Έπεα πτερόεντα ενός παλαιομοδίτη

 Έπεα πτερόεντα ενός παλαιομοδίτη

 

 

Γράφει από το Παρίσι ο Μιχάλης Μαυρόπουλος


Καθημερινώς ραδιόφωνο και τηλεόραση μας λανσάρουν στην ώρα των διαφημίσεων το ρήμα στον πληθυντικό και στην προστακτική: «Διασυνδεθείτε». Σύμφωνοι, να διασυνδεθώ αλλά με ποιόν και γιατί; Με τον τάδε ιστότοπο για να αγοράσω κάτι που είδα στο Ιντερνέτ, στα καταστήματα ή για να πληροφορηθώ μέσα στον κυκεώνα της καθημερινής επικαιρότητος, την εξέλιξη μιας ειδήσεως, όπως π.χ. στις μέρες μας για τον ιό; To ξεφύλλισμα και το διάβασμα (έστω ψηφιακό) των εφημερίδων με υπεραρκούν. Το «διασυνδεθείτε» χρησιμοποιείται σε όλα τα πλάτη και μήκη της γΗς από τις κολοσσιαίες ηλεκτρονικές επιχειρήσεις τις ονομαζόμενες Gafam (Coogle, Appel, Facebook, Amazon κa ιMicrosoft), οι οποίες εκμεταλλευόμενες την περιέργειά μας για την αδιάλειπτη ροή των γεγονότων, μας καρφώνουν στην καρέκλα, εν συνδυασμό δε με την επεκτεινόμενη ραγδαίως νόσο Covid 19, αλλάζουν τις καθημερινές μας συνήθειες με αποτέλεσμα να νοσταλγούμε την προ κορονοϊού εποχή. Κλεινόμαστε στο σπίτι μας, καθήμενοι επί ώρες στον καναπέ και παρακολουθούμε, στην οθόνη του Ιντερνέτ, όχι απαλλαγμένοι από τον φόβο, τα στάδια επελάσεως του ιού.

Βεβαίως οι πλείστοι εξ ημών αναγνωρίζουμε ότι η χρήση των διάφορων διαδικτυακών τόπων, μας προσφέρει πολυποίκιλες υπηρεσίες, π.χ. αγορές προϊόντων και πληροφορίες παντός είδους χωρίς να είμαστε υποχρεωμένοι να σκάμε μύτη έξω, έτσι όμως στερούμεθα κάθε ανθρώπινης επαφής.

Αυτή η άφταστη τεχνολογική πρόοδος εν συνδυασμό με τους επιβαλλόμενους εδώ και μήνες περιορισμούς (αμφισβητούμενους από τους νέους) συνεργούν στο να χάνουν, κυρίως οι ηλικιωμένοι, κάθε σημείο αναφοράς της άλλοτε κανονικής ζωής, συνηθισμένοι γαρ σε άλλη  καθημερινότητα. Ταυτοχρόνως αυτές οι αλλαγές που συμπυκνώνονται στις λέξεις «ΝΕΤ, διασύνδεση, Ιντερνέτ» συμβάλλουν στην ολοένα αυξανόμενη απομόνωση, αποξένωση και απώλεια της ζώσας επαφής με τους συνανθρώπους μας. Επιπροσθέτως, η κατάσταση επιδεινώθηκε με την διακοπή λειτουργίας των καφέ-μπαρ και τους τόπους ψυχαγωγίας.

Επιτρέψτε μου να αναφερθώ σε ένα παράδειγμα, κοινό σε Γαλλία και, όπως με πληροφορούν, και Ελλάδα. Πρόκειται για την  προπαγανδιζόμενη ευρέως, σχεδόν υποχρεωτική, ψηφιακή καθορισμού ενός ραντεβού, ή μιας υποβολής (δια μέσου του διαδικτύου) ενός απλού αιτήματος στις δημόσιες υπηρεσίες.

