Dark Mode Light Mode

Αλέξανδρος Β.

 

Γράφει ο Άγγελος Τσανάκας

 

Το περασμένο καλοκαίρι…. κάθε καλοκαίρι.

 

Κοιτώ από το παράθυρο του πατρικού μου το διώροφο λευκό σπίτι στην απέναντι μεριά του άλλου δρόμου. Του παράλληλου προς αυτόν του σπιτιού μου. Ένα άκτιστο οικόπεδο χωρίζει τα δύο σπίτια. Βγαίνω έξω στη ταράτσα. Εκείνος κάθεται στη γωνιά τού μικρού μπαλκονιού. Εκεί που σκιάζει. Απόγευμα, μα ο ήλιος θέλει ακόμα καμιά ώρα για να κρυφτεί πίσω από το βουνό, καίει φλογίζει, και η ζέστη είναι αφόρητα πολλή. Ο Αλέκος με βλέπει και σηκώνει λίγο το χέρι του, όχι ψηλά…. με χαιρετά. Κάνω την ίδια κίνηση. Αυτό ήταν, τα είπαμε όλα.

***

Σάββατο 22.02.2020, ώρα 12.30′

 

Στου Χρήστου το καφεοινοποτείον. Ένα τραπέζι, τέσσερις καρέκλες και τέσσερις άνθρωποι τσουγκρίζουν τα ποτήρια τους και γεύονται του μεζέδες του Χρήστου.

Στην υγειά μας!

“Είμαι καλά”, λέει ο Αλέκος.

Πριν κάνα δυο μέρες  βγήκε από το Νοσοκομείο και είναι καλά. Τους τελευταίους μήνες είχε κάτι προβληματάκια με την υγεία του, μα:

“Δόξα να έχει ο Γιαραμπής”.

Τα είπαν, τα συμφωνήσαν, τσούγκρισαν τα ποτήρια τους ξανά, και ευχήθηκαν στην υγειά τους πάλι. Κόντευε μιάμιση το μεσημέρι. Ήταν η ώρα που συνήθως έφευγε ο Αλέκος για το σπίτι του, μα σήμερα περίμενε την παραγγελία του. Είχε πει σε έναν φίλο του που κατέβηκε στη πρωτεύουσα του Δήμου, στο Πράβι, να του φέρει από το ψαράδικο κουτσομούρες, και την ώρα που πήγαινε να παραπονεθεί για την αργοπορία του, άνοιξε η πόρτα και κατέφθασε η παραγγελία. Ανανεώθηκε το ραντεβού για τη Τετάρτη το μεσημέρι και ο Αλέκος με τη σακούλα τα ψάρια στο χέρι, μας χαιρέτησε σιγομουρμουρίζοντας:

“Άκου να δεις. Μισό κιλό κουτσομουρίτσα εφτά ευρώ!”

Είπε και κάτι άλλα λόγια μα δεν τα ακούσαμε.

***

Τρίτη 25.02.2020, ώρα 14.35′

 

Ο Αλέκος παρκάρισε στην αυλή το αυτοκίνητό του και άρχισε να ανεβαίνει την εξωτερική σκάλα του σπιτιού του. Έμενε στο επάνω πάτωμα του απέναντι από το σπίτι μου λευκού σπιτιού, και η μητέρα του, στο κάτω. Στο τελευταίο σκαλί δυσκολεύτηκε, πήρε μια βαθιά ανάσα και τα κατάφερε. Άνοιξε τη πόρτα και μπήκε μέσα. Άφησε τα κλειδιά στο συνηθισμένο μέρος πάνω στη παπουτσοθήκη και έκανε δυο βήματα προς τη κουζίνα. Ένας βαρύς γδούπος ακούστηκε στο κάτω πάτωμα. Η μητέρα του έτρεξε αλαφιασμένη επάνω.

 

Το εξιτήριο από το νοσοκομείο που βρέθηκε στη τσέπη του, ανάμεσα στα άλλα, έγραφε και τη λέξη: “Ίασις”.

***

Τετάρτη 26.02.2020 ώρα 13.30′

 

Ο κόσμος άρχισε να φεύγει από το κοιμητήριο του χωριού, να σκορπάει, και να ανηφορίζει προς τα σπίτια του. Μιάμιση η ώρα. Ήταν ώρα που συνήθως έφευγε ο Αλέκος για το σπίτι του.

 

Ήταν η ώρα του Αλέκου. Καλό ταξίδι Αλέκο…

 

Υ.Γ.

Καλοκαίρι 2020

 

Θα κοιτώ – ίσως να κοιτώ, κανείς δεν ξέρει – από το παράθυρο του πατρικού μου, το διώροφο λευκό σπίτι στην απέναντι μεριά του άλλου δρόμου. Του παράλληλου προς αυτόν του σπιτιού μου. Ένα άκτιστο οικόπεδο χωρίζει τα δύο σπίτια. Βγαίνω έξω στη ταράτσα. Εκείνος δεν θα κάθεται πια στη γωνιά του μικρού μπαλκονιού, εκεί που σκιάζει. Ο Αλέκος δεν θα είναι ποτέ πια εκεί….Νύχτωσε και στρέφω τα μάτια μου στον ουρανό….

 

Συγχωριανέ, γείτονα και φίλε μου…..

 

Παλαιοχώρι Παγγαίου

Τετάρτη 26.2.20…..ώρα 19.30′

Προηγούμενο άρθρο

Κυριακή στις 15:00 το ΑΟΚ - Νίκη Βόλου

Επόμενο άρθρο

Ο ΤΑΡ συνεχίζει να στηρίζει το έργο των ελληνικών υπηρεσιών (φωτογραφία)