικανικό ύμνο στο φεστιβάλ του Γούντστοκ…..

Αλλάζουμε όμως θέμα:

Οι φερόμενες ρατσιστικές προσβολές του ποδοσφαιριστή Juan Cala στον Mouctar Diakhaby έθεσαν για άλλη μια φορά τον ρατσισμό στο επίκεντρο των τρεχουσών υποθέσεων στο πιο όμορφο άθλημα στον κόσμο. Αυτό το περιστατικό όχι μόνο έδειξε πώς αυτή η μάστιγα επιμένει στους αγωνιστικούς χώρους, αλλά και μια αυξανόμενη ευαισθητοποίηση σε αθλητές υψηλού επιπέδου να καταδικάζουν αυτόν τον τύπο διακρίσεων.

Στην περίπτωση του Καντίθ-Βαλένθια, οι αρχές της LFP δεν διευκόλυναν τη μόνιμη διακοπή του αγώνα. Ωστόσο, οι χειρονομίες των σταρ του αθλητισμού για την καταγγελία του ρατσισμού έχουν πολλαπλασιαστεί μετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ τον Μάιο του περασμένου έτους. Εάν υπάρχει ένας ποδοσφαιριστής στρατευμένος στην καταγγελία του ρατσισμού από τη δεκαετία του ’90, είναι ο Γάλλος Lilian Thuram, 49 ετών, που γεννήθηκε στο νησί της Γουαδελούπης της Καραϊβικής.

Μετά την περίοδο ανάμεσα στις ελίτ του ποδοσφαίρου της Πάρμα, της Γιουβέντους ή της Μπαρτσελόνα, αποσύρθηκε από το γήπεδο το 2008. Έκτοτε έχει αφιερωθεί στον ακτιβισμό για ισότητα μέσω του Ιδρύματος Lilian Thuram και της έκδοσης αρκετών βιβλίων. Το τελευταίο, με τίτλο La pensée blanche (White Thought), έφτασε στα γαλλικά βιβλιοπωλεία στα τέλη του περασμένου έτους.

«Όσον αφορά τον ρατσισμό, δεν μπορείτε να αποδεχτείτε την ουδετερότητα. Δεν μπορούμε να λέμε ότι, δεδομένου ότι κάποιος δεν είναι μαύρος ή ομοφυλόφιλος, δεν πρέπει να ενδιαφέρεται για τέτοιου είδους διακρίσεις», λέει ο Thuram. Σε μια συζήτηση μεγαλύτερη της μίας ώρας μέσω τηλεδιάσκεψης, ο παγκόσμιος πρωταθλητής με τη Γαλλία το 1998 παραδέχτηκε πως παρακολουθεί με ενδιαφέρον το ισπανικό ποδόσφαιρο, ειδικά την Barça, και επανέλαβε ότι ο Ousmane «Dembélé είναι ένας απίστευτος παίκτης».

Ωστόσο, η συνέντευξη επικεντρώθηκε στην έννοια της «λευκής σκέψης» που αναλύει στο τελευταίο του δοκίμιο, τον ακτιβισμό του για ισότητα πέρα  από το χρώμα του δέρματος και την πολιτική δέσμευση των ποδοσφαιριστών.

Lilian Thuram: «Per quanto riguarda il razzismo, la neutralità non può essere accettata» Το τελευταίο σου βιβλίο έχει τίτλο La pensée blanche. Σε τι βασίζεται αυτή η «λευκή σκέψη»; Η λευκή σκέψη είναι μια πολιτική ιδεολογία που χωρίζει τα ανθρώπινα όντα με βάση φερόμενες φυλές και δημιουργεί ιεραρχίες μεταξύ τους. Αυτή η λευκή ταυτότητα χτίστηκε επάνω στην ιδέα ότι ήταν ανώτερη από τις υπόλοιπες.

Και ήταν αυτή που όρισε ότι υπήρχε μια λευκή ταυτότητα, μια μαύρη ταυτότητα και άλλες με βάση το χρώμα του δέρματος. Μέχρι τη δεκαετία του ’50 εξηγούσαν στα παιδιά της Γαλλίας στα σχολεία ότι υπήρχε μια ανώτερη ταυτότητα, η λευκή. Δηλαδή, εκπαιδεύτηκαν για να γίνουν λευκοί υπέρμαχοι.

Το δόγμα του «είμαστε ανώτεροι» ενσταλάχθηκε σε αυτά. Όταν τοποθετείτε τον εαυτό σας ως ανώτερο, τοποθετείστε ως κανόνας και αυτό καθιστά τα υπόλοιπα ανώμαλα. Μετά ζητάτε, σχεδόν ασυναίσθητα, από τους άλλους να μοιάζουν με εσάς. Νομίζω ότι είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι πρόκειται για μια ιστορική κατασκευή.

