Στις 24-2-1994 η Βουλή των Ελλήνων με ομόφωνη απόφαση αναγνώρισε τη Γενοκτονία των Ποντίων και όρισε την 19η Μαΐου ως ημέρα εθνικής μνήμης συγκροτώντας παράλληλα μια διακομματική επιτροπή με στόχο την αναγνώριση της Γενοκτονίας από τον Ο.Η.Ε και τη διεθνή κοινότητα.
Η μέρα τούτη λοιπόν είναι μέρα αυτογνωσίας και αναζήτησης ιδιαίτερα για τον Ποντιακό Ελληνισμό.
Διανύουμε μια περίοδο όπου οι μνήμες, οι διηγήσεις, η μετάδοση της γλώσσας στις νέες γενιές των Ποντίων εξαντλούνται, και ταυτόχρονα, το τραγούδι, ο χορός, το θέατρο δεν επαρκούν από μόνα τους να αναπτύξουν την ποντιακή συνείδηση και ταυτότητα. Έτσι η γνώση της ιστορίας, των πολιτικοϊστορικών λόγων που καθόρισαν την εξέλιξη και τη σημερινή πραγματικότητα αποτελεί μια πρώτη βασική συνθήκη για την ποντιακή ύπαρξη και συνέχεια.
Οι μαρτυρίες για την παρουσία των Ποντίων στα βόρεια παράλια της Μ. Ασίας από την Παφλαγονία ως τη Λαζική ανάγονται από πολύ παλαιά. Την ιστορία, την ανάπτυξη, την προσφορά τους στον πολιτισμό της ανθρωπότητας κατά την αρχαία, την ελληνιστική και βυζαντινή περίοδο μελετά κανείς μέσα από τις ιστορικές πηγές. Την περίοδο μετά την οθωμανική κατάκτηση, μια σειρά πολιτικοί και οικονομικοί μηχανισμοί υπέβαλαν τον ποντιακό λαό σε συνθήκες διαβίωσης τέτοιες που να θέτουν σε κίνδυνο την ύπαρξή του. Εξισλαμισμοί, εκτουρκισμοί, όλες οι μορφές βίας υποχρέωσαν τον ποντιακό λαό σε φυγή από τα παράλια του Πόντου προς τις ορεινές περιοχές και τα μοναστήρια ή στην έξοδο προς τον Καύκασο.
Η Γενοκτονία των Ελλήνων της Μ. Ασίας και της Ανατολικής Θράκης, εντάσσεται στο σχέδιο των Νεοτούρκων και των κεμαλικών για την εξόντωση των ισχυροτέρων μη μουσουλμανικών στοιχείων της Τουρκίας, μεταξύ των οποίων οι Έλληνες και οι Αρμένιοι. Οι Νεότουρκοι καλλιεργούν το φυλετικό εθνικισμό κατά των μειονοτήτων και υποστηρίζουν στην πράξη ότι μόνο το τουρκικό στοιχείο θα έπρεπε να αναδειχθεί και να επιβληθεί «διά πυρός και σιδήρου». Ειδικότερα από το 1916 ως το 1923 ο ποντιακός λαός υπέστη ανήκουστα μαρτύρια. Γέροντες και γερόντισσες, λεχώνες και ανήλικα παιδιά σύρθηκαν στο δρόμο της εξορίας. Οι άνδρες εξοντώθηκαν στα τάγματα εργασίας, στα γνωστά αμελέτ ταμπουρού. Μεγάλες οι σφαγές, χιλιάδες οι θάνατοι, οι αγνοούμενοι από τα παράλια του Πόντου στο Ερζερούμ και το Κουρδιστάν ίσαμε τη Συρία.
