Μαρία Καμπάνταη: 20 αληθινές ιστορίες για τη «Μαμά…»

 Μαρία Καμπάνταη: 20 αληθινές ιστορίες για τη «Μαμά…»

Τον Δεκέμβρη του 2022 κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο της Δραμινής συγγραφέως Μαρίας Καμπάνταη με τίτλο: «Μαμά…» από τις εκδόσεις Αρμός.

Η κα. Καμπάνταη είναι Ψυχολόγος και εργάζεται στο Νοσοκομείο Δράμας ενώ ήδη έχει εκδώσει ένα ακόμα βιβλίο με τον τίτλο «Ανελκυστήρας».Το βιβλίο είναι γραμμένο για τη σχέση που έχεικαθένας με τη μητέρα του.Μια σχέση θεμελιώδη, ίδια αλλά και τόσο διαφορετική όσο και οι άνθρωποι μεταξύ τους. Περιέχει αληθινές ιστορίες που αγκαλιάζουν σα μαλακό ζυμάρι όλα τα στραβά της -το άγχος, την ανασφάλεια, την επίκριση, την παραμέληση- αλλά και τις πιο συχνές απορίες μας. Χωρίς να έχει την πρόθεση διδακτισμού, το βιβλίο είναι πηγή γόνιμου προβληματισμού και λειτουργεί ως πυξίδα στην αναζήτηση του εαυτού και των ρόλων σου. Βιώματα, μνήμες και ξεχασμένες μυρωδιές διαμορφώνουν μια νοσταλγική διάθεση για τη χαμένη μας παιδικότητα, ενώ κυριαρχεί το φως ακόμη και στις πιο σκοτεινές γωνιές.

Η Μαρία Καμπάνταη γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Δράμα. Αποφοίτησε με άριστα από το Τμήμα Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και μετεκπαιδεύτηκε στη Συστημική Οικογενειακή Θεραπεία. Είναι κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος στη Διοίκηση Μονάδων Υγείας. Εργάζεται εδώ και εικοσιπέντε χρόνια ως ψυχολόγος, έχοντας αφετηρία το Κέντρο Ψυχικής Υγείας Καβάλας και συνεχίζοντας ως τώρα στο Νοσοκομείο της πόλης της. Διήγημά της δημοσιεύτηκε σε συλλογικό έργο των εκδόσεων iwrite με τίτλο «Δράμα, ιστορίες του τόπου μας».

Ένα μεσημέρι γυρνώντας από την εργασία της, κατάλαβε ότι η δουλειά της είναι πολλά επαγγέλματα μαζί. Ταμίας σε τράπεζα, όταν οι άνθρωποι, που ακούει καθημερινά, της παραδίδουν το ψυχικό περίσσευμα ή υστέρημά τους να το κλειδώσει στα συρτάρια και τη μνήμη της. Σκηνοθέτης, αφού για να μπορέσει να μπει στη θέση τους, φτιάχνει θεατρικές σκηνές στο μυαλό της με όσα της περιγράφουν. Μαγείρισσα, όταν της ζητούν συνταγές επιτυχίας ή μεταμόρφωσης. Απαντά ότι έτοιμες συνταγές δεν υπάρχουν. Μεταφράστρια, όταν μετατρέπει τη γλώσσα του συμπτώματος σε καθομιλούμενη. Φωτογράφος, γιατί θυμάται και σκέφτεται με εικόνες κι αυτό κάνει και τη ζωή και τη δουλειά πιο όμορφη. Θα μπορούσε όμως, ίσως, να ήταν και συγγραφέας και ν’ αποτύπωνε σε γραπτό λόγο αυτό που έχει μάθει μέσα από τους ανθρώπους˙ «όσο πιο απλά ζούμε τόσο περισσότερα θαύματα κάνουμε…»

Η ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΑΠΑΝΤΑ

ΕΡ: Πόσο η αόρατη κλωστή που μας συνδέει με τη μητέρα μας ορίζει τη ζωή και τους ρόλους μας;