Πώς ξεκίνησε αυτή η ιστορική κατασκευή της «λευκής σκέψης»; Η πρώτη φορά που η κατηγορία «λευκού» χρησιμοποιήθηκε στη Γαλλία ήταν το 1773 στις γαλλικές αποικίες στις Αντίλλες, όπου απαγορεύτηκε στους λευκούς να έχουν παιδιά με μαύρους. Δηλαδή, μέχρι τότε υπήρχαν λευκοί που είχαν παιδιά με μαύρους. Από την αρχή, αυτή η κατασκευή ταυτότητας είχε ως στόχο να σπάσει τους δεσμούς αλληλεγγύης μεταξύ των ανθρώπων, έτσι ώστε μια μειονότητα να μπορεί να θεσπίζει μια πολιτική που βίαζε μερικούς ανθρώπους για κέρδος.

Ο ρατσισμός δεν μπορεί να διαχωριστεί από την οικονομική εκμετάλλευση ορισμένων ανθρώπων έναντι άλλων… Ναι, είναι σημαντικό να το κατανοήσουμε. Για να κατανοήσουμε τον ρατσισμό, πρέπει πάντα να αμφισβητούμε το οικονομικό σύστημα. Πρώτον, η δουλεία δημιουργήθηκε προς όφελος μιας μειοψηφίας ανθρώπων, και μετά ο αποικισμός που δεν τελείωσε μέχρι τις δεκαετίες του ’60 και του ’70.

Τώρα πρέπει να αναρωτηθούμε πώς το τρέχον οικονομικό σύστημα έχει αφιερωθεί στη διαίρεση των ανθρώπων σε κατηγορίες για να εκμεταλλεύεται στο έπακρο ολόκληρη την ανθρωπότητα. Τις τελευταίες δεκαετίες, οι απαλλοτριώσεις και οι οικονομικές ανισότητες έχουν ενταθεί. Τι πιστεύετε για το νεοφιλελεύθερο μοντέλο του καπιταλισμού που επικρατεί σήμερα;

Η πραγματικότητα είναι ότι εξακολουθούν να υπάρχουν ορισμένες χώρες που εκμεταλλεύονται άλλες. Όταν μιλάμε για δουλεία στον 18ο αιώνα, δεν μπορούμε να το καταλάβουμε χωρίς την εξάρτηση των ευρωπαϊκών πληθυσμών από τη ζάχαρη που καλλιεργείται στις φυτείες των δυτικών Ινδιών. Η ζάχαρη του 21ου αιώνα είναι τα βασικά ορυκτά για την κατασκευή υπολογιστών, κινητών τηλεφώνων κ.λπ. Δεν μπορούμε να ξεχάσουμε ότι υπάρχουν πόλεμοι για τον έλεγχο αυτών των πρώτων υλών.

Επί του παρόντος, υπάρχουν εκατομμύρια άντρες και γυναίκες που είναι έγκλειστοι σε υπαίθριες φυλακές, από καλλιεργημένα χωράφια, επιχειρήσεις εξόρυξης ή στρατόπεδα προσφύγων. Είναι η βία του παρόντος και πιστεύω ότι σε πενήντα χρόνια πολλοί θα αναρωτηθούν πώς ήταν δυνατόν να επιτρέψουμε στους ανθρώπους να αντιμετωπίζονται με αυτό τον τρόπο.

Είναι σωστό; Γιατί το αποδεχόμαστε;

Πρέπει να κάνουμε έναν πραγματικό στοχασμό, να προβληματιστούμε για να βγάλουμε τον εαυτό μας από τις ταυτότητες του χρώματος του δέρματος και να δούμε τον κόσμο ως ανθρώπινα όντα και, συνεπώς, να αμφισβητήσουμε ένα βαθύ άδικο οικονομικό σύστημα.

Στο βιβλίο σου, διαβεβαιώνεις ότι «η λευκή σκέψη φωτίζει την ιστορία από την μόνη προοπτική των μύθων που έχουν δημιουργηθεί για να δώσουν στον εαυτό τους έναν πλεονεκτικό ρόλο». Τι εννοείς με αυτό; τι θέλεις να πεις;

Είσαι Ισπανός;

Ναι.

