• 16 Μαΐου 2024,

Η Μόσχα εισβάλλει, το Μοντπαρνάς …διηγείται

 Η Μόσχα εισβάλλει, το Μοντπαρνάς …διηγείται

Γράφει από το Παρίσι ο Μιχάλης Μαυρόπουλος


Με την υπεράνω των συνόρων του Ντονμπάς ρώσικη επέμβαση και τον βομβαρδισμό αεροπορικών ουκρανικών στρατιωτικών βάσεων, οι διεθνείς παρατηρητές δεν αποκλείουν πλέον την πιθανότητα ενός περιορισμένου (μήπως και ευρωπαïκού;) πολέμου. Η αναγνώριση από την Μόσχα της ανεξαρτησίας της αποχωριστικής περιοχής Ντονμπάς (που εβομβαρδίζετο από καιρού εις καιρόν) από την Ουκρανία με τις δυο πόλεις Ντονέτσκ και Λουγκάνσκ, δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η ντε φάκτο, (η ήδη υφιστάμενη κατάσταση εδώ και εννέα χρόνια), τουτέστιν η αναγνώριση της πραγματικότητος των επελθόντων γεγονότων. Η  ρώσικη στρατιωτική ενέργεια όμως της περασμένης Πέμπτης αλλάζει, ισχυρίζεται η Δύση, τα δεδομένα. Στην διεθνή σκηνή για να είναι παραδεκτό ένα γεγονός, η αναγνώρισή του πρέπει να περιλαμβάνει και την έννοια ντε γιούρε (βάσει του νόμου). Στην περίπτωση του Ντονμπάς, αυτή η ρωσόφωνη περιοχή υφίσταται χάρις στην παντοειδή βοήθεια της Ρωσίας και το πήγαινε-έλα των ρωσικο-ουκρανικών συνόρων από την εν λόγω περιοχή ήταν και είναι καθημερινό φαινόμενο. Αυτή η μέχρι πρότινος παγοποιημένη κατάσταση ήταν παραδεκτή από όλες τις ευρωπαïκές πρωτεύουσες. Στα μέσα όμως της περασμένης εβδομάδος, τα πράγματα επεδεινώθησαν, με την προοπτική ενός  πολέμου να διαγράφεται εμφανώς στον ορίζοντα. Στο εκπέμπον συνεχούς ροής ειδήσεις ραδιόφωνο, τα φλας με δραματικοποιημένο τρόπο έδιναν και έπαιρναν, η  δε τηλεόραση επεδείκνυε την σε μικρή έξοδο των κατοίκων του Κιέβου εγκαταλείποντας τα σπίτια τους. Η λεπτομερής περιγραφή της πολεμικής ατμόσφαιρας που επικρατεί στην Ανατολική Ευρώπη παρακολουθείται αδιαλείπτως και ανησυχητικώς από τους Γάλλους μέρος των οποίων είναι μανιώδεις θιασώτες της γεωπολιτικής επικαιρότητος. Αποφασισμένος να γράψω κάτι για το βιβλίο που με ενθουσίασε τελευταίως (Λογοτεχνικοί περίπατοι στο Παρίσι του 17ου αιώνος στον 20ό, εκδόσεις «nouveau monde» του Jean-Christophe Sarrot), υπέπεσα στο λάθος να αφήσω στην άκρη για μερικές ώρες τουλάχιστον την επικινδυνότητα των στιγμών, την προοπτική ενός συμβατικού πολέμου ως επίσης (και αυτό αφορά την Γαλλία) την κουραστική  επαναληπτικότητα των προτάσεων των υποψηφίων για το προεδρικό αξίωμα.

