Η δική μου Χιλή

 Η δική μου Χιλή

Η Χιλή που έζησα ξεκινά με τις μουσικές των Inti-Illimani με τις οποίες γρατζουνούσα τα αυτιά μου τη δεκαετία του ’70 με μια μικρή ομάδα φίλων από το Casignolo (περιοχή της Monza) με επικεφαλής τον πολύπλευρο και αγαπητό Piero Donati. Δεν ήμασταν τόσο κακοί. Τα όργανά μου ήταν η κιθάρα (ως συνοδεία) και το charango. Χωρίς να ξέρω να διαβάζω μουσική φυσικά, γράφει ο Gianni Beretta.

Θυμάμαι ότι πέρασα τη (πιθανώς) δεύτερη επέτειο από το πραξικόπημα της 11ης Σεπτεμβρίου 1973 σε μια συναυλία των Inti στο Arco della Pace στο Μιλάνο, κοντά στην Αρένα, ανάμεσα σε χιλιάδες ανθρώπους που τραγουδούσαν »ο λαός ενωμένος δεν θα νικηθεί ποτέ» “el pueblo, unido, jamás será vencido”.

Έπειτα έγινα καλός φίλος με τον Andrea Rivas, έναν Χιλιανό πρόσφυγα (μεταξύ των νεαρών ηγετών της Unidad Popular, της Λαϊκής Ενότητας) που διηύθυνε το Cespi-Centro Studi Problemi Internazionali του Μιλάνο και ο οποίος χρόνια αργότερα θα γινόταν διευθυντής [μου] στο Radio Popolare για μια περίοδο

Γνώρισα επίσης έναν άλλο Χιλιανό πρόσφυγα, τον Rodrigo Diaz, ο οποίος πολύ αργότερα (το 2018) ως καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Λατινικής Αμερικής, με κάλεσε στην Τεργέστη για την προβολή του τελευταίου μου ντοκιμαντέρ που έγινε για την Ελβετική Τηλεόραση, Radiotelevisione Svizzera Italiana (RSI): “Il RISARCIMENTO mons. Oscar Romero, il suo popolo e papa Francesco”, «Η ΑΠΟKATAΣΤΑΣΗ αρχιεπίσκοπος Όσκαρ Ρομέρο, ο λαός του και ο Πάπας Φραγκίσκος».

Οι Inti-Illimani βρίσκονταν περιστασιακά στην Ιταλία όταν θυσιάστηκε ο Σαλβαδόρ Αλιέντε. Και παρέμειναν εκεί αυτοεξόριστοι για όλο το διάστημα που κράτησε η δικτατορία. μέχρι την κάπως αναγκαστική «παραίτηση» του στρατηγού Αουγκούστο Πινοσέτ το 1990 (στον απόηχο των πρώτων ελεύθερων εκλογών που χάθηκαν από τη δεξιά).

Ομοίως, συνέβη οι Quilapayún να πρέπει να παραμείνουν στη Γαλλία. των οποίων ερμηνεύαμε επίσης κάποια τραγούδια. Ποιος θα το έλεγε ότι αρκετά χρόνια αργότερα θα συναντούσα τους Inti από κοντά. Ήταν το 1992 σε ένα θέατρο στο Σαν Σαλβαδόρ.

Κλήθηκαν από τον πρεσβευτή της Χιλής στο pulgarcito de las Americas για να γιορτάσουν την πρόσφατη υπογραφή ειρηνευτικών συμφωνιών μεταξύ της κυβέρνησης και των ανταρτών του Σαλβαδόρ. Στο τέλος της παράστασης μίλησα μαζί τους στα παρασκήνια και πήρα συνέντευξη από τον ιδρυτή της ομάδας Jorge Coulón, για το πολιτιστικό τμήμα της εφημερίδας il manifesto.

Όμως το απίστευτο δεν είχε συμβεί ακόμα. Λίγα χρόνια αργότερα, έχοντας προσγειωθεί στην Τοσκάνη για τη Σάντρα και αφού διάλεξα το μελλοντικό μου buen retiro, την καλή μου απόσυρση στο Anghiari χάρη στις υποδείξεις του Saverio Tutino, ανακάλυψα ότι η σύζυγος αυτού του τελευταίου, η αργεντινή γλύπτρια Gloria Argelés, δεν ήταν άλλη από τη μητέρα της Mariana. πρώην συντρόφισσας του Coulón από τον οποίο είχε δύο παιδιά (που ζούσαν μαζί της στο κοντινό Sansepolcro).