Πριν από λίγο καιρό διάβασα ένα άρθρο σε μια σημαντική γαλλική εφημερίδα που μιλούσε για τον Χριστόφορο Κολόμβου ως «αυτόν που ανακάλυψε την Αμερική». Δεν έχει νόημα να το γράψουμε περισσότερα από 500 χρόνια μετά την άφιξη του Κολόμβου στην αμερικανική ήπειρο, καθώς υπονοεί την άρνηση της ανθρωπιάς των αυτόχθονων λαών που σφαγιάστηκαν. Με άλλα λόγια, συνεχίζουμε να εξηγούμε την ιστορία από μια λευκή προοπτική και αγνοούμε ότι οι ευρωπαϊκές κοινωνίες έχουν οικοδομηθεί από βία εναντίον εκείνων των μη ευρωπαϊκών.

Πολύ συχνά οι ιστορικές αναδρομές θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε ότι αυτές οι πράξεις διαπράχθηκαν στο όνομα μιας λευκής ταυτότητας. Αλλά πρέπει να τους απαντήσουμε ότι όχι, υπήρχαν πάντα άντρες και γυναίκες που κατήγγειλαν τον Κολόμβο, τη σφαγή των αυτόχθονων λαών, τη δουλεία και τον αποικισμό.

Για παράδειγμα, αναφέρετε τον δομινικανό μοναχό και ανθρωπιστή στοχαστή του 16ου αιώνα Bartolomé de las Casas. Ακριβώς. Στα χρόνια που έχω ζήσει στη Βαρκελώνη, πάντα με εξέπληττε το μνημείο του Κολόμβου.

Η καταγωγή μου είναι από τις Αντίλλες και έχω αμφιβολίες για την άνεση δοξολογίας της φιγούρας του. Θα προτιμούσα να υπήρχε ένα άγαλμα προς τιμήν του Bartolomé de las Casas, ο οποίος καταδίκασε τις σφαγές που υπέστησαν οι ινδιάνοι. Πάντα θεωρούσα ότι ως Γάλλος, και ανεξάρτητα από το χρώμα του δέρματος μου, ήταν άδικο για τη Γαλλία να αποικίσει άλλους λαούς και δεν θεωρώ τη διαδικασία αποαποικιοποίησης ως μια ήττα για το γαλλικό έθνος, αλλά μια νίκη για την ανθρωπότητα.

Τι πιστεύετε για την κατεδάφιση αγαλμάτων ιστορικών μορφών που συνδέονται με τη δουλεία και την αποικιοκρατία; Σε εκείνους που ζητούν την κατεδάφιση των αγαλμάτων υπάρχει ένα υπόβαθρο μεγάλων υπαρξιακών δεινών λόγω του γεγονότος ότι αισθάνονται μέρος μιας κοινωνίας στην οποία τα ίδια ιεραρχικά πρότυπα αναπαράγονται από γενιά σε γενιά. Ο σκοπός αυτής της κατεδάφισης αγαλμάτων είναι να ανοίξει τα μάτια των ανθρώπων στον δομικό ρατσισμό.

Εάν υπάρχει κάτι απαγορευμένο σε όλες τις κοινωνίες στον κόσμο, είναι η πράξη να σκοτώνεις ένα άλλο πρόσωπο. Έχοντας αυτό κατά νου, πώς μπορούν αυτές οι ίδιες κοινωνίες που απορρίπτουν τη δολοφονία να δοξάζουν ανθρώπους που έχουν ευνοήσει τη σφαγή των αυτόχθονων λαών; Αυτή είναι η ερώτηση που πρέπει να θέσουμε στους εαυτούς μας.

Σε προηγούμενες συνεντεύξεις, είπατε ότι η βία που υπέστησαν οι άνθρωποι που έχουν δεχτεί ρατσισμό δεν αφορά μόνο τη σωματική βία, όπως η κακοποίηση της αστυνομίας. Ποια είναι η δομική βία του ρατσισμού;

Γιατί μιλάτε για ρατσισμένους ανθρώπους; Στην πραγματικότητα είμαστε όλοι ρατσισμένοι και δεν είναι αλήθεια ότι υπάρχουν άνθρωποι χρώματος και άλλοι που δεν έχουν χρώμα. Ωστόσο, είναι αλήθεια ότι όσοι έχουν υποφέρει ρατσισμό υποφέρουν κυρίως από διαρθρωτική βία. Δηλαδή, η κοινωνία τους δίνει συνεχώς μια αρνητική εικόνα για τον εαυτό τους, είναι σαν να τους λέει ότι δεν είναι νόμιμοι.

