Πόσοι ήμασταν;

 Πόσοι ήμασταν;

Λίγα μπορούμε να κάνουμε, είναι ένας αδυσώπητος αυτοματισμός. Όταν κάποιος σας λέει ότι συμμετείχε σε μια διαδήλωση ή μια συνέλευση στην οποία δεν μπορέσατε να πάτε, η πρώτη ερώτηση είναι πάντα: πόσος κόσμος ήταν εκεί; Στο υπόλοιπο της κουβέντας, ίσως δίνετε έστω και λίγη προσοχή.

Κυρίως από ευγένεια. Είναι ένα ανεξίτηλο χαρακτηριστικό της πολιτικής μας κουλτούρας και κανείς δεν αρνείται ότι οι αριθμοί έχουν τη σημασία τους, αλλά συχνά δεν είναι ούτε η μόνη χρήσιμη πληροφορία για να καταλάβουμε ούτε η πιο σχετική, σημαντική.

Ο Raúl Zibechi, με βάση την πρόσφατη συνάντηση με μια μικροσκοπική κοινότητα των ζαπατίστας που αντιστέκεται στην επιθετικότητα πολύ πιο πολυάριθμων και ενόπλων δυνάμεων, μοιράζεται έναν προβληματισμό μαζί μας: πολύ σπάνια η επιβεβαίωση της αυτονομίας και της αξιοπρέπειας εξαρτώνται από τον αριθμό των συμμετεχόντων. Η συζήτηση σίγουρα ισχύει για το Τσιάπας, αλλά δεν μπορεί να μην θέσει υπό συζήτηση την επιπολαιότητα με την οποία εξετάζεται αυτή η πτυχή στους αγώνες αυτής της πλευράς του κόσμου

Στις πόλεις, όταν πηγαίνουμε σε διαδηλώσεις, ένα από τα συνηθισμένα σχόλια αφορά τον αριθμό των ατόμων που παρευρέθηκαν. Αυτή η στάση είναι μέρος της πολιτικής μας κουλτούρας, της λευκής και αστικής της παραδοσιακής αριστεράς, που έκτοτε έχει απορροφηθεί σχεδόν από όλες τις οργανώσεις. Πιστεύουμε ότι όσο περισσότερος κόσμος συμμετέχει, τόσο πιο δυνατό θα είναι το κίνημα και τόσο πιο πιθανό θα είναι να εισακουστούν τα αιτήματά μας, οι διεκδικήσεις μας.

Σε κάποιο βαθμό, τα πράγματα στέκουν αναμφίβολα έτσι. Όταν πρόκειται για αξιώσεις κατά των αρχών, όσο πιο ισχυρή είναι η πίεση, τόσο πιο πιθανό είναι να εισακουστούν. Ωστόσο, το θέμα του αριθμού αφήνει ακάλυπτα μερικά κρίσιμα ζητήματα.

Το πρώτο είναι ότι η συμμετοχή σε μια διαδήλωση δεν σχετίζεται άμεσα με τη συμπεριφορά στην καθημερινή ζωή. Πολλοί άνθρωποι, όταν επιστρέφουν στις υποθέσεις τους, συνεχίζουν να κάνουν ακριβώς αυτό που έκαναν πριν, περιμένοντας οι εκπρόσωποι τους να βρουν λύσεις για να ικανοποιήσουν τα αιτήματά τους, επιστρέφοντας έτσι στο ρόλο θεατών που είχαν διακόψει για λίγες ώρες.

Το δεύτερο είναι ότι αυτή η μορφή συλλογικής δράσης, στην οποία συμμετέχουμε όλοι εμείς των «αστικών» κινημάτων, δεν επιτυγχάνει ποτέ βαθιές μεταμορφώσεις, αφού συνεχίζει να τοποθετεί στο επίκεντρο του λόγου τους κρατικούς θεσμούς που, σε αυτήν την πολιτική κουλτούρα, αποτελούν το υποκείμενο της συλλογικής δράσης.

Είναι προφανές ότι με τις διαδηλώσεις δεν είναι δυνατή η οικοδόμηση αυτονομίας, ούτε ανακτώνται τα εδάφη από τον μιλιταρισμό και τον εξορυκτισμό, που καταστρέφουν τις χώρες μας και τις υπάρχουσες κοινωνικές σχέσεις κάτω, abajo (στο μέρος της κοινωνίας που βρίσκεται κάτω, στμ). Ας καταλάβουμε τι εννοούμε, οι διαδηλώσεις είναι νόμιμες και αναγκαίες, αλλά χρειαζόμαστε κάτι περισσότερο, ειδικότερα στα αστικά κινήματα.

Τώρα κοντά πέρασα μερικές ώρες με τις ζαπατιστικές βάσεις υποστήριξης στο Nuevo San Gregorio, και θα ήθελα να επισημάνω κάποια ζητήματα που φαίνεται ότι έμαθα από αυτές και να πω πόσο ένιωσα να αμφισβητώ τον εαυτό μου από την πεισματική αντίστασή τους.

Κατά πρώτον, είναι ελάχιστες οι οικογένειες που συνεχίζουν να αντιστέκονται (alleaggressioni στις επιθέσεις των ενόπλων ομάδων στην υπηρεσία της κυβέρνησης και εξορυκτικών κερδοσκοπικών συμφερόντων, στμ). Είναι μόνο τέσσερις. Τους τελευταίους μήνες, έχουν φύγει άλλες δύο οικογένειες. Οι αντίπαλοί τους στην περιοχή είναι πολλοί περισσότεροι και είναι οπλισμένοι. Το ότι βρίσκονται εκεί λίγα άτομα και οικογένειες δεν τους εμποδίζει να επιμένουν, ούτε να υποστηρίζουν την αυτονομία ή την αντίσταση. Δεν φαίνεται να τους κυριεύει αρνητικά, να τους απογοητεύει καθόλου αυτή η κατάσταση.