Παρά ταύτα εν αρχή ήν η εσωτερική πολιτική. Ο νυν κεντροδεξιός πρόεδρος Μακρόν (24% σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες της κοινής γνώμης), εκμεταλλευόμενος τον κίνδυνο αναφλέξεως στην Ουκρανία, αναμένει την 4η Μαρτίου για να επισημοποιήσει την υποψηφιότητά του. Από τους δυο υποψήφιους της άκρας δεξιάς η Μαρίν Λε Πεν ανεβαίνει στο 18%, Ζεμούρ κατεβαίνει στο 13%, η Πεκρές της κλασσικής δεξιάς βυθίζεται στο 11% λόγω των ανεπιτυχών επεμβάσεών της, επικαλούμενη το επικρατούν φαλλοκρατικό κλίμα στην πολιτική, ακόμη και μερικών οπαδών της οι οποίοι της προσάπτουν την ασθενή γυναικεία φωνή της στην εκφώνηση των συνθημάτων της! Όσον αφορά τους δυο υποψηφίους της αριστεράς (Μελανσόν της Λαϊκής Ενότηττος και Ρούσσελ του ΚΚΓ, 11% o πρώτος και μεταξύ  4%-5% ο δεύτερος) ναι μεν δυναμικώς και ορθώς προβάλλουν τις απαιτήσεις των ταπεινών και μικρομεσαίων τάξεων πλην όμως δεν προσελκύουν επαρκώς, σύμφωνα με τις έρευνες τις προτιμήσεις των εκλογέων. Τέλος, ο οικολόγος Ζαντό,  χάνει μερικές μονάδες και κατέρχεται στο 6% μη προτείνων τίποτα το νέο εκτός από το κλείσιμο όλων των μονάδων που παράγουν πυρηνική ενέργεια, πράγμα που θα συνέβαλε στην περαιτέρω αποδυνάμωση της τεχνολογικής εξασθενήσεως και οικονομικής δυνατότητος σε παγκόσμιο επίπεδο της Γαλλίας.