Αυτό που χρειάζονται οι άνθρωποι, ειδικά στην παιδική ηλικία, είναι να αναπτύξουν καλή αυτοεκτίμηση και έτσι να αντιμετωπίσουν τη ζωή με αυτοπεποίθηση, με εμπιστοσύνη. Όταν τα μαύρα παιδιά παρακολουθούν έναν αγώνα ποδοσφαίρου και υπάρχουν ρατσιστικοί χλευασμοί από έναν παίκτη ή το κοινό, βιώνουν συναισθηματική βία. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε περισσότερο αυτή τη βία που παραμένει αόρατη σε ορισμένους.

Μετά το θάνατο του George Floyd στις Ηνωμένες Πολιτείες, υπήρξε μια μεγαλύτερη συμμετοχή επαγγελματικών αθλημάτων κατά του ρατσισμού. Τι πιστεύετε για αυτό το νέο αντιρατσισμό μεταξύ των αθλητών ανώτερου επιπέδου; Νομίζω ότι μερικές από τις σημαντικότερες δράσεις, όπως η απειλή ενός μποϊκοτάζ των πλέι οφ του ΝΒΑ το περασμένο καλοκαίρι, ήταν συνδεδεμένες με την αμερικανική ιστορία.

Εκεί οι ιστορικά υψηλού επιπέδου αθλητές και λάτρεις του αθλητισμού συμμετείχαν πάντα στον αγώνα για ισότητα. Νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό να μιλάμε για αγώνα για ισότητα και όχι για αντιρατσισμό. Αυτό που προέκυψε στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι πολύ σημαντικό, μιας και είμαστε σε μια περίοδο, όπως εκείνη του Martin Luther King, στην οποία όλο και περισσότεροι άνθρωποι απαιτούν περισσότερη ισότητα και ζητούν να αναληφθεί θέση. Δεν απαιτείται ουδετερότητα σε αυτό τον τύπο περιπτώσεων.

Γιατί πιστεύετε ότι είναι καλύτερο να μιλάμε για αγώνα για ισότητα παρά για αντιρατσισμό; Όταν μιλάμε για τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, συχνά απεικονίζεται ως κάποιος που αγωνίστηκε για τα πολιτικά δικαιώματα των μαύρων, αλλά στην πραγματικότητα έκανε μια εκστρατεία για μια πιο ισότιμη και αξιοπρεπή αμερικανική κοινωνία και ανθρωπότητα.

Εάν λέγεται ότι υπερασπίστηκε τα δικαιώματα των μαύρων, ορισμένοι απερίσκεπτοι θα καταλάβουν ότι πήρε κάτι μακριά από τους λευκούς. Νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό να καταλάβουμε ότι οι γυναίκες, μαύρες ή γκέι, δεν θέλουν να πάρουν τίποτα μακριά από τους άντρες, λευκούς και straight. Είναι πάντα ευκολότερο να επικρίνουμε εκείνους που ισχυρίζονται ότι καταπολεμούν τον ρατσισμό από εκείνους που το κάνουν για ισότητα.

Επιστρέφοντας στην καταγγελία του ρατσισμού από επαγγελματίες αθλητές, θεωρείτε αρκετές τις χειρονομίες που έγιναν τους τελευταίους μήνες από τα αστέρια του ποδοσφαίρου; Νομίζω ότι είναι σημαντικό οι παίκτες εκείνοι που δεν υποφέρουν από ρατσισμό να εκφραστούν κατά του ρατσισμού. Κατά τη διάρκεια της περιόδου μου ως ποδοσφαιριστής, πάντα έλεγα ότι δεν πρέπει να ρωτάτε εμένα, αλλά τους λευκούς παίκτες.

Και για να ξέρουμε τι σκέφτονται για τον ρατσισμό, γιατί συνεχίζουν να παίζουν όταν τέτοιες προσβολές φτάνουν στο γήπεδο. Όσον αφορά τον ρατσισμό, η ουδετερότητα δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Δεν μπορούμε να πούμε ότι επειδή δεν είσαι μαύρος ή ομοφυλόφιλος δεν ενδιαφέρεσαι για τέτοιου είδους διακρίσεις. Πάνω απ’ όλα, είμαστε ανθρώπινα όντα και από τη στιγμή που κάποιος υφίσταται διάκριση, αυτό με χτυπά ως άτομο.

