Dark Mode Light Mode

Ανδρέα Ζιάκας: Πρωταθλητής με τον Παναθηναϊκό και υπερήφανος για το ΓΣΕ

Ο Ανδρέας Ζιάκας κατοικεί μόνιμα στην Αθήνα εδώ και πολλά χρόνια. Γεννήθηκε στην Ελευθερούπολη, παιδί του Αγίου Ελευθερίου και έπαιξε μπάσκετ στην ομάδα του ΓΣΕ, στα πρώτα χρόνια της ομάδας από την ίδρυση της.

Στη συνέχεια πολύ γρήγορα ακολούθησε προπονητική καριέρα,  φτάνοντας φέτος στο να κατακτήσει το πρωτάθλημα Ελλάδα Μπάσκετ Γυναικών ως μέλος του προπονητικού τιμ του Παναθηναϊκού. Ο Ανδρέας παραχώρησε συνέντευξη στην Αθλητική Πρωινή και έκανε ειδική αναφορά εκτός των άλλων στην πορεία του ΓΣΕ τα τελευταία χρόνια.

Αναλυτικά η συνέντευξη.

Ερ: Ποια ήταν τα πρώτα σου μπασκετικά βήματα; Ποιοι σε βοήθησαν;

Απ: Τα πρώτα μου μπασκετικά βήματα έγιναν στην Ελευθερούπολη. Ήταν τα πρώτα χρόνια της ίδρυσης του Γ. Σ. Ελευθερούπολης. Και είχα την τύχη να είμαι ένα από τα παιδιά που ξεκίνησαν την προσπάθεια δίπλα στο Γιάννη τον Πασχαλίδη.

Υπήρχε μία μαγιά παιδιών που αγαπούσαμε το μπάσκετ, παίζαμε στα ανοιχτά γήπεδο της πόλης, παίζαμε στα διαλείμματα στο σχολείο, αλλά εκείνα τα χρόνια δεν υπήρχε σύλλογος για να μπορέσουμε να παίξουμε οργανωμένο μπάσκετ. Εκμεταλλευτήκαμε το γεγονός της δημιουργίας του κλειστού γυμναστηρίου στην πόλη μας και ξεκινήσαμε με πολύ μεράκι και πολύ ρομαντισμό να κάνουμε αυτό που μας άρεσε.

Το εντυπωσιακό ήταν ότι συνέχισα να παίζω περιστασιακά μπάσκετ για την ομάδα της Ελευθερούπολης ακόμα και όταν μετακόμισα στην Αθήνα οικογενειακώς  αλλά και σαν φοιτητής της γυμναστικής Ακαδημίας. Φυσικά όχι για πολύ, μιας και δεν είχα πλέον τη δυνατότητα να βοηθάω στο βαθμό που θα ήθελα και θα μπορούσα την ομάδα.

Ερ: Γρήγορα αποφάσισες να ασχοληθείς με την προπονητική.  Πως μπορούμε να περιγράψουμε τις πρώτες εμπειρίες που είχες και σε ποιες ομάδες;

Απ: Από πολύ νωρίς, φοιτητής ακόμα, ήξερα ότι ήθελα να ασχοληθώ με την προπονητική του μπάσκετ και πραγματικά πριν ακόμα ολοκληρώσω τις σπουδές μου ξεκίνησα τα πρώτα μου βήματα στο χώρο της προπονητικής. Η Ελευθερούπολη για ακόμα μία φορά έπαιξε καθοριστικό ρόλο: η γνωριμία μου με το Μάνο Μανουσέλη κατά τη διάρκεια του Πανελληνίου Πρωταθλήματος κορασίδων το 1992 ήταν πολύ σημαντική για το ξεκίνημα μου. Τα πρώτα μου βήματα τα έκανα δίπλα στο Μανουσέλη ως μέλος του προπονητικού τιμ στην γυναικεία ομάδα του Σπόρτινγκ η οποία εκτός από μόνιμη σχεδόν πρωταθλήτρια συμμετείχε στο τότε κύπελλο πρωταθλητριών. Μετά από ένα πέρασμα από την ανδρική ομάδα του συλλόγου του Παλαιού Φαλήρου και μία άνοδο από τη Β Εθνική στην Α2 ήρθε μία πρόταση από την  ομάδα του Πανελληνίου. Στον Πανελλήνιο, υπό την προεδρία του Μίνωα Κυριακού, διετέλεσα προπονητής για οχτώ συνεχόμενα χρόνια και είχα την τύχη να συμμετέχω στις ανόδους της ομάδας μπάσκετ του συλλόγου από την Γ Εθνική μέχρι την Α1, πάντα ως μέλος του προπονητικού τιμ. Είχα την τύχη να συνεργαστώ με προπονητές όπως ο Κώστας Φλεβαράκης, ο Νίκος Παύλου και ο Κώστας Πετρόπουλος

Ερ: Ζήσατε μεγάλες στιγμές με τον Παναθηναϊκό σε μία πολύ δύσκολο εποχή λόγω πανδημίας. Περιμένατε τον τίτλο του πρωταθλητή; Ήταν στα σχέδια της ομάδας;