Τούτων, χάριν επικαιρότητος, αναφερθέντων επανέρχομαι στο βιβλίο «Λογοτεχνικοί περίπατοι στο Παρίσι» με πρώτη αναφορά σε μερικές προσωπικότητες των Γραμμάτων και της Τέχνης που σύχναζαν στο 14ο διαμέρισμα των Παρισίων, το Μοντπαρνάς. Στην εν λόγω συνοικία στα χρόνια του Μεσοπολέμου συνυπήρχαν τρία μεγάλα καλλιτεχνικά, και  λογοτεχνικά κινήματα: οι ντανταϊστές, πρόδρομοι του σουρρεαλισμού, οι διανοούμενοι αριστεροί Αμερικανοί με προεξάρχοντα τον Ερνέστ Χεμινγουαίη, ο οποίος εξομοίωνε τους ντανταϊστές με τα κόπρανα (!) και μερικοί ανατολικοευρωπαίοι και Ρώσοι με επικεφαλής τον Ηλία Έρενμπουργκ. Για το κλίμα που επικρατούσε στο Παρίσι στα χρόνια 20 – 30, η Ρωσίδα διανοούμενη Νίνα Μπερμπέροβα που έζησε στην γαλλική πρωτεύουσα γράφει: «Ένα απερίγραπτο μπέρδεμα βασίλευε στα πνεύματα: το ίδιο άτομο μπορούσε να ενθουσιασθεί για την αντιδραστική φιλοσοφία του Γάλλου φιλόσοφου Αλαίν και ταυτοχρόνως για τον ντανταϊσμό, να τρέφεται με τον φροüδισμό και ταυτοχρόνως να είναι μέλος του κομμουνιστικού κόμματος, και αυτό όχι από ένα νεανικό ενθουσιασμό παρά από μια ξέφρενη και ανεξέλεγκτη τάση για την τελευταία λέξη της μόδας». Το κίνημα νταντά κατήγγειλε την κενοδοξία κάθε Τέχνης, κάθε διδαχής και κάθε σχολής (Τέχνης) ακόμη και του  ίδιου ντανταϊσμού!. Η Ρωσίδα σύντροφος του σουρρεαλιστή και κομμουνιστή ποιητή Λουί Αραγκόν, ΄Ελσα Τριολέ, τιμηθείσα με το βραβείο Γκονκούρ, κομμουνίστρια η ίδια με μερικές επιφυλάξεις για την Σοβιετική Ένωση των ετών ‘30, κατοικούσε  στα χρόνια 1924–1925 στο Μονπαρνάς σε ένα μικρό δωμάτιο του ξενοδοχείου Ίστρια, στο 12 Καμπάνιεν Πρεμιέρ (Campagne Première). Στο ίδιο ξενοδοχείο συναντούσε την παρέα της η Κική του Μονπαρνάς, πλανεύτρα καλλιτεχνών, όπου κατέλυαν όταν ευρίσκοντο στο Παρίσι ο Μπορίς Πάστερνακ, ο Μαγιακόφσκι και άλλες προσωπικότητες του καλλιτεχνικού και λογοτεχνικού στερεώματος. Στο Μοντπαρνάς επίσης, επί του βουλεβάρτου  Έντγκαρ Κινέ στο νούμερο 17 βρίσκεται ένα μικρό και συμπαθητικό ξενοδοχείο στο οποίο είχε το δωμάτιό του ο πάπας του κινηματογραφικού σουρρεαλισμού  Λουί Μπονιουέλ. Ολίγον μακρύτερα, όχι παραπάνω από 200-300 μέτρα, στο 29 της Καμπάνιεν Πρεμίερ η Τριολέ είχε γείτονα τον ζωγράφο-καλλιτέχνη Πικαμπία ιμπρεσσιονιστή, ασπασθέντα τον κυβισμό (cubiste) και αργότερον τον ντανταϊσμό, τον χωρίς όρια σουρρεαλισμό. Στον ίδιο δρόμο κατοικούσαν ο παγκοσμίου φήμης φωτογράφος Μαν Ραι και ο ζωγράφος Μαρσέλ Ντουσάμπ  (Duchamp). Ο πιο γνωστός πίνακας του τελευταίου είναι «Ύπανδρος γυναίκα  ξεγυμνωθείσα ακόμη και από τους ανύπανδρους». Πώς θα αντιδρούσαν οι σημερινές φεμινίστριες μπροστά σε ένα τέτοιο πίνακα που εν ονόματι της σεξουαλικής ελευθεριότητος υποβιβάζει  το γυναικείο φύλο; Τέλος, στην ίδια πάντα οδό, ένας άλλος πάπας του νέου κύματος κινηματογράφου των ετών 60, Ζαν-Λυκ Γκοντάρ (που η παλαιοσυντηρητική εφημερίς «Εστία» έξελλένισε το όνομά του αποκαλώντας τον Ιωάννη-Λουκιανό Γονδάριο) γύρισε την τελική σκηνή του φόνου του Μπελμοντό στο «Με κομμένη την ανάσα».

Θα ήταν ασύγγνωστη και μειωτική παράλειψη για την πάλαι ποτέ καλλιτεχνο-λογοτεχνική παγκοσμιότητα του Μονπαρνάς, εάν δεν ανέφερα τον γλύπτη και ζωγράφο Τζιακομέτι που από το 1926 μέχρι τον θάνατό του το 1966 έζησε στο 46 της οδού Ιππολύτ Μαιντρόν (Hippolyte Maindron)  κειμένης στο 14ο διαμέρισμα των Παρισίων. Τα από μπρούντζο και γύψο γλυπτά του, ιδίως «Ο άνθρωπος που βαδίζει» με τα χαρακτηριστικά μακριά σκέλια και τις μεγάλες δρασκελιές ως επίσης και τα άλλα  χειροτεχνήματα κατέστησαν παγκοσμίως γνωστό τον Ιταλοελβετό καλλιτέχνη που υπήρξε μια ανυπέρβλητη φιγούρα των τρελών χρόνων του Μονπαρνάς.

Διαβάστε επίσης