Αλλά ας αφήσουμε τη λογοτεχνική πένα της Τατιάνας Γκρίτση-Μιλλιέξ, που αξιοποίησε τα χειρόγραφα των Γεωργίου Δημητριάδη και Μιλτιάδη Λαγγίδη, να μας μιλήσει για τις οδυνηρές εκείνες ώρες στη Τρίπολη του Πόντου: «Στις 8 ανακοινώθηκε το φιρμάνι, στις 13 τοιχοκολλήθηκε κι ίσαμε τις 16 έπρεπε όλος ο πληθυσμός της Τρίπολης να έχει εγκαταλείψει σπίτια, χωράφια, πλεούμενα. Ο λαός της Τρίπολης έπρεπε να έχει θάψει την καρδιά του εκεί που κοιλοπόνεσε, εκεί που μόχθησε, εκεί που χάρηκε κι αγάπησε, τη μεγάλη καρδιά ενός μικρού πληθυσμού που ακολούθησε στητός, ανίκητος την πίστη και την πατρίδα του. Κι αφού τρείς μέρες και τρείς νύκτες δίχως ήλιο και δίχως αστέρια ετοιμάζανε ό,τι ήτανε βολετό να μεταφερθεί, αφού πουλήσανε στους Τούρκους ό,τι ήτανε δυνατό να πουληθεί κρεμάσανε στο λαιμό τους το κλειδί της μπαρωμένης ξώθυρας, κι ήτανε τούτο ο σταυρός της πορείας τους». Έτσι η ανελέητη σφαγή, ο ερυθρός θάνατος ολοκληρώθηκε μ’ ένα σύστημα που είναι γνωστό σαν λευκός θάνατος. Πρόκειται για την αργή εξόντωση από την κακομεταχείριση, τις εκτοπίσεις στο εσωτερικό της Τουρκίας, το κρύο, την παρατεταμένη στέρηση νερού και τροφής, τον αποκλεισμό σε μπουντρούμια που μόλις χωράει κανείς όρθιος. Όλα αυτά στοιχειοθετούνται και καταγράφονται στις εκθέσεις ξένων προξένων οι οποίες σήμερα βρίσκονται στα αρχεία των αντίστοιχων χωρών.
Ο αριθμός των Ποντίων που εξοντώθηκαν σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία φτάνει τις 353.000. Θα ήταν εδώ παράλειψη αν δεν αναφέραμε και τους Ποντίους που εξισλαμίστηκαν, και κυρίως τους Κρυπτοχριστιανούς, που λόγω δυσμενών συνθηκών δε μπόρεσαν δυστυχώς να φανερώσουν την πίστη τους. Στην περίπτωση τους δεν έχουμε φυσική εξόντωση, αλλά πολιτιστική γενοκτονία που στοχεύει έτσι στην καταστροφή ενός λαού.
Συγκλονιστικές είναι οι μαρτυρίες ανθρώπων που επισκέφθηκαν τον Πόντο και συνάντησαν εκεί Κρυπτοχριστιανούς, όπως τις καταγράφει ο ιστορικός του Πόντου, Κώστας Φωτιάδης στο έργο του: Οι εξισλαμισμοί της Μ. Ασίας και οι Κρυπτοχριστιανοί του Πόντου. Φέτος δε, έχουμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε το δράμα των Κρυπτοχριστιανών και τα άλλα δεινά των Ποντίων μέσα από την τηλεοπτική διασκευή του ιστορικού διηγήματος «Το Κόκκινο Ποτάμι» του συμπατριώτη μας Χάρη Τσιρκινίδη.
Σχεδόν έναν αιώνα μετά, είναι πιθανόν να ζουν και σήμερα στην Τουρκία απόγονοι των Κρυπτοχριστιανών, που δεν κατάφεραν να έρθουν στην Ελλάδα. Κι αυτό γιατί, η συνθήκη της Λοζάνης, η συνθήκη που έκανε τον άνθρωπο πράγμα, όρισε ως μοναδικό κριτήριο ανταλλαγής τη θρησκεία. Γνωρίζουμε μάλιστα από μαρτυρίες μελών του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού και άλλων οργανώσεων ότι περισσότερα από 2.000 Ελληνόπουλα μέσα στη δίνη της ανταλλαγής έχασαν τους δικούς τους και παρέμειναν σε τουρκικές οικογένειες.