Απ: Στο προπονητικό τιμ της γυναικείας ομάδας του Παναθηναϊκού εντάχθηκα τη σεζόν 2019-2020, ένα πρωτάθλημα που όπως θυμάστε διεκόπη λόγω πανδημίας. Ο Παναθηναϊκός τη στιγμή της διακοπής ήταν στη δεύτερη θέση του βαθμολογικού πίνακα πίσω από τον μέχρι τότε μόνιμο πρωταθλητή Ολυμπιακό. Θεωρήσαμε ότι ο πρώτος στόχος μας για τη φετινή χρονιά θα έπρεπε να είναι να μικρύνουμε όσο γίνεται την ψαλίδα με τον Ολυμπιακό. Είχαμε μία κακή εμφάνιση και ένα κακό αποτέλεσμα στην πρεμιέρα με τον ΠΑΟΚ στη Θεσσαλονίκη αλλά τη δεύτερη αγωνιστική του πρωταθλήματος παίζοντας απέναντι στον Ολυμπιακό καταφέραμε να κερδίσουμε. Από εκείνη τη στιγμή μπήκε στο μυαλό μας ότι έχουμε τις δυνατότητες να πάρουμε ακόμα και το πρωτάθλημα. Στη συνέχεια είχαμε και πάλι τη διακοπή του πρωταθλήματος και των προπονήσεων για δύο περίπου μήνες. Από τις αρχές Ιανουαρίου ξεκινήσαμε και πάλι να προπονούμαστε ακολουθώντας φυσικά όλα τα ιατρικά πρωτόκολλα και περιμένοντας την επανέναρξη του πρωταθλήματος. Αυτή η διαδικασία αποδείχθηκε τρομερά ψυχοφθόρα. Ήταν κάτι πρωτόγνωρο για όλους μας να προπονούμαστε επί περίπου δυόμιση μήνες, χωρίς να έχουμε τη δυνατότητα να παίξουμε ούτε φιλικό παιχνίδι και περιμένοντας από εβδομάδα σε εβδομάδα τις ανακοινώσεις για την επανέναρξη του πρωταθλήματος. Η μεγάλη ανταμοιβή βέβαια ήταν η κατάκτηση του πρωταθλήματος και μάλιστα μέσα στην έδρα του αντιπάλου στο ΣΕΦ. Οι στιγμές που ακολούθησαν ήταν πραγματικά μοναδικές. Στιγμές που νιώθεις ευλογημένος που μπόρεσες να τις ζήσεις.

Ερ: Ο ΓΣΕ, η ομάδα της πόλης όπου μεγάλωσες,πλέον θεωρείται ανερχόμενη δύναμη και έχει πολύ καλή παρουσία για δύο χρονιές στην Α2.

Απ: Είμαι πολύ υπερήφανος για την πορεία της ομάδας της Ελευθερούπολης. Οι άνθρωποι που “τρέχουν” την ομάδα έχουνε κάνει καταπληκτική δουλειά. Τυχαίνει να γνωρίζω πολλούς μπασκετικούς ανθρώπους που έχουν να πουν μόνο καλά λόγια για την ομάδα της πατρίδας μου και για τους ανθρώπους που είναι υπεύθυνοι γι’ αυτήν! Βασικός αποδέκτης όλων αυτών των θετικών σχολίων είναι φυσικά ο Βασίλης Μουλάκης ο οποίος μέσα από πολλή δουλειά και στηριζόμενος στην εμπειρία που απέκτησε αγωνιζόμενος στις μεγάλες εθνικές κατηγορίες έχει φτιάξει ένα πολύ δυνατό σύνολο που τα τελευταία χρόνια πρωταγωνιστεί στην Α2. Εννοείται ότι ευχή όλων είναι η προσπάθεια αυτή να συνεχιστεί έτσι ώστε η εκπροσώπηση της πόλης να παγιωθεί στις πρώτες εθνικές κατηγορίες και γιατί όχι να ολοκληρωθεί και με την άνοδο της ομάδας στην Α1 εθνική κατηγορία.

Ερ: Θα ήθελες να συνεργαστείς με το ΓΣΕ ενώ οι σχέσεις σου με τους ανθρώπους της ομάδας είναι άριστες;

Απ: Με τους ανθρώπους της ομάδας οι σχέσεις είναι πάνω από όλα σχέσεις αγάπης με βάση το ότι έχουμε κοινή αφετηρία. Όποτε μου δίνεται η ευκαιρία ειδικά στους αγώνες της Αθήνας θέλω να παρακολουθώ και να ενισχύω την ομάδα μας. Θεωρώ ότι σε οποιονδήποτε δοθεί η δυνατότητα να προσφέρει στην πόλη που γεννήθηκε και μεγάλωσε θα το έκανε μεγάλη χαρά.

Προηγούμενο άρθρο

Η Ομοσπονδία Επαγγελματιών Ν. Καβάλας αποχαιρετά το Βασίλη Κεχαγιά

Επόμενο άρθρο

«Η ίδρυση Ειδικού Δημοτικού Σχολείου στη Θάσο υπήρξε πάγιο και διαρκές αίτημα των γονέων και της εκπαιδευτικής κοινότητας»