Διάβαζα προ ημερών στο μηνιαίο δημοτικό έντυπο του παρισινού προαστίου που κατοικώ, ότι η Δημαρχία θέτει εν ενεργεία ένα σύστημα πληροφορήσεως των  υπηρεσιών της για την ευκολότερη εξυπηρέτηση των διαβημάτων των πολιτών  δια μέσου του ΝΕΤ. Μπράβο της αλλά ο πολίτης πρέπει να είναι 1ον) κάτοχος  ενός υπολογιστή, (και ποιος δεν έχει σήμερα στο σπίτι του ένα;) και 2ο) στο να παίζει στα δάκτυλα του ενός χεριού την περίπλοκη διαδικασία για την αναζήτηση μιας πληροφορίας, ή την υποβολή μιας αιτήσεως. Γνωρίζοντας ότι ο εξοπλισμόςμε ηλεκτρονικό υπολογιστή δεν είναι πάντα δεδομένος στους οικονομικώς αδύνατους και μετρίας μορφώσεως ηλικιωμένους, (έστω και εάν αυτός ακόμη υπάρχει), και την αδεξιότητά τους στον χειρισμό του, η δημοτική αρχή διευκρινίζει ότι μια πληροφορία για ένα ραντεβού μπορεί να λαμβάνεται είτε δια μέσου τηλεφώνου, (με την εκ των ουκ άνευ προϋπόθεση ότι θα τύχει απαντήσεως) ή ακόμη με την αυτοπρόσωπη παρουσία των ενδιαφερομένων στην Δημαρχία. Χάρηκα  στην ανάγνωση αυτής της διευκρινίσεως. Γι αυτό και εκτίμησα στα «Μικρά πρωινά» του Νίκου Γενικόπουλου της 15ης Φεβρουαρίου, τις λίγες γραμμές που αφιερώνει στην διαπίστωση «ότι πολύς κόσμος ωστόσο επιθυμεί να τηλεφωνήσει (στον ΟΑΕΔ), να μιλήσει και να του μιλήσουν αφού το θέμα που τον απασχολεί δεν πιστεύει ότι μπορεί να λυθεί με ένα mail».

Φράσεις όπως «καλημέρα σας, σας παρακαλώ που μπορώ να απευθυνθώ για το τάδε ζήτημα»; ή «μέχρι ποια ώρα είναι ανοικτή η τάδε υπηρεσία;», ή κυρίως λεχθέν ευγενικώς από τον κρατικό λειτουργό στον πολίτη «σε τι μπορώ να σας εξυπηρετήσω;», τουτέστιν η ολιγόλογη πολιτισμένη ανταλλαγή φράσεων μεταξύ δυο ή περισσοτέρων ατόμων, η ζώσα επαφή με ένα συνομιλητή, δεν πρέπει να σβηστούν από τον χάρτη των κανόνων λειτουργίας της οιασδήποτε κρατικής μηχανής ή οργανισμού. Πολύ φοβούμαι ότι η πρόσφατη συνέντευξη του Μητσοτάκη στο πρακτορείο Blooberg που υπερηφανεύτηκε για την πρόοδο που έκανε η Αθήνα στον ψηφιακό μετασχηματισμό εν μέσω πανδημίας, αποτελεί μια έμμεση προτροπή να επικοινωνούμε μόνο με mail και ει δυνατόν να αποφεύγουμε κάθε άλλο είδος επαφής με τις δημόσιες υπηρεσίες.

Την αφορμή γι’ αυτές τις γραμμές, μου την έδωσε ένα βιβλίο με τον χαρακτηριστικό τίτλο: «Η κοινωνία του χωρίς επαφή, αυτοπορτρέτο ενός κόσμου εν πτώσει» (La societé du sans contact, selfie d’un monde en chute), editeur Flammarion. Συγγραφεύς του ο δημοσιογράφος Φρανσοά Σαλτιέλ (François Saltiel). Τι πραγματεύεται ο συγγραφεύς; Λεχθέν εν συντομία: την υλική κατανάλωση, τους κοινωνικούς συσχετισμούς, τις ερωτικές σχέσεις, όλα αυτά φιλτραρισμένα από τους αλγόριθμους, δηλαδή κάτω από μια λογική διαδικασία και επεξεργασία των γύρων μας πραγμάτων, των δεδομένων για την επίλυση ενός προβλήματος. Ο όρος  υπερσύνδεση (hyperconnexion) έγινε η νόρμα, το πρότυπον. Ο Σαλτιέλ υποστηρίζει ότι από χρόνια τώρα και ακόμη περισσότερο με την εμφάνιση της πανδημίας, οι επιχειρήσεις του ΝΕΤ διαμορφώνουντην «χωρίς επαφή  κοινωνία» όπου το κλικ αντικαθιστά τον ανθρώπινο δεσμό. Ταυτοχρόνως προβάλλει την άποψη ότι αυτό το κλικ καταστρέφει τους κοινωνικούς δεσμούς και τις ανθρώπινες ανταλλαγές για να ικανοποιήσει το ταχύτερον δυνατόν την επιθυμία μας του άμεσου, του πάραυτα. Δείτε, μας λέγει, την πολιτική της Amazon η οποία μας υπόσχεται ότι με τρία κλικ θα έχουμε στο σπίτι μας το ζητηθέν προϊόν.