Σίγουρα η γενοκτονία των Ποντίων θα έπαιρνε μεγαλύτερες διαστάσεις αν ο ποντιακός λαός δεν αντιστεκόταν ένοπλα στην προσχεδιασμένη πολιτική της εξαφάνισής τους. Αντάρτικα σώματα σχηματίστηκαν αμέσως και έδρασαν ηρωικά στα βουνά της Σάντας προσπαθώντας να αναχαιτίσουν τους Τούρκους Τσέτες, τις περιθωριακές μάζες των χωριών και των πόλεων και τους ηγέτες τους, την κεφαλή του κινήματος τον Κεμάλ και τον φοβερό σφαγέα της Κερασούντας, τον Τοπάλ Οσμάν. Στις αποτρόπαιες πράξεις τους είχαν τη σιωπηρή συγκατάβαση των μεγάλων Δυνάμεων, Αγγλίας, Γαλλίας, Ρωσίας και κυρίως της Γερμανίας. Ειδικά για τη Γερμανία θα πρέπει να τονισθεί πως ήταν συνυπεύθυνη στις γενοκτονίες των Αρμενίων και των Ελλήνων. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα μέσα στα αρχεία των Υπουργείων Εξωτερικών τους. Ο Τουρκικός στρατός οργανώθηκε από Γερμανούς στρατιωτικούς και η γερμανική πρεσβεία της Κωνσταντινούπολης καθώς και τα προξενεία της Ανατολής λειτούργησαν ως κατασκοπευτικά κέντρα.
Σήμερα, προσδοκία και αίτημα όλων και κυρίως των Ποντίων είναι να ακουστεί η αλήθεια και να παρουσιαστεί χωρίς στολίδια στον αδέκαστο κριτή, την παγκόσμια κοινή γνώμη, που καταδικάζει πράξεις και όχι λαούς. Είναι βέβαια πολύ δύσκολο έργο γιατί στη γενοκτονία του ποντιακού λαού ο δολοφόνος είχε και συνεργούς όλους αυτούς που ορίζουν τις τύχες της ανθρωπότητας. Άλλωστε και η σχέση των Ποντίων προσφύγων με το Ελληνικό κράτος δεν εξελίχθηκε όπως αυτοί προσδοκούσαν. Κυριάρχησαν στην κρατική πολιτική τα στοιχεία της λήθης, του περιορισμού και της αλλοίωσης της ποντιακής ιδιαιτερότητας. Η πολιτική αυτή απέναντι σ’ ένα λαό που έχασε την πατρίδα του μπορούσε να πάρει διαστάσεις αφανισμού, οι ποντιακοί σύλλογοι όμως αποτέλεσαν την κιβωτό της ποντιακής συνείδησης και ταυτότητας.
Σήμερα λοιπόν και μετά την αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων από τη διεθνή κοινότητα προβάλλεται από εμάς το ίδιο αίτημα. Η αναγνώριση της από τον ΟΗΕ και την ίδια την Τουρκία θα έχει πολλές θετικές συνέπειες.
- Θα αποτελέσει πράξη εξιλέωσης της Τουρκίας και της διεθνούς κοινότητας που κάλυψε με τον πέπλο της σιωπής αυτό το αποτρόπαιο έγκλημα.
- Θα βοηθήσει στην πολιτική ωρίμανση της Τουρκίας μέσω της αυτοκριτικής.
- Θα ενισχύσει ακόμη την εμπιστοσύνη των Ελλήνων και των άλλων εθνών στον Ο.Η.Ε ως προστάτη του δικαίου και της νομιμότητας.
- Θα εξομαλύνει επίσης τις ελληνοτουρκικές σχέσεις στη βάση της ειλικρίνειας και της ανάληψης ευθυνών για πράξεις του παρελθόντος. Δεν αποκλείεται η άστοχη τακτική της αποσιώπησης των ιστορικών γεγονότων να είναι ο λόγος που τόσο άσχημα πορεύεται η ελληνοτουρκική φιλία.
Σε καμιά περίπτωση πάντως δεν επιτρέπεται να θυσιάζουμε την ιστορική αλήθεια και να κρύβουμε το παρελθόν. Προς το παρόν, η πολιτική της λήθης επιτρέπει στον τουρκικό κρατικό μηχανισμό να συνεχίζει τον ίδιο ρόλο: Βιαιότητες και εκτοπίσεις, εθνοκτονίες ενάντια στους Έλληνες της Κύπρου και στον κουρδικό λαό.
Γι’ αυτό η δική μας διεκδίκηση για αναγνώριση της γενοκτονίας ξεπερνά την ποντιακή της διάσταση και αποκτά πανανθρώπινο και διαχρονικό νόημα. Ενσαρκώνει τον αιώνιο αγώνα του ανθρώπου για τη διάσωση της ανθρώπινης αξίας, της συνείδησης, του πολιτισμού, της ίδιας της ιστορίας.
Εμμανουηλίδης Δανιήλ – Διευθυντής του 6ου Γενικού Λυκείου Καβάλας
Υποστήριξη: Ρωμανού Ιωάννα, Φιλόλογος