Κατά δεύτερον, στον διάλογο στον οποίο συμμετείχαν το Ajmaq Network και η Frayba, επέμειναν σε κάτι πολύ σημαντικό: «Τώρα είμαστε πιο ενωμένοι και νιώθουμε πιο δυνατοί από τότε που ήμασταν ένα chingo [ιδίωμα που σημαίνει «πολλοί»], μας είπαν.

Αυτό το σημείο μου φαίνεται κεντρικό. Η δύναμη ενός αγώνα δεν εξαρτάται από το πόσα άτομα συμμετέχουν, αλλά από το γεγονός ότι ο καθένας από αυτούς διατηρεί τη δέσμευση και τη σταθερότητα που απαιτείται για να επιμείνει σε οποιεσδήποτε συνθήκες, σε οποιαδήποτε κατάσταση, ακόμα και όταν όλα είναι αντίξοα, όταν δεν υπάρχει προοπτική και ότι η αντίστασή μας ενδέχεται να προκύψει επιτυχής βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα.

Στις πόλεις, βλέπουμε συχνά πολλούς ανθρώπους να αποσύρονται όταν δεν ικανοποιούνται τα αιτήματά τους, όταν κλιμακώνεται η καταστολή ή όταν απλώς κουράζονται. Ορισμένες οργανώσεις που έμοιαζαν σταθερές και ισχυρές εξασθενούν γρήγορα μόλις αντιμετωπίζουν δυσκολίες.

Τρίτον, πιστεύω ότι η αληθινή δύναμη εμφανίζεται μπροστά στις αντιξοότητες. Όταν μας επιτίθενται ή μας απομονώνουν, συχνά εμφανίζεται η απογοήτευση, η πτώση ηθικού. Γι’ αυτό αναρωτήθηκα, μετά από εκείνη την επίσκεψη στο χωριό, πώς αντέχουν όταν όλα είναι εναντίον τους;

Υπάρχει το Κράτος, με τους εθνοφρουρούς και τους στρατούς του, υπάρχουν οι παρακρατικές «οργανώσεις», υπάρχει το οργανωμένο έγκλημα και, κατά καιρούς, υπάρχουν ακόμη και οικογένειες φίλων και πρώην συντρόφων σε αγώνα.

Αυτό είναι το θέμα. Πολλά κινήματα αισθάνονται σταθερά μόνο όταν βρίσκονται στους δρόμους οι άνθρωποι κατά χιλιάδες. Ωστόσο, εδώ είναι ένα ξεκάθαρο παράδειγμα πως είναι δυνατό να αντισταθεί κάποιος, ακόμη και όταν είναι λίγοι, στην πιο απόλυτη μοναξιά, ακόμα κι όταν μια απλή επίσκεψη αλληλεγγύης αντιμετωπίζεται εχθρικά και εμποδίζεται, και δεν είναι γνωστό πότε αυτός που ήρθε να την δείξει θα μπορέσει να γυρίσει πίσω. Είναι ένα παράδειγμα ανθρώπινης και πολιτικής αξιοπρέπειας και ακεραιότητας.

Εν ολίγοις, οι βάσεις υποστήριξης του EZLN στο Nuevo San Gregorio μας έδειξαν ότι η αντίσταση δεν είναι για μια μέρα ή ένα χρόνο. Είναι τρόπος ζωής. Δεν αγωνίζονται για να αποκτήσουν κάτι υλικό ή για να αποκτήσουν προσωπικά ή συλλογικά οφέλη. Ακόμα λιγότερο για άμεσα αποτελέσματα. Ο αγώνας είναι να παραμείνουν διαφορετικοί από τον ηγεμονικό καπιταλισμό. Και για την αξιοπρέπεια.

Είναι μια διαφορετική πολιτική κουλτούρα, η οποία διαμορφώνεται, αλλά η οποία νομίζω ότι εξακολουθεί να μην είναι καθόλου κατανοητή (ή να υιοθετείται ) από τη μεγάλη πλειοψηφία των οργανώσεων και των ανθρώπων.

Θα χρειαστεί χρόνος για να συμβεί μια αλλαγή αυτού του μεγέθους, αλλά θα μπορούσε να συμβεί ώστε να ωθηθούμε προς αυτόν τον άλλο τρόπο κατανόησης του τρόπου να οργανωνόμαστε, να αντιστεκόμαστε και να αλλάζουμε τον κόσμο, μεταμορφώνοντας τον εαυτό μας.

Αυτά που περιγράφονται είναι μόνο μερικές σκέψεις, μερικές ιδέες για το τι μπορούμε να μάθουμε από αυτές τις βάσεις υποστήριξης και, ειδικότερα, από το NuevoSanGregorio. Σίγουρα, δεν μπορούμε να μάθουμε πολλά, είτε ατομικά είτε συλλογικά, αν δεν μοιραστούμε, αν δεν είμαστε εκεί που συμβαίνουν τα πράγματα, τα γεγονότα.

Αυτό που μου φαίνεται σίγουρο, ωστόσο, είναι ότι γενικά δεν έχουμε αρκετή ταπεινοφροσύνη για να αναγνωρίσουμε ότι πρέπει να μάθουμε από αυτούς που αντιστέκονται abajo, από κάτω.

Πηγή: “La autonomía y la dignidad no dependen del número”, in La Jornada

Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος comuneinfo

Διαβάστε επίσης