Δεν είναι τυχαίο ότι οι Inti έκαναν μια συναυλία στο Anghiari στις 2 αυγούστου, τον ετήσιο εορτασμό μνημόσυνο του Roberto Procelli (θύμα της σφαγής της Μπολόνια). Οι σχέσεις λοιπόν έγιναν ακόμη πιο στενές. Μέχρι που τον νοέμβριο του 2002 αποφασίσαμε με τη Σάντρα να γιορτάσουμε τα πενήντα της γενέθλια στη Χιλή. Θα ήταν το πρώτο μου ταξίδι στον Νότιο Κώνο των Αμερικών, Cono Sur delle Americhe. Ο Λούκα και ο Λουίτζι ήρθαν και αυτοί μαζί μας. Και φυσικά ο Jorge μας κράτησε ένα κατάλυμα στα υψώματα του Valparaiso από το οποίο κυριαρχούσε τον Ειρηνικό.

Παρακολουθήσαμε μια από τις συναυλίες τους στη Viña del Mar, προφανώς πιο μουσικά καλλιτεχνική και σχεδόν καθόλου αγωνιστική σε σύγκριση με εκείνες των προηγούμενων δεκαετιών. Το ίδιο βράδυ ο Χόρχε μας πήγε σε ένα πολύ «ανεβασμένο» δείπνο στο παραθαλάσσιο σπίτι του συγγραφέα Patricio Manns.

Την επόμενη μέρα συνεχίσαμε με το αυτοκίνητο, μόνο οι τέσσερις, για άλλη μια μεγάλη έκταση στην απέραντη λωρίδα της χώρας που απλώνεται βόρεια ανάμεσα στον Ειρηνικό και τις Άνδεις. Για να επισκεφτούμε, στη γοητευτική Vicuña, το σπίτι της βραβευμένης με νόμπελ λογοτεχνίας (1945) Gabriela Mistral, πολύ οικεία σε μένα λόγω της ευρείας λεωφόρου που της είναι αφιερωμένη στο Σαν Σαλβαδόρ. Θυμάμαι ένα ηλιοβασίλεμα στην ακτή του ωκεανού με εκατοντάδες ψαράδες πελεκάνους. Πήγαμε μέχρι τη Λα Σερένα και μετά αντιστρέψαμε την πορεία μας.

Μόλις επιστρέψαμε στο Σαντιάγο (με ανοιξιάτικο καιρό) δεν παραλείψαμε να επισκεφτούμε, με κάποια συγκίνηση, τον τάφο του Σαλβαδόρ Αλιέντε. Ο ταξιτζής που μας οδηγούσε, μισός έκπληκτος και μισός ενοχλημένος, μας επεσήμανε ότι σχεδόν μόνο εμείς οι ευρωπαίοι καταθέταμε φόρο τιμής στον πρώην σοσιαλιστή πρόεδρο σε εκείνο το κοιμητήριο.…

*

Τέσσερα χρόνια αργότερα, ο παραγωγός του περιοδικού Falò στην ελβετική τηλεόραση μου πρότεινε να διεξαγάγω μια έρευνα για τις ολοένα και συχνότερες κλοπές χαλκού στο Τιτσίνο και την Ιταλία.

Απάντησα: «αν η υπηρεσία περιλαμβάνει ένα ταξίδι στα ορυχεία του μεγαλύτερου παραγωγού χαλκού στον κόσμο (ακριβώς της Χιλής) είμαι μέσα». Η μοίρα ήθελε να φτάσω στο Σαντιάγο το πρωί της 12ης δεκεμβρίου 2006, καθώς ξεκινούσε η κηδεία του Πινοσέτ.

Μεταφέρθηκα από το αεροδρόμιο απευθείας στο γραφείο του διευθυντή της εφημερίδας oficialista La Nación (ένας δημοσιογράφος που ήταν πρώην πρόσφυγας στην Ιταλία του οποίου το όνομα δεν θυμάμαι) ο οποίος από το γραφείο του παρακολουθούσε απευθείας την κηδεία του πρώην δικτάτορα σε μια μεγάλη οθόνη. ενώ στα παράθυρα, που έβλεπαν στην πλατεία του Palacio de la Moneda, διακρίνονταν (και ακούγονταν) εκατοντάδες αριστεροί διαδηλωτές να πανηγυρίζουν. Την εποχή εκείνη πρόεδρος ήταν ο σοσιαλιστής Ricardo Lagos.

