Οι Νεφέλες των ακραίων συναισθημάτων

 Οι Νεφέλες των ακραίων συναισθημάτων

Για να είμαι ειλικρινής συγκρατημένη προσήλθα το βράδυ του Σαββάτου στο θέατρο των Φιλίππων προκειμένου να παρακολουθήσω τις «Νεφέλες» του Εθνικού Θεάτρου με βασικό πρωταγωνιστή τον Γιάννη Μπέζο και με ένα πλήθος καλών ηθοποιών που πλαισίωσαν το Στρεψιάδη. Ακόμη δεν έχω ξεπεράσει το σοκ του «Κατά φαντασίαν ασθενή» που είχα παρακολουθήσει το καλοκαίρι του 2009, μια κάκιστη παράσταση η οποία με είχε καταστήσει σκεπτικίστρια για τις δουλειές του κ. Μπέζου. Ωστόσο εμπιστοσύνη έτρεφα τόσο για το γεγονός ότι η φετινή παραγωγή ανήκε στο Εθνικό όσο και για το γεγονός ότι τη Σκηνοθεσία – Δραματουργική επεξεργασία – Σκηνικά – Κοστούμια υπέγραφε ο Νίκος Μαστοράκης. Ένα άτομο με φοβερό ταλέντο, έστω κι αν οι δουλειές του ποτέ δε φημίζονται για τη συμβατικότητά τους.

Τελικά ανακάλυψα πως η παραγωγή στο σύνολό της ήταν δουλεμένη, ακόμη κι αν προκάλεσε ακραία συναισθήματα. Κάποια σημεία ήταν δυνατά και κάποια άλλα ξένισαν. Επιπλέον, ορισμένοι θεατές εξήλθαν ενθουσιασμένοι από το θέατρο, έχοντας γελάσει κι έχοντας χειροκροτήσει με τη ψυχή τους, ενώ κάποιοι άλλοι δυσανασχέτησαν για το θέαμα που παρακολούθησαν.

Το κείμενο για παράδειγμα ήταν πραγματικά απολαυστικό με τον τρόπο που αποδόθηκε. Παρά το γεγονός ότι απεχθάνομαι την «τακτοποίηση» σύγχρονων αναφορών στο πλαίσιο των αρχαίων λόγων, αυτή τη φορά η «επικαιροποίηση» ήταν αρκούντως έξυπνη κι όχι απλά εξυπνακίστικη. Η ιδέα που είχε ο Νίκος Μαστοράκης ανέβηκε επί σκηνής με τέτοιο τρόπο ώστε να ικανοποιήσει όχι μόνο το εύκολο κοινό, αλλά κι εκείνο που έχει εκπαιδευτεί θεατρικά, «θητεύοντας» χρόνια πάνω στα βράχια των Φιλίππων.

Ο χορός των Νεφελών, με τα φαντασμαγορικά λευκά κοστούμια, ήταν καλός. Όπως καλοί, αν και έμπλεξαν την αρχαία ελληνική φιλοσοφία με εκείνη της Άπω Ανατολής, ήταν και οι τέσσερις μαθητές του Σωκράτη. Λαέρτης Μαλκότσης, Όμηρος Πουλάκης, Θάνος Τοκάκης, Μιχάλης Οικονόμου, ονόματα που κουβαλούν ήδη τη δική τους θεατρική ιστορία.

Ο Σωκράτης που δημιούργησε ο σκηνοθέτης, ήταν μια παράξενη μορφή τόσο σε επίπεδο εμφανίσεως, όσο και σε επίπεδο ερμηνείας. Ιδιόρρυθμο κοστούμι, μακριά ξανθιά περούκα και τρανσέξουαλ απόδοση, ήταν τα στοιχεία που εμφάνισε επί σκηνής ο Αλέξανδρος Μυλωνάς, παλιά καραβάνα του θεάτρου που ίσως και να δίχασε το κοινό των θαυμαστών του. Ο ίδιος ο Γιάννης Μπέζος ήταν ο κωμικός από τα παλιά. Δεν το πίστευα, όταν στη λήξη της παράστασης τον χειροκρότησα και παραδέχθηκα πως ήταν καλύτερος από ότι περίμενα.

