Ο Γιώργος Κιμούλης ως Μήδεια – Τεχνικά άρτιος και ερμηνευτικά άψογος!

 Ο Γιώργος Κιμούλης ως Μήδεια – Τεχνικά άρτιος και ερμηνευτικά άψογος!

Το φετινό φεστιβαλικό καλοκαίρι μάλλον αποδεικνύεται η χρονιά – σταθμός των «συνειδητοποιημένων και απενοχοποιημένων δολοφόνων». Μετά την καθηλωτική Κλυταιμνήστρα της Καρυοφιλλιάς Καραμπέτη, ήρθε ο Γιώργος Κιμούλης με την άφυλη Μήδειά του και δικαίωσε μια μητροκτονία που στο εξής δε θα αποτελεί «ύβρη» εις βάρος της πλέον σκληρής μάνας όλων των αρχαίων τραγωδιών.

Ο Γιώργος Κιμούλης που φέτος συναντήσαμε, εντός κι εκτός σκηνής, ήταν διαφορετικός από κάθε προηγούμενη φορά. Απόλυτα χαλαρός και προσεγγίσιμος σε προσωπικό επίπεδο, πειθαρχημένος σε ένα θηλυκό ρόλο, αποστασιοποιημένος από την ιδιόρρυθμη εκφορά του λόγου του που ήταν ένα «σήμα κατατεθέν», προσέφερε στους θεατές τον εαυτό του σε μια τόσο ώριμη και μεστή στιγμή του, ώστε να προκαλέσει το εύλογο ερώτημα: «Πόσα ακόμη μπορεί να μας κρύβει και να μας επιφυλάσσει αυτός ο άνθρωπος;»

Το κοινό στο αρχαίο θέατρο Φιλίππων το βράδυ της Παρασκευής κυμάνθηκε μεταξύ των 1.000 και 1.200 ατόμων. Ήταν όμως το κοινό του Κιμούλη. Ήταν εκείνοι οι θεατές που τον ακολουθούν και τον αποδέχονται με λατρεία εδώ και χρόνια σε κάθε δουλειά του. Ήταν εκείνοι οι «διαβασμένοι» θεατές που ήξεραν ακριβώς για ποιο λόγο βρισκόταν στο θέατρο και φυσικά ήταν εκείνοι που απορροφημένοι παρακολούθησαν τη διάρκειας 80 λεπτών παράσταση της «Μήδειας» απόλυτα ήσυχοι, περιμένοντας το τέλος ώστε να ξεσπάσουν σε ενθουσιώδη χειροκροτήματα.

 

ΚΕΡΔΙΣΑΝ ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ

Μόνο απόλαυση μπορεί να προσφέρει σε ένα θεατή μια τέτοια βραδιά, μια παραγωγή εξαιρετικής ποιότητος, ένας ηθοποιός τεχνικά άρτιος κι ερμηνευτικά άψογος. Επιστρατεύοντας κάθε εκφραστικό του μέσο, το κορμί του, το λόγο του, τις κινήσεις του, τους συναδέλφους του, μετέτρεψε τη Μήδεια σε ένα «κανάλι», μέσα από το οποίο μας οδήγησε στα τρίσβαθα του μυαλού της ηρωίδας κι επιτέλους μας βοήθησε να κατανοήσουμε με κρυστάλλινο τρόπο το σκεπτικό της αποτρόπαιης πράξης.

Έχοντας παρακολουθήσει μόλις την προηγούμενη Τετάρτη τον «Επιθεωρητή» σε σκηνοθεσία Σπύρου Ευαγγελάτου και τη «Μήδεια» σε σκηνοθεσία του ιδίου, αντιλήφθηκα τελικά που ακριβώς είχε στραμμένη όλη την προσοχή του και σε ποια παράσταση «επένδυσε» το χρόνο και τις ικανότητές του. Η παραγωγή που ετοιμάσθηκε ευτύχησε να βασιστεί πάνω σε μια πολύ καλή μετάφραση (αν και υπογράφεται από το γνωστό ακατονόμαστο), να σκηνοθετηθεί με μεράκι και ιδιαίτερη προσοχή από το Σπύρο Ευαγγελάτο, να εξελιχθεί μέσα στο σκηνικό του Γιώργου Πάτσα, να ντυθεί με τα ιδανικά κοστούμια του Γιάννη Μετζικώφ, να επενδυθεί μουσικά από το Θάνο Μικρούτσικο και να ερμηνευθεί από ηθοποιούς που σχεδόν στο σύνολό τους στάθηκαν άριστοι. Το δε ανέβασμα της «Μήδειας» από αμιγώς ανδρικό θίασο, στα πρότυπα του αρχαίου παρελθόντος, ήταν ένα στοίχημα που κερδήθηκε σχεδόν από την αρχή.

Κάπως έτσι οικοδομούνται οι παραστάσεις που μένουν αλησμόνητες για το μέλλον. Με ένα σκηνικό τόσο αφαιρετικό, τόσο εναρμονισμένο με την ουσία της υποθέσεως, τόσο διακριτικό ώστε απλά να εξυπηρετεί χωρίς να αποσπά την προσοχή του κοινού από το κείμενο. Με κοστούμια τόσο έξυπνα, τόσο καλοφτιαγμένα, τόσο άφυλα, τόσο χρήσιμα ώστε όλοι οι ηθοποιοί να μοιάζουν ίδιοι με τις μάσκες τους και η δημοτικότητα τους να μην υπερέχει των ρόλων τους. Με λιτή σκηνοθετική γραμμή που βασίστηκε στην ορθή παρουσίαση των γυναικείων θέσεων της Μήδειας, από έναν άντρα σχεδόν δύο μέτρα.