Έπρεπε να μου πάει αδυσώπητα κατ’ αυτό τον τρόπο αφού τον οκτώβριο του 1997 είχα ήδη γίνει μάρτυρας al entierro, στην ταφή μιας φιγούρας παραδειγματικά αντίθετης του χιλιανού τυράννου στη σύγχρονη ιστορία της Λατινικής Αμερικής.

Πράγματι βρισκόμουν στην Αβάνα συνοδεύοντας (τότε ως stringer) ένα συνεργείο της Tsi που έπρεπε να γυρίσει μια έκθεση για την Κούβα ενόψει του επικείμενου ταξιδιού του Πάπα Wojtyla στο νησί. Όταν τα λείψανα του Τσε Γκεβάρα έφτασαν από τη Βολιβία. ο οποίος κηδεύτηκε στην Plaza de la Revolución, στην Πλατεία της Επανάστασης και αργότερα ενταφιάστηκε στη Σάντα Κλάρα. από όπου έγραψα ένα κομμάτι για το manifesto.

Και, καθώς δεν υπάρχουν δύο χωρίς τρεις, πήρα επίσης μέρος (εισιτήριο ήδη στην τσέπη μου κι εδώ) στην κηδεία του Φιντέλ Κάστρο στα τέλη νοεμβρίου 2016, όταν με προσκάλεσαν στην πρωτεύουσα της Κούβας για να παρουσιάσω την πρωτότυπη έκδοση του ντοκιμαντέρ El Desagravio su mgr. Romero al Festival del Nuevo Cine LatinoamericanoΗ Αποκατάσταση για τον αρχιεπίσκοπο Ρομέρο Φεστιβάλ Νέου Λατινοαμερικανικού Κινηματογράφου.

Στο Σαντιάγο πιάσαμε αμέσως δουλειά και λίγες μέρες αργότερα μεταφερθήκαμε με αεροπλάνο στα βόρεια της Χιλής στη μαγική έρημο Atacama όπου βρίσκεται το ανοιχτό ορυχείο χαλκού Chuquicamata, το μεγαλύτερο στον κόσμο.

Σχολίασα με όσους μας ακολουθούσαν πώς ο Τσε το 1952, στο ταξίδι του με τη μοτοσικλέτα, είχε περάσει από εκεί και εντυπωσιάστηκε από τις ακραίες συνθήκες εκμετάλλευσης των μεταλλωρύχων. Έλαβα μια κάπως κακόβουλη απάντηση σχετικά με εκείνους τους εργάτες που, αντίθετα, θα είχαν καλέσει τον Τσε να επιστρέψει στη σέλλα και να φύγει βιαστικά.

Εξάλλου, ο οικοδεσπότης μας ήταν (και δεν μπορούσε παρά να είναι) ένας διευθυντής της Codelco, της κρατικής εταιρείας χαλκού που μας άνοιξε ευγενικά τις πόρτες της για να πραγματοποιήσουμε το ρεπορτάζ μας.

Μια εταιρεία εξόρυξης που, παρά το γεγονός ότι η Χιλή είχε εγκαινιάσει τις ιδιωτικοποιήσεις και τις υπερ-νεοφιλελεύθερες συνταγές dei chicago-boysτων αγοριών του Σικάγο στην υποήπειρο, είχε παραμείνει στα χέρια του δημοσίου ακόμη και κατά τη διάρκεια του καθεστώτος του πινοσετισμού, ακριβώς για να χρηματοδοτεί τον στρατιωτικό της μηχανισμό με πλήρη αυτονομία.

Περάσαμε ένα ευχάριστο σαββατοκύριακο στους γραφικούς χωματόδρομους του San Pedro de Atacama, αλλά όχι χωρίς να έχουμε κάνει πρώτα μια εκδρομή χωρίς ανάσα στα ύψη της ερήμου με θέα τις salares (τις αλυκές των Άνδεων).

Και τη δευτέρα πήγαμε στο ορυχείο Gaby, η κατασκευή του οποίου ήταν σε εξέλιξη εκείνη την εποχή, υπήρξε το αποτέλεσμα μιας  joint venture, μιας κοινοπραξίας μεταξύ της Codelco (51%) και της κινεζικής κυβέρνησης (49%), η οποία είχε προκαταβάλει ολόκληρο το δικό της μερίδιο επένδυσης.

