Μια σπαρακτική ανάρτηση της Μαρίας Τσουρή στο facebook

 Μια σπαρακτική ανάρτηση της Μαρίας Τσουρή στο facebook

Με μια σπαρακτική ανάρτηση στο facebook, ένα κείμενο γροθιά στο στομάχι όλων μας, μια γνωστή συμπολίτισσά μας επαγγελματίας, αναγγέλλει την οριστική αναστολή των εργασιών της επιχείρησής της εξαιτίας κυρίως των προβλημάτων που έφερε η κρίση.

Η Μαρία Τσουρή που υπήρξε και για αρκετά χρόνια μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Εμπορικού Συλλόγου, μια αγωνίστρια στο χώρο της αγοράς αλλά και μια καθημερινή γυναίκα με σωρό τα προβλήματα να την πιέζουν ασφυκτικά, δεν άντεξε και ξεσπά με έναν τρόπο που όχι απλά θα έπρεπε να συγκινήσει όλους μας αλλά να μας ξεσηκώσει ενάντια στις πολιτικές που μας ωθούν καθημερινά στην απόγνωση και στην εξαθλίωση.

Το συγκλονιστικό κείμενο της Μαρίας Τσουρή αναφέρει επί λέξει τα εξής:

Ευχαριστούμε καλή μας κυβέρνηση.!
Έχει μια πίκρα και ειρωνεία μαζί αυτό για μένα! Ακόμη ένα λουκέτο, πια του δικού μου και της κόρης μου μαγαζιού, μαζί με τα χιλιάδες λουκέτα που αφήνουν πίσω τους αδιέξοδα, ανεργία, κατάθλιψη, συναίσθημα αποτυχίας, ρημαγμένες σχέσεις και ζωές, ναι και μοναχικές αυτοκτονίες κι ας μην ακούγονται πολύ.
Όμως δεν είμαστε οι καθαρίστριες του Υπουργείου Οικονομικών ούτε οι «νεκροί της ΕΡΤ». Καμιά συζήτηση δεν θα γίνει για εμάς και τους ανέργους εργαζόμενούς μας.
Συρθήκαμε στα δικαστήρια από μια ιδιοκτήτρια ενός ακινήτου 25 τετραγωνικών ισογείου χώρου πώλησης και 27 τετραγωνικών χώρου εργαστηρίου, φακών επαφής, οπτομετρίας και αποθήκης. Το ξαναχτίσαμε σχεδόν από την αρχή. Παραλάβαμε στατικά προβλήματα, αρουραίους, υγρασίες. Βάλαμε το αίμα μας, ό,τι είχαμε και δεν είχαμε, δανειστήκαμε, ρισκάραμε. Στα 17 χρόνια λειτουργίας του μαγαζιού μας η ιδιοκτήτρια κέρδισε 350.000 ευρώ, η εφορία πάνω από 100.000 και χρωστάμε βέβαια, εργαζόμενοι ένσημα και μισθούς. Ενισχύσαμε τοπικές εφημερίδες και έντυπα, συλλόγους, εκδηλώσεις, τζιράραμε χιλιάδες ευρώ σε πολλούς προμηθευτές μικρούς και μεγάλους.
Ζήσαμε δουλεύοντας σκληρά χωρίς καμιά πολυτέλεια, χωρίς διακοπές, χωρίς ακόμη και την πολυτέλεια της αρρώστιας, ούτε δίπλα στο παιδί μου δεν μπορούσα να είμαι όταν γεννούσε σε ώρα λειτουργίας της αγοράς, χωρίς ν’ αποκτήσουμε οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο, (φυσικά και δεν έχουμε δικό μας σπίτι,) εξασφαλίζοντας ούτε έναν χαμηλό δημοσιοϋπαλληλικό μισθό.
Από το 2011 άρχισε η μείωση του τζίρου, ίσως μικρότερη από τον συνολικό μέσο όρο της αγοράς, όμως σιγά – σιγά γονατίζαμε. Το 2014 ήταν μια χρονιά σταθερότητας, μετά ήρθε το συριζανέλ. Οι παλινωδίες, οι κλειστές τράπεζες, ο φόβος για την έλλειψη σταθερότητας, η υπερφορολόγηση από την μεριά της κυβέρνησης, η αφέλεια μας, η εντιμότητά μας, η έλλειψη τέτοιων κερδών (όσο και να σας εντυπωσιάζει) ώστε να δημιουργηθεί απόθεμα για να στηριχθεί πια η ζημιογόνα μικρή επιχείρηση, οδήγησαν στο τέλος μας.
Εμείς λοιπόν οι κερδοσκόποι, οι φοροφυγάδες επαγγελματίες μένουμε στον δρόμο αναζητώντας δουλειά σ’ ένα δύσκολο περιβάλλον. Κι αυτό είναι το μεγάλο ζήτημα. Ευχόμουν να έκανα εγώ επαγγελματικά λάθη, δεν είναι όλοι γεννημένοι έμποροι, αλλά τότε θα έβρισκα δουλειά με μια οικονομία που θ’ άνθιζε.
58 χρονών λοιπόν με τα πρώτα μου ένσημα το 1979 και ασφαλιστική συνεχόμενη ζωή 40 χρόνων περίπου. Αλλά ανήκω σ’ αυτό το κομμάτι της Ελλάδας του κόπου, δεν έχω προνόμια και γέννησα στα 19 μου, δεν έχω ανήλικο 18 χρονών να φροντίσω, έχω εγγόνια που με χρειάζονται, αλλά αυτά είναι ψιλά γράμματα. Δεν ξέρω πότε και αν θα βγω στην σύνταξη, άλλωστε δεν μ’ ενδιέφερε ποτέ αυτό το κομμάτι, αγαπούσα την δουλειά, το μόνο που ήθελα να συνδυάζω είναι η βοήθεια στο μεγάλωμα των μωρών μας. Το μεγάλο λάθος της ζωής μου είναι πως δεν μεγάλωσα την κόρη μου με την νοοτροπία «βρες μια τρούπα να τρουπώσεις» αλλά με το “δουλειά μωρό μου, δουλειά.».
Όμως δεν μετανιώνω. Από το 1992 στην αγορά της λιανικής, μάτωσα, δεν κοιμήθηκα από άγχος για το πως θα βγουν οι υποχρεώσεις, πως θα εξυπηρετήσω καλύτερα. Εισέπραξα και μικροψυχία και αγένεια αλλά κρατώ την μεγάλη αγάπη, εμπιστοσύνη, χαμόγελο, καλά λόγια των περισσότερων. Και αυτούς τους περισσότερους πελάτες-φίλους-οικογένεια τους ευχαριστώ με όλη μου την καρδιά.
Πάντα θα χρωστάω στην αγορά. Με ξύπνησε, ξεπέρασα τις ιδεοληψίες μου, κατάλαβα πως αριστερά δεν σημαίνει ευνοούμενες ομάδες που εκβιάζεται η ψήφος τους.
Ένιωσα τι σημαίνει ανασφάλεια, άγχος καθημερινό και τι σιγουριά.
Γι’ αυτό αγαπώ τους ανθρώπους της αγοράς, τα κορίτσια που γυρνούν το βράδυ με πρησμένα πόδια από την ορθοστασία, που δεν μπορούν να πάνε εύκολα στις σχολικές γιορτές των παιδιών τους, που τα σέρνουν μαζί τους τις αργίες, που…
Να τους προσέχετε τους εργαζόμενους της αγοράς, να προσέχετε την μικρή επιχείρηση.

Διαβάστε επίσης