• 20 Απριλίου 2024,

Η Φλαμουριά

 Η Φλαμουριά

Γράφει ο  Άγγελος Τσανάκας

 

«Όταν τα όνειρα είναι πολύ έντονα, ξεπερνούν ακόμα και την πραγματικότητα.»

 

Από τις αρχές Μαΐου αρχίζουν να αχνοφαίνονται και να ξεχωρίζουν σιγά σιγά τα επιβλητικά δένδρα στη δυτική πλευρά τού θεόμορφου βουνού τού Ορφέα.

Διακρίνονται από το χρώμα τους. Φαιοπράσινο το πίσω μέρος των καρδιόσχημων φύλλων τους, βαθύ πράσινο το πάνω μέρος. Μια χαρακτηριστική διχρωμία της ποικιλίας που φύεται στην περιοχή του Παγγαίου. Σε υψόμετρο πάνω περίπου από τα εξακόσια – εφτακόσια μέτρα. Αυτοφυή.

Οι φλαμουριές. Από τα πιο όμορφα δέντρα του βουνού μας.

Το γνωστό στους κατοίκους του χωριού ως φλαμουρλούκι.

Από τα μέσα Ιουνίου μοσχοβολά όλος ο τόπος γύρω, από τα αρωματικά και πλούσια σε νέκταρ άνθη τους με τις φαρμακευτικές τους ιδιότητες.Τήλιο.

Μυρωδάτο, γευστικότατο το μέλι που παράγουν οι μελισσοκόμοι.

Μεθούν οι μελισσούλες, μαζεύοντας το νέκταρ κι ύστερα δροσίζονται και ξεδιψούν στις δροσερές πηγές, εκεί που κάποτε έσβηνε την δίψα του και ο Διόνυσος. Έτσι λένε.

 

Είναι όμως και κείνη η Φλαμουριά.

Η Φλαμουριά της μνήμης.

Αυτή που γιγαντώθηκε στο μάκρος του χρόνου, μικραίνοντάς τον την ίδια στιγμή.

Σαν χτες να ήταν.

Εκεί στο «ταφ» των δύο δρόμων ορθώνονταν η όμορφη, παράξενη και επιβλητική κατοικία. Σαν τις βίλες των παλιών Ελληνικών ταινιών ήταν. Με τις βεράντες, τους κήπους με τα παρτέρια, και με την φλαμουριά στην δεξιά άκρη τής μεγάλης καγκελόπορτας. Σήμα κατατεθέν και σημείο αναφοράς.

 

Από την κεντρική δημόσια οδό Ελευθερούπολης – Σερρών, στη διασταύρωση, στο γνωστό ως δέλτα για τους κατοίκους του χωριού, θα πάρεις τον δρόμο για το χωριό. Σαν φτάσεις στην πλατεία θα πας προς τα δεξιά, θα διασχίσεις τον κεντρικό δρόμο προς τα δυτικά και όταν φτάσεις στο δημοτικό σχολείο θα στρίψεις αριστερά και θα ανηφορίσεις περίπου για εκατό μέτρα. Έφτασες. Εκεί είναι ο τόπος της. Στα αριστερά σου θα την δεις. Την γιγαντόκορμη πανέμορφη και γεμάτη περηφάνεια, φλαμουριά.

Εκεί είναι και ο τόπος τής Φανούλας, εκεί τα όνειρά της, εκεί και όλος ο κόσμος της.

Τόσο μικρός, μα και τόσο μεγάλος.

Εκεί, και λίγο παραπάνω, πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής της και μετά τα εφηβικά και σχολικά της χρόνια.