Θαυμάσιοι στους υποστηρικτικούς τους ρόλους στάθηκαν όχι μόνο οι συμπρωταγωνιστές αλλά και τα μέλη του Χορού (ίσως και να αποδειχθεί ο κορυφαίος του 56ου φεστιβάλ), με τη μόνη ένσταση να εστιάζεται στην αδυναμία του Οδυσσέα Παπασπηλιώπουλου ως Ιάσωνα. Αλλά και πάλι, ποιος θα μπορούσε να σταθεί στο πλευρό του Γιώργου Κιμούλη ερμηνεύοντας τον χαροκαμένο πατέρα και να καταφέρει να πλησιάσει σε απόδοση την κορυφή; Κανένα παράπονο δε μου έμεινε από τους ηθοποιούς του θιάσου, κανένα παράπονο δε μου έμεινε και από τα μέλη του Χορού που θα μπορούσα να τα χαρακτηρίσω σχεδόν άψογα. Όσο καλή διάθεση όμως κι αν έχω να σχολιάσω τις επιμέρους λεπτομέρειες της «Μήδειας», η αδυναμία με ξαναφέρνει μπροστά στον κ. Κιμούλη.

 

ΜΑΚΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΙΩΡΓΟ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ

Όντας φανατική λάτρης του Γιώργου (καμιά φορά σκεπτόμενη υπερβολικά αναλογίζομαι ότι μέχρι και το όνομά του θα μπορούσα να χτυπήσω σαν τατουάζ στο μπράτσο μου), φέτος διαπίστωσα ότι βρίσκεται σε μια εντελώς διαφορετική φάση της ζωής του. Τον συνάντησα ύστερα από πολλά χρόνια στο περιθώριο μιας συνεντεύξεως τύπου. Τον άκουσα να αναλύει με «εκπαιδευτικό τρόπο» ειδικότερα τη Μήδεια και γενικότερα την αρχαία ελληνική τραγωδία. Ενώ αμέσως μόλις σταμάτησαν οι κάμερες και τα φλας, χαλάρωσε κι έπιασε ψιλή κουβέντα με τον Θοδωρή Γκόνη, δεχόμενος να φωτογραφηθεί χωρίς πόζες και στησίματα.

Τον παρακολούθησα στη διάρκεια της παραστάσεως να ερμηνεύει με πειθαρχικά υποδειγματικό τρόπο, παρασύροντάς με στα μύχια της γυναικείας ψυχολογίας. Τον είδα να ικανοποιείται από την ανταπόκριση του κοινού και να επανέρχεται σε κάθε μπιζάρισμα πιο ενθουσιασμένος και πιο χαμογελαστός. Δευτερόλεπτα μετά τη λήξη της παράστασης κι αφού απαλλάχθηκε από το βαρύ κόκκινο κοστούμι της Μήδειας, απομακρύνθηκε από το σκηνικό, παρέμεινε ντυμένος με τα σπορ ρούχα του μέσα στο θέατρο, συνομίλησε με τις θαυμάστριές του δεχόμενος συγχαρητήρια – αγκαλιές – φιλιά, φωτογραφήθηκε με τα πιτσιρίκια που τον πλησίασαν και τους μίλησε για την τραγωδία.

Παρέμεινε στον περιβάλλοντα χώρο του θεάτρου αρκετή ώρα μετά την λήξη, συζητώντας με καβαλιώτες που του έτειναν το χέρι, αστειεύθηκε με τους συναδέλφους του, κάποια στιγμή μάλιστα χαλάρωσε σε τέτοιο βαθμό ώστε έπαιξε «κυνηγητό» με τον Τάσο Νούσια, τον επί σκηνής Κρέοντα. Ναι, αυτός ο Γιώργος Κιμούλης ήταν ένα εντελώς διαφορετικό πρόσωπο από εκείνο των προηγούμενων ετών, λες και κάποιος τον απάλλαξε από ένα μεγάλο βάρος και του επέτρεψε να ανασάνει ελεύθερος.

Χωρίς να το γνωρίζει, οι δικές του παραστάσεις εδώ και δύο χρόνια κουβαλούν για εμένα ένα ιδιόμορφο «στίγμα». Χωρίς να το γνωρίζει, οι παραστάσεις του είναι συνυφασμένες με την αξεπέραστη απώλεια του Χρήστου. Χωρίς να το γνωρίζει, το τέλος κάθε παράστασής του, πυροδοτεί αναμνήσεις νοσταλγικές χαρούμενων στιγμών του παρελθόντος, με την πολύτιμη παρέα ενός φίλου ο οποίος μου λείπει αφάνταστα. Ακόμη και γι’ αυτή την προσωπική λεπτομέρεια, κάθε εμφάνισή του στο θέατρο των Φιλίππων είναι για εμένα μια ξεχωριστή στιγμή.

 

ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΑΤΑ ΛΟΙΠΟΝ: στους αρμόδιους για τη φύλαξη του θεάτρου υπαλλήλους της αρχαιολογικής υπηρεσίας, που η παντελής έλλειψη ενδιαφέροντός τους είναι η αιτία για τη σφηκοφωλιά η οποία συνεχίζει να παραμένει ενεργή ύστερα από τόσες ενημερώσεις και παρακλήσεις. Η σκανδαλώδης αδιαφορία τους αποτελεί κίνδυνο για τους θεατές. Αν δε φοβόμασταν μήπως εξαγριώσουμε τα έντομα, θα φροντίζαμε εμείς με πρακτικό τρόπο να εξαλείψουμε το πρόβλημα. Εύγε! Συνεχίστε να δείχνετε αδιαφορία για τον κόσμο!

 

ΒΟΥΛΑ ΘΑΣΙΤΟΥ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗ

=====================================================================

 

 

 

 

Διαβάστε επίσης