Παρά την επιρροή τους μέσω των κοινωνικών μέσων μαζικής ενημέρωσης, πολλοί ποδοσφαιριστές προτιμούν να μην ξεχωρίζουν σε αυτά τα θέματα. Πώς το εξηγείτε; Για τα οικονομικά συμφέροντα των συλλόγων;

Εν μέρει ναι. Υπάρχουν συχνά ομάδες που λένε στους παίκτες τους ότι είναι καλύτερα να μην ενδιαφέρονται για τα προβλήματα της κοινωνίας. Τους λένε ότι πρέπει να ασχολούνται μόνο με τον αθλητισμό και ότι δεν θα πρέπει να μιλούν για την πολιτική. Επομένως, υπάρχει επιμονή στην εντελώς ψευδή ιδέα ότι το ποδόσφαιρο και η πολιτική δεν πρέπει να αναμειγνύονται. Εάν υπάρχει ένα πολιτικό άθλημα, είναι το ποδόσφαιρο, για όλες τις επιπτώσεις που έχει στην κοινωνία. Εάν ζητείται από τους παίκτες να διαφημίζουν μάρκες ρούχων, αυτό σημαίνει ότι χρησιμοποιούνται για την πώληση του τρέχοντος οικονομικού συστήματος.

Αντιμέτωποι με αυτή τη λογική, οι ποδοσφαιριστές πρέπει να είναι ελεύθεροι και να μην πέφτουν στην παγίδα να κλειδώνονται αποκλειστικά στην αθλητική πρακτική. Ως πολίτες, πρέπει να δρούμε για να βελτιώσουμε τις κοινωνίες μας. Ωστόσο, πολλοί αθλητικοί δημοσιογράφοι επιμένουν συχνά ότι το ποδόσφαιρο και η πολιτική δεν πρέπει να αναμειγνύονται. Γιατί;

Ίσως για κάποιους ανθρώπους δεν είναι πολύ βολικό οι ποδοσφαιριστές να μιλούν για την πολιτική. Όχι μόνο έχουν μια μεγάλη ικανότητα να επηρεάζουν τους οπαδούς τους, αλλά πολλοί από αυτούς προέρχονται από χαμηλά στρώματα της κοινωνίας. Συχνά οι άνθρωποι που ακούμε λιγότερο στη δημόσια συζήτηση είναι οι πιο μειονεκτούντες. Και οι ποδοσφαιριστές έχουν τεράστια ικανότητα να εξηγούν τι συμβαίνει σε μειονεκτούντες τομείς και επομένως να μιλούν για πράγματα που συνήθως αγνοούνται στη δημόσια συζήτηση.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η πολιτική τάξη προτιμά οι αθλητές να μην μιλούν και τους λέει ότι θα πρέπει να αφιερωθούν μόνο στο ποδόσφαιρο. Αντιθέτως, πιστεύω ότι οι αθλητές ανώτερου επιπέδου πρέπει να συμμετέχουν στη δημόσια συζήτηση. Οι θεσμοί δεν αλλάζουν από μόνοι τους, αλλά επειδή αναγκάζονται να αλλάξουν από την κοινωνία. Όταν ο Αμερικανός ποδοσφαιριστής Colin Kaepernik γονάτισε, αυτό του κόστισε να χάσει τον μισθό της ομάδας του.

Αλλά τώρα έχουμε δει πολλούς άλλους παίκτες να κάνουν την ίδια χειρονομία. Οι αθλητές έχουν μια πραγματική πολιτική δύναμη, αλλά δεν θέλουν να την χρησιμοποιούν. Λέγοντας στους ποδοσφαιριστές ότι πρέπει να αφιερωθούν μόνο στο παιχνίδι και τη διαφήμιση, δεν στερούνται της ελευθερίας τους ως πολίτες;

Ναι, αλλά αυτό δεν αφορά μόνο τους ποδοσφαιριστές, αλλά και ολόκληρη την κοινωνία στο σύνολό της. Ζητείται από τους ανθρώπους να αποσυρθούν στον εαυτό τους και να σκέφτονται μόνο τα δικά τους συμφέροντα και τα συμφέροντα του πλησιέστερου περιβάλλοντος τους.

Υπάρχουν όλο και περισσότεροι φτωχοί άνθρωποι στον κόσμο, πρόσφυγες και μετανάστες που πεθαίνουν στη Μεσόγειο και αντιμετωπίζουμε την κλιματική αλλαγή, αλλά μας λένε ότι έτσι είναι τα πράγματα και πως δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα.

Είναι μια μεγάλη παγίδα. Τούτου λεχθέντος, πιστεύω ότι απαιτείται ένας προβληματισμός για ολόκληρη την κοινωνία, ο οποίος να θέσει μια μεγαλύτερη αλληλεγγύη στο επίκεντρο. Και έτσι για την αντιμετώπιση ενός οικονομικού συστήματος που έχει χτιστεί γύρω από ιεραρχίες χρώματος του δέρματος και που μας εμποδίζει να είμαστε μέρος της ίδιας της ανθρωπότητας.

Μιχάλης ‘Μίκης ‘Μαυρόπουλος, από το infoaut

Διαβάστε επίσης