Αμέτρητες φορές κατέβηκε και ανέβηκε τον ανηφορικό δρόμο κάνοντας σχέδια για την ζωή της, πλέκοντας τα όνειρά της. Ήθελε να τελειώσει το γυμνάσιο και να σπουδάσει. Να γίνει μεγάλη και τρανή όπως έλεγε ο παππούς της. Να ερωτευτεί, να κάνει οικογένεια. Στα μοσχοβολιστά κλαδιά τής φλαμουριάς κρεμούσε τα όνειρά της η Φανούλα, και κείνη αγέρωχη καμάρωνε. Τα όμορφα στολίδια της ήταν, σαν φωτεινά αστέρια ήταν τα όνειρα της Φανούλας. Τα πρόσεχε, τα φύλαγε, και τις κρύες μέρες του χειμώνα όταν γυμνή από την φυλλωσιά της δέχονταν τις ριπές του παγωμένου ανέμου που κατέβαινε από τις χιονισμένες κορφές του βουνού, τα αγκάλιαζε με τα κλαδιά της για να τα προστατέψει και περίμενε την ώρα που ένα ένα θα τα ξεκρεμούσε η Φανούλα.

Μάταια όμως περίμενε, άλλα ήταν τα συμπαντικά σχέδια για αυτήν.

 

Η Φανούλα είχε φύγει, δεν ήταν πια εκεί. Την πήρε από κάτω η ζωή, η φτώχεια κι η ανέχεια των γονιών της. Πήρε κι αυτή των οματιών της κι έφυγε. Μακριά πολύ πήγε. Στα πέρατα του κόσμου πήγε κι έσβησαν τα όνειρά της. Μα η ψυχή της έμεινε εκεί και κάθε φορά στα γράμματά της ρωτούσε:

«Η φλαμουριά;»

Έτσι ξεκινούσε την επιστολή της:

«Αγαπημένοι μου γονείς

Από υγεία είμαι πολύ καλά και το ίδιο επιθυμώ και διά εσάς»,

και αμέσως μετά:

«Η φλαμουριά;»

 

Χρόνια πολλά πέρασαν, κανείς δεν έμεινε από κείνους, στο σπίτι, στη γειτονιά. Έρημο, παρατημένο το σπίτι με τους κήπους. Μόνο το όμορφο δέντρο έμεινε να θυμίζει τα παλιά.

Κάπου κάπου μικρές αναλαμπές μέσα από τις φυλλωσιές του τις καλοκαιρινές ζεστές νύχτες παραξενεύουν και τρομάζουν τους περαστικούς.

 

Μια τέτοια νύχτα το περασμένο καλοκαίρι όμως, φεγγοβόλισε ο τόπος όλος.

 

Στις δέκα το βράδυ τροχοδρόμισε το αεροπλάνο τής Φανούλας στον αεροδιάδρομο της πόλης της ….

Λίγο πριν τα μεσάνυχτα έφτασε στο χωριό της. Στο σχολείο ζήτησε να κατέβει από το αυτοκίνητο. Ανηφόρισε μόνη, με τα πόδια ….. προς το σπίτι της….το πατρικό.

Σαρανταπέντε χρόνια….

Στάθηκε κάτω από την φλαμουριά…

Ιούνιος….

Μοσχοβολούσε όλη γειτονιά…..

Πήρε μια βαθιά ανάσα και κοίταξε ψηλά. Στον ουρανό, στα άστρα, είχε φτάσει το αγαπημένο της δέντρο. Φλαμουριά, όνειρα και άστρα έγιναν ένα.

 

Όλη της η ζωή έγινε μια στιγμή και ένα δάκρυ.

Ένα δάκρυ που κύλησε από τα μάτια τής Φανούλας και έγινε διαμάντι……. διαμάντι ανάλαφρο που πέταξε κι ανέβηκε ψηλά. Ανάμεσα στα όνειρά της στάθηκε και σκόρπισε σε εκατομμύρια μικρά διαμαντάκια, ολοφώτεινα….

 

Φωτίστηκε όλο το χωριό.

 

* Στη φωτογραφία, άποψη του Παλαιοχωρίου από το κάστρο.

Διαβάστε επίσης