ΑΠ: Στην αρχή δεν είναι καθόλου αόρατη. Η μητέρα μας θρέφει και μας φροντίζει και η συμβιωτική σχέση συνεχίζεται και μετά την ενδομήτριο ζωή, έχοντας και συναισθηματικά θρεπτικό ρόλο. Το είδος της θρεπτικότητας της σχέσης καθορίζει και την εικόνα του εαυτού μας. Όσο η ανταπόκρισή της και το καθρέφτισμα στο βλέμμα της μας δίνει την αίσθηση ότι αξίζουμε την αγάπη, εμπνέει σταθερότητα και αποδοχή, γινόμαστε αισιόδοξοι, πιστεύουμε στον εαυτό μας. Αν εκφράζει φόβο, απογοήτευση, αποδοκιμασία ή άγχος άρα κίνδυνο, αισθανόμαστε αμφιβολία για τις ικανότητές μας, πολλές φορές αναπτύσσουμε προσαρμοστικά τον λεγόμενο ψευδή εαυτό, αναζητώντας την αποδοχή και την ασφάλεια σε μη λειτουργικές σχέσεις. Η κλωστή γίνεται εφόδιο ή θηλιά. Όσο υπάρχει έλλειψη ή η υπερβολή τόσο ανθεκτική και επιδραστική η κλωστή. Πολλές φορές όμως το αίσθημα της θηλιάς σε κάνει να αναπτυχθείς και να δημιουργήσεις. «Λες τη μέρα να ‘ναι πιο ευδιάκριτη η κλωστή για να την κόψεις;», λέω στην ομώνυμη ιστορία μου στο βιβλίο, εννοώντας την επιδραστική της δύναμη αλλά και τη δυνατότητα της «ενηλικίωσής μας», μέσα από την ανάληψη ευθύνης, φροντίδας εαυτού και προσωπικής ανάπτυξης, πράγματα που θέλουν δουλειά αλλά δεν είναι τόσο αδύνατο να συμβούν. Η κλωστή είναι καθοριστική αλλά όχι και οριστική για την επίσης σημαντική σχέση, τη σχέση με τον εαυτό μας.

ΕΡ: Υπάρχει συνταγή για την καλή μητέρα;

ΑΠ: Συνταγή: “όταν ήμουν μικρή έκανα σαρδάμ και μεταμόρφωνα τη λέξη σε σαντιγί”. Το προτιμώ, αν συνταγή σημαίνει κάτι δοσμένο, που επιβάλλεται και πρέπει να το ακολουθήσεις πιστά, χωρίς να πάρεις υπόψιν για ποιόν… μαγειρεύεις! Ειδικά αν πρόκειται για τη σχέση με το παιδί σου. Η συνταγή είναι σχέση, εξελίσσεται. Το «συν» στη λέξη σημαίνει από κοινού. Καλή μητέρα: πιο δύσκολος όρος, βαρύς και επενδυμένος με εξιδανικεύσεις. Και όσο εξιδανικεύουμε, κάνουμε τις πραγματικές μητέρες να φαίνονται κακές. Θα προτιμούσα το επαρκής ή αρκετά καλή μητέρα, είναι πιο ανθρώπινο, πιο αληθινό. Άλλωστε κι εγώ αληθινές ιστορίες γράφω. Προτιμώ την πραγματική μητέρα με την ανθρώπινη φύση της, που δεν μπορεί να είναι πάντα διαθέσιμη, ματαιώνει κάποιες ανάγκες του παιδιού της όταν συγκρούεται με δικά της όρια -κούρασης, αξιών, στιγμών-. Βάζει όρια αλλά αγαπά χωρίς όρους, ανταλλάγματα και προϋποθέσεις, γιατί το παιδί της είναι μοναδικό, δεν είναι προέκταση του εαυτού της και από την άλλη, θυμάται να εκφράσει την αγάπη της με λόγια, ακόμη και μ’ ένα σημείωμα στην πόρτα του ψυγείου. Εξάλλου, μια πραγματική μητέρα είναι ο καλύτερος προπονητής για τις μετέπειτα σχέσεις του παιδιού της με τους πραγματικούς ανθρώπους που θα συναντήσει, και θα έχουν κι εκείνοι ελαττώματα και ανάγκες αλληλοσυγκρουόμενες με τις δικές του. Γιατί “μητέρα είναι ένας χρόνος ολόκληρος, με όλες τις εποχές του”, όπως είναι ο επίλογος του βιβλίου.

ΕΡ: Η σχέση μητέρας-παιδιού μοιάζει με τη μαγειρική;

ΑΠ: Και οι δυο έχουν υλικά, δοσολογίες, πειραματισμό, αγωνία, κατορθώματα αλλά και απογοητεύσεις. Οι διαφορετικές… υφές μετασχηματίζονται σε μια μοναδική σύνθεση. Μακάρι έτσι μοναδικό να βλέπαμε και το παιδί μας! Η πετυχημένη συνταγή στη σχέση μητέρας-παιδιού έχει στοιχεία εξατομίκευσης και αναστοχασμού. Ανάλογα με τον αποδέκτη προσθέτω και αφαιρώ, όσο κι αν κρυφοκοιτάζω στη δοσμένη συνταγή. Βασικό συστατικό η αγάπη και η αποδοχή του άλλου, αλλιώς ό, τι… ενισχυτικό γεύσης και να βάλω, δεν θα σώσω το αποτέλεσμα. Αν πέσει αλάτι στο φαγητό, το σώζω με λίγο άμυλο. Όταν περισσέψει θυμός, επίκριση, σύγκριση, απόρριψη, η σχέση μητέρας-παιδιού σώζεται; Οι ιστορίες στο βιβλίο επιμένουν ότι όλα συν-εξηγούνται, συν-διαμορφώνονται και συν-εξελίσσονται στη σχέση μητέρας-παιδιού, όπως και στη μαγειρική. Είναι ακριβώς αυτό το “συν” που κάνει τη διαφορά, λειαίνει ακόμη και την πιο αιχμηρή γωνία.

 

Διαβάστε επίσης