Στο Σαντιάγο επισκεφτήκαμε τα κεντρικά γραφεία της Codelco και γυρίσαμε ένα διασκεδαστικό μάθημα κινεζικών σε μερικούς υπαλλήλους. Προς έκπληξή μου (αλλά συνέβαινε συχνά όταν παρουσιαζόμασταν ως ελβετική τηλεόραση) μας δέχτηκε και ο εμπορικός ακόλουθος της κινεζικής πρεσβείας και μας παραχώρησε μια συνέντευξη για τις συναλλαγές του Πεκίνου με τη χώρα των Άνδεων.

Στο τέλος, μαζί με τα βίντεο για τις κλοπές χαλκού του σπιτιού μας (που ανακάλυψα ότι κατέληγε ακριβώς στην Κίνα με επιβίβαση στο λιμάνι της Gioia Tauro) αποφασίσαμε να το τιτλοφορήσουμε “L’Oro Rosso”, ‘Ο Κόκκινος Χρυσός’.

*

Ως πρώην μεταλλουργός (που έγινε δημοσιογράφος τυχαία) και ίσως λόγω του ότι είμαι στο ζώδιο του Αιγόκερω, είχα πάντα τις ρίζες μου γερά φυτεμένες στην (υποτιθέμενη) συγκεκριμένη και υλική πραγματικότητα.

Έπρεπε να περάσω τα εξήντα χρόνια για να ανακαλύψω κάπως τη διάσταση του παραλόγου. Παρακολουθώ το Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Λοκάρνο εδώ και αρκετό καιρό τον αύγουστο. που εκείνο το 2016 είχε ως επίτιμο καλεσμένο του τον πολιτικά πολύ συγγενικό μου Κεν Λόουτς, δημιουργό του αριστουργηματικού Τραγουδιού της Κάρλας, Carla’s Song (για τη Νικαράγουα) και τον οποίο είχα την τιμή να γνωρίσω με εκείνη την ευκαιρία.

Ωστόσο, εκείνη τη χρονιά με κέντρισε πολύ περισσότερο η παρουσία του πολύπλευρου θεατρικού δραματουργού Alejandro Jodorowsky, ο οποίος τράβηξε την προσοχή μου ακριβώς λόγω της χιλιανής καταγωγής του. Μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση η παρουσίαση μιας από τις ταινίες του, La Danza de la Realidad, Ο Χορός της Πραγματικότητας, που είναι ευφάνταστα αυτοβιογραφική (με τον γιο του να παίζει εκείνον) και διαδραματίζεται στον Ειρηνικό, στην Tocopilla του, σχεδόν στα σύνορα με το Περού.

Παρακολούθησα επίσης την συμπαθητική συνάντησή του με τους «festivalieri», η οποία διήρκεσε επί μακρόν και στην οποία, εκτός από το να συστήσει τη νεαρή σύζυγό του (παλλικαρίζοντας ως κλασικός λατινοαμερικανός μάτσο στα γεράματά του, πως «του λειτουργούσε ακόμα») «πάντρεψε», “unì in matrimonio”, καθισμένος ον ένα νεαρό ζευγάρι που το είχε ζητήσει.

Προβλήθηκαν άλλες δύο ταινίες του. Έτσι που για πρώτη φορά στη ζωή μου βυθίστηκα και μετά πέταξα προς τον σουρεαλισμό…

Παραμένοντας στον κινηματογράφο, δύο άλλες μεγάλες χιλιανές ταινίες μου έρχονται στο νου, και οι δύο του Pablo Larraín: «ΟΧΙ», “NO”, που απόλαυσα το 2012 στη μεγάλη οθόνη στην Piazza Grande (στο Λοκάρνο). και, για πρώτη φορά, το «NERUDA» στο Festival del Nuevo Cine Latinoamericano, στο Φεστιβάλ Νέου Λατινοαμερικανικού Σινεμά, στην Αβάνα τον Δεκέμβριο του 2016 (όπου και εγώ με τη σειρά μου παρουσίασα το ντοκιμαντέρ για τον αρχιεπίσκοπο Romero).