Καλοί στους ρόλους τους ήταν επίσης ο Δίκαιος Λόγος – Νίκος Ψαρράς και ο Άδικος Λόγος – Προμηθέας Αλειφερόπουλος. Η επί σκηνής στιχομυθία – αναμέτρησή τους παρέπεμπε σε κεντρικό δελτίο ειδήσεων του MEGA και στα τηλεοπτικά παράθυρα με τα οργισμένα ανθρωπάκια, τα οποία θεωρούν πως όποιος φωνάξει δυνατότερα θα κερδίσει και τη θετική άποψη του κοινού. Μάλιστα η απόδοση τους ήταν τόσο πιστή ώστε κάποια στιγμή έπιασα τον εαυτό μου να αναζητά το τηλεκοντρόλ προκειμένου να αλλάξω κανάλι.

Τα εύσημα αυτή τη φορά τα αποδίδω με ξεχωριστή ευχαρίστηση στο Μάκη Παπαδημητρίου. Μπορεί να μην είχα αμφιβολίες για τις δυνατότητές του, αλλά στη συγκεκριμένη παράσταση κυριολεκτικά έδωσε το δικό του ρεσιτάλ. Ερμηνεύοντας το γιο του Γιάννη Μπέζου, το Φειδιππίδη, «άλωσε» τη σκηνή και το κοινό. Είτε στην αρχή της παράστασης με εμφάνιση αρχαίου καμικάζι, είτε στο μέσο φορώντας θαμνοειδή περούκα, λουλουδάτη βερμούδα κι εξώφτερνη μάλλινη παντόφλα – πασχαλίτσα, είτε στο τέλος ως γιάπης εκπαιδευμένος πια από το Σωκράτη, αναγγέλλοντας τη νέα τάξη πραγμάτων, κρατώντας μαστίγιο και κραυγάζοντας προς τον πατέρα του «Εγέρθητω».

Τα υπόλοιπα στοιχεία της παραγωγής δεν με ενθουσίασαν ιδιαιτέρως, αλλά δε με απογοήτευσαν κι εντελώς. Μιλάω για τη μουσική του Σταύρου Γασπαράτου και την κίνηση του Φωκά Ευαγγελινού. Το σκηνικό φαινόταν απλό σε επίπεδο κατασκευής και μεταφοράς και μάλλον ετοιμάσθηκε με τη λογική να δώσει χώρο στα κοστούμια, που ήταν σαφώς πιο εντυπωσιακά. Εάν δε μου το έλεγαν μετά το τέλος της παράστασης, ούτε καν θα είχα αντιληφθεί πως ανάμεσα στις Νεφέλες συμπεριλαμβανόταν και η Τάνια Τρύπη, η οποία πέρασε «αθόρυβη» από τη σκηνή.

Κοντολογίς, όσοι ποντάρισαν στο Εθνικό Θέατρο και στο ξεχωριστό ταλέντο του Νίκου Μαστοράκη, όσοι επίσης θέλησαν να παρακολουθήσουν Αριστοφάνη προκειμένου να ψυχαγωγηθούν για ένα δίωρο χωρίς προβληματισμούς, προφανώς δε σπατάλησαν το σαββατόβραδό τους. Αν μη τι άλλο γέλασαν και χειροκρότησαν την προσπάθεια. Συγκρίνοντας επίσης τις φετινές καλοκαιρινές αριστοφανικές παραγωγές του Εθνικού και του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, οφείλω να ομολογήσω ότι καμία σχέση δεν είχαν οι «Νεφέλες» με τους άθλιους «Ιππής». Μάλλον οι παραγωγές είναι και ο καθρέφτης της συλλογιστικής των αντίστοιχων καλλιτεχνικών διευθυντών τους!

Βούλα Θασίτου Δεληγιάννη

 

Διαβάστε επίσης