Πιο κοντά στην καβαλιώτικη κοινωνία πώς να μην αναφέρω ότι η Πρωινή πριν από μερικές εβδομάδες μας ανέφερε ότι σύμφωνα με τις παρεχόμενες στο καταναλωτικό κοινό από τους υπεύθυνους οδηγίες χρήσεως για το κλικ, ο πελάτης-αγοραστής θα μπορούσε να έχει εύκολα το επιθυμητό προϊόν. Άλλο ζήτημα εάν αυτό το ηλεκτρονικό σύστημα παραγγελίας στην κλασσική αγορά δεν λειτούργησε αποτελεσματικώς.

Η γνώμη του πονήματος είναι ότι η πολιτική-μοντέλο των γιγαντιαίων ηλεκτρονικών φιρμών συνίσταται στο να μας ωθούν να καθηλωνόμαστε τις περισσότερες ώρες μπροστά στην οθόνη. Ο πραγματικός στόχος τους είναι να περνούμε τον χρόνο μας, να διαβιώνουμε την ίδια μας ύπαρξή δια μέσου και μπροστά στο εκράν. Για να το επιτύχουν αυτό, καταφεύγουν σε τεχνικές που μας καθιστούν όλο και περισσότερο εξαρτώμενους, προσφέροντας μας μια ακόμη υπόσχεση περαιτέρω ηλεκτρονικής συνδέσεως. Όσον δε αφορά τα κοινωνικά δίκτυα, φρονεί ότι αυτά μας  βυθίζουν σε ένα συνεχή ναρκισσισμό διότι κατεχόμεθα από την επιθυμία να μας δουν οι άλλοι, και αναζητούμε την συνεχή επιδοκιμασία των τρίτων η οποία μετριέται με τον αριθμό των δεχθέντων επιδοκιμαστικών και αξιαγάπητων μηνυμάτων (likes). Με άλλα λόγια, βιώνουμε την ζωή μας δια μέσου της ηλεκτρονικής διασυνδέσεως και όχι με τους όρους της υπάρχουσας πραγματικότητος.  Εν κατακλείδι, ο Σαλτιέλ εύχεται, και ο υπογράφων επίσης, όπως όλα αυτά  που ισχύουν και εξελίσσονται σήμερα – η εξ αποστάσεως παρακολούθηση π.χ. των θεατρικών παραστάσεων, η εξ αποστάσεως πανεπιστημιακή διδαχή, οι σημειώσεις των σπουδαστών, οι συχνά ακατανόητες για τον μέσο θεατή-ακροατή τηλεδιασκέψεις και η τηλεργασία να μην εγκατασταθούν μακροχρονίως.Μακάρι να γίνει έτσι, πλην όμως δεν πιστεύω ότι το μέλλον ανήκει στους ελαχίστους των ελαχίστων εκείνους που ματαίως πρεσβεύουν την όσον το δυνατόν λιγότερη ηλεκτρονική διασύνδεση.

Υστερόγραφη σημείωση: Ο συμπαθέστατος φίλος, συμπολίτης και  συνώνυμος Μιχάλης (Μίκης )Μαυρόπουλος, αναφερόμενος στο εγερθέν θέμα Κουφοντίνα—Βασιλικού, στην Πρωινή της 17ης Φεβρουαρίου, διευκρινίζει ότι το χρησιμοποιούμενο από τους  εν Φλωρεντία συντρόφους του ψευδώνυμο Μίκης τον διαχωρίζει από τον  συνονόματό του  (Μαυρόπουλο) που κατοικεί στο Παρίσι από το 1968 και υπογράφει τις ανωτέρω «παλαιομοδίτικες» γραμμές. Τον ευχαριστώ εγκαρδίως για την διασάφηση, έστω και αν η χρήση του ρήματος «διαχωρίζω», μπορεί να ερμηνευθεί ποικιλοτρόπως. Μ.Μ.

Διαβάστε επίσης