*

Α, για τη Χιλή, ξέχασα, μια συνεχή παρουσία: ο μεγαλύτερος φίλος μου (συνομήλικος) Erik Flakoll (ψευδώνυμο μάχης Daniel Alegría) υποδιοικητής του Ministerio del Interior, Υπουργείου Εσωτερικών στη Νικαράγουα κατά τη διάρκεια της Revolución Popular SandinistaΛαϊκής Σαντινιστικής Επανάστασης (τώρα δημοσιογράφος και κατασκευαστής βίντεο, καθώς και καπετάνιος, skipper), γεννήθηκε «τυχαία» στο Σαντιάγο.

Η μητέρα του, η σπουδαία ποιήτρια από τη Νικαράγουα-Σαλβαδόρ, Claribel Alegría (Premio Poesia Iberoamericana 2017, Βραβείο Ιβηροαμερικανικής Ποίησης) μου έλεγε ότι στο τέλος ενός δείπνου στην Πόλη του Μεξικού με τον σύζυγό της Bud Flakoll και τον Μεξικανό συγγραφέα Juan Rulfo, κάποια στιγμή ο τελευταίος επισήμανε ότι εκείνο το βράδυ πανσέληνου θα μπορούσε να ήταν πολύ ευοίωνο στον έρωτα.

ο Daniel συνελήφθη ακριβώς εκείνο βράδυ. Παρόλο που γεννήθηκε αργότερα στη Χιλή όπου είχε μετακομίσει ο πατέρας του, αμερικανός από τις Ηπα δημοσιογράφος και διπλωμάτης. Ναι, ακριβώς η αγαπητή Claribel, μούσα μου στην έμπνευση τα τελευταία χρόνια, της οποίας το τελευταίο ποιητικό έργο ήταν το Amor sin FinΑγάπη δίχως Τέλος. Η Poesía sin FinΠοίηση δίχως Τέλος ήταν η τελευταία ταινία του Jodoroswsky.

ο Daniel μου διηγήθηκε για τις μακρές συνομιλίες με τη μητέρα του (ηχογραφημένες και τις οποίες θα πρέπει να βάλουμε σε τάξη για την επερχόμενη εκατονταετηρίδα από τη γέννησή της) στο τελευταίο τους ταξίδι μαζί σε ένα κρουαζιερόπλοιο που έκανε τον γύρο του στενού του Μαγγελάνου…

Όλη εκείνη τη νότια Χιλή, sur de Chile που ποιος ξέρει αν θα έχω ποτέ χρόνο να γνωρίσω μια μέρα (μαζί με την αργεντίνικη Παταγονία), ξέρω κάτι τις για τη νήσο (λίγο πιο πάνω) του Chiloé, για την οποίο είδα ένα ντοκιμαντέρ στην Rai ως έφηβος.

*

Δεν έχω γράψει ποτέ επαγγελματικά για τη Χιλή, έχοντας ζήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα στην Κεντρική Αμερική και ως εκ τούτου ασχολούμαι με τις χώρες της Cuenca del CaribeΛεκάνης της Καραϊβικής. Εκτός από παρότρυνση ελβετών συναδέλφων σε δύο πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις.

Η πρώτη το 2003 για την 30η επέτειο του πραξικοπήματος. Ο Cesare Chiericati με πήρε τηλέφωνο, αυτός που με είχε προσλάβει για την Tsi και για τον οποίο βρισκόμουν στην Κούβα όταν έφτασαν τα λείψανα του Τσε. Είχε προχωρήσει στη διεύθυνση (για σύντομο χρονικό διάστημα) της εφημερίδας Giornale del Popolo, μια καθολική εφημερίδα στο Τιτσίνο. και μου ζήτησε να γράψω μια ad hoc σελίδα για τη Χιλή.

Ενώ στην εφημερίδα μου, το μανιφέστο, έγραφε φυσικά η Rossana Rossanda (που του Σαλβαδόρ Αλιέντε είχε πάρει προσωπική συνέντευξη στο Σαντιάγο) και ο μαέστρος μου (παρότι δεν το ήθελε) Maurizio Matteuzzi (ιστορικός ηγέτης εξωτερικών υποθέσεων).

Ήταν το μόνο μου άρθρο για εκείνη την ελβετική εφημερίδα, που ήταν επίσης τόσο μακριά από τις πολιτικές μου ευαισθησίες. Ήταν όμως ευκαιρία να κερδίσω μεγάλη ικανοποίηση αφού στις 26 φεβρουαρίου 1990, την επομένη της εκλογικής ήττας του Μετώπου των Σαντινίστας στη Νικαράγουα, είχα το μοναδικό επαγγελματικό «ατύχημα» στην τριακονταετή συνεργασία μου με το RSI.

Στο editorial εκείνης της ημέρας, η Giornale del Popolo είχε επιτεθεί (χωρίς να αναφέρει το όνομά μου) στον ραδιοφωνικό ανταποκριτή από τη Μανάγκουα επειδή φέρεται να είχε δηλώσει ότι στη μυστικότητα της κάλπης ο λαός της Νικαράγουα είχε «πουλήσει τον εαυτό του στις Ηνωμένες Πολιτείες για ένα πιάτο φακές».

Όταν στην πραγματικότητα στο σχόλιό μου, σε ερώτηση του υπεύθυνου εξωτερικών σχέσεων του ραδιοφώνου, απάντησα ότι οι πολίτες της Νικαράγουα μεταξύ της συνέχισης του επιθετικού πολέμου των Ηπα και του gallo pinto (είναι το τυπικό τοπικό πιάτο με ρύζι και φασόλια, σαν να λέμε τα δικά μας ζυμαρικά) δηλαδή μεταξύ επανάστασης και επιβίωσης, είχαν επιλέξει τη δεύτερη.

Η δεύτερη φορά ήταν τον δεκέμβριο του 2021 στον απόηχο της νίκης στη Χιλή της αριστεράς του 35χρονου Γκάμπριελ Μπόριτς, Gabriel Boric επί του νοσταλγού πινοτσετίστα Χοσέ Αντόνιο Καστ, José Antonio Kast. Η παρακίνηση ήρθε σε μένα από τον Aldo Sofia, έναν από τους ιδρυτές του ιστολογίου από το Τιτσίνο Naufraghi/e (ο οποίος περιέργως – ανακάλυψα αργότερα – το βράδυ του αμφιλεγόμενου επεισοδίου στο Giornale del Popolo, ως διευθυντής του ελβετικού ειδησεογραφικού προγράμματος που ήταν, είχε κρατήσει μια συζήτηση απόψεων στο στούντιο).

Μια πρόσκληση που φυσικά αποδέχτηκα, ακόμη και χωρίς να είμαι ειδικός αυτής της χώρας. αλλά με το ίδιο πνεύμα με το οποίο ήρθα να γράψω αυτά τα σύντομα απομνημονεύματα για τη «δική μου» Χιλή, που με ενέπνευσε ακριβώς η επιτυχία του Μπόριτς. Ωστόσο, η εκλογική του επιβεβαίωση ήταν ιστορική, ειδικά για τη γενιά μου (εντός και εκτός της λατινοαμερικανικής χερσονήσου) η οποία, σχεδόν μισό αιώνα αργότερα, θα μπορούσε να είχε αναποδογυρίσει μια για πάντα τη θυσία του Αλιέντε, αφήνοντας στις πλάτες την εποχή ενός Πινοσέτ που (εκτός από τον ακίνδυνη περιπέτεια του στην Αγγλία) πέθανε στο κρεβάτι του με απόλυτη ατιμωρησία και εορταζόμενος από τους υποστηρικτές του.

Δυστυχώς, το εγχείρημα αποδεικνύεται εξαιρετικά κυκλωπικό για τον φτωχό Μπόριτς, ακόμη και στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Aκριβώς την ώρα που βρισκόμαστε εν μέσω εορτασμών για την 50ή επέτειο από το πολιτικό μαρτύριο του Σαλβαδόρ Αλιέντε. Η εγγονή του οποίου, Maria Inés Bussi, την οποία είχα γνωρίσει το 1985 στην Πόλη του Μεξικού, μου έκανε το μεγάλο δώρο μιας μακράς συνομιλίας (μέσω WhatsApp) στην οποία θυμήθηκε εκείνη τη συναρπαστική όσο και στη συνέχεια τραγική εποχή.

Υστερόγραφο. Είναι κρίμα που σε συζητήσεις εδώ κι εκεί αυτές τις μέρες με φίλους (και κάποιας ηλικίας), η 11η σεπτεμβρίου θυμίζει μόνο την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους το 2001 στη Νέα Υόρκη. Κάτι που θα μπορούσε επίσης να βιωθεί στη Λατινική Αμερική ως ένα είδος τιμωρίας της μοίρας εκ των υστέρων για τον καθοριστικό ρόλο που έπαιξαν οι Ηνωμένες Πολιτείες στην πτώση του Αλιέντε…

Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος contropiano.org

Διαβάστε επίσης