• 19 Απριλίου 2024,

Ο Μέγας Αλέξανδρος και η Μακεδονία ως σύμβολα ταυτότητας του Ελληνισμού

 Ο Μέγας Αλέξανδρος και η Μακεδονία ως σύμβολα ταυτότητας του Ελληνισμού

 

του Δημητρίου Κουγιουμτζόγλου

εκπαιδευτικού, φιλολόγου /αρχαιολόγου

 

Η κυβέρνηση, ακόμα και μετά το μεγαλειώδες παλλαϊκό συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης στις 21.1.2018, δείχνει να μην επανεξετάζει τη θέση της και να επιμένει στην αναζήτηση λύσης στο ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων με σύνθετη ονομασία έναντι όλων (erga omnes), επισημαίνοντας μόνο την παράλληλη αποφυγή κάθε αλυτρωτισμού. Με τη θέση αυτή η κυβέρνηση και πάλι δείχνει να αγνοεί πως το ίδιο το όνομα των Σκοπίων με τον όρο «Μακεδονία», είτε σε απλή είτε σε σύνθετη μορφή, αποτελεί ακριβώς το όχημα του αλυτρωτισμού αυτού του κράτους, ο οποίος και δεν θα παύσει, όσους δρόμους και αν μετονομάσουν. Θα δεχτούν, άραγε, οι Σκοπιανοί να απαρνηθούν τον όρο «Μακεδόνες» για να περιγράψουν την εθνότητά τους; Πολύ περισσότερο, θα αποδεχτούν πως ο Μέγας Αλέξανδρος, ο Κύριλλος και ο Μεθόδιος, οι Μακεδόνες διαχρονικά υπήρξαν Έλληνες;

Πολύ φοβάμαι πως όχι και δυστυχώς πρόσφατες  δηλώσεις περί κοινής κληρονομιάς του Μεγάλου Αλεξάνδρου μεταξύ των δύο χωρών επιβεβαιώνουν τις επιφυλάξεις μου. (1) Οι φορείς τέτοιων απόψεων δείχνουν να αγνοούν πως το όνομα «Μακεδών» και η μορφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου υπήρξαν διαχρονικά στοιχεία της ταυτότητας αλλά και του πατριωτισμού των Ελλήνων. Ας δούμε ορισμένα ενδεικτικά παραδείγματα από τα πολλά που υπάρχουν για του λόγου το αληθές:

  • Σύμφωνα με τον Αρριανό, τον πλέον αξιόπιστο ιστορικό του Μεγάλου Αλεξάνδρου, στην απαντητική επιστολή του στο Δαρείο, μετά τη μάχη της Ισσού, ο ίδιος ο Αλέξανδρος σημειώνει πως: «…οι δικοί σας πρόγονοι ήρθαν στη Μακεδονία και στην άλλη Ελλάδα και μας κακοποίησαν, χωρίς να έχουν αδικηθεί σε τίποτε προηγουμένως. Κι εγώ, αφού ορίστηκα ηγέτης των Ελλήνων και θέλοντας να τιμωρήσω τους Πέρσες, πέρασα στην Ασία, επειδή εσείς κάνατε την αρχή αυτής της αδικίας…» (2)
  • Το 211 π.Χ. η ιμπεριαλιστική δύναμη της Ρώμης, εφαρμόζοντας την τακτική του «διαίρει και βασίλευε», συνάπτει με τους καιροσκόπους Αιτωλούς το λεγόμενο «αρπακτικό σύμφωνο», προκειμένου να τους δελεάσει και να τους πάρει με το μέρος της έναντι του κυριότερου αντιπάλου που θα μπορούσε να ορθώσει ανάστημα για λογαριασμό των Ελλήνων, του βασιλείου της Μακεδονίας. Στις κρίσιμες αυτές στιγμές, ο πολιτικός εκπρόσωπος των Ακαρνάνων Λυκίσκος εκφέρει  λόγο στη Σπάρτη, που, έτσι τουλάχιστον όπως τον διασώζει ο ιστορικός Πολύβιος, αποτελεί μνημείο ενότητας του ελληνισμού απέναντι στον επερχόμενο κίνδυνο. Απαντώντας στις αιτιάσεις του Αιτωλού Χλαινέα, ο οποίος προσπάθησε να διαβάλει τη Μακεδονία, πηγαίνοντας ακόμα και πίσω στο Φίλιππο  και στον Αλέξανδρο, σημειώνει τα εξής: «(Ο Χλαινέας) με πίκρα καταφέρθηκε εναντίον του Αλέξανδρου, λέγοντας ότι όταν αυτός νόμισε ότι αδικήθηκε, τιμώρησε την πόλη της Θήβας. Αλλά για το ότι ο Αλέξανδρος εκδικήθηκε τους Πέρσες για όλα τα δεινά που έκαναν στους Έλληνες, γι’ αυτό δεν μας είπε τίποτα, ούτε για το από πόσες συμφορές μας απάλλαξε όλους, υποδουλώνοντας τους βάρβαρους και αποστερώντας τους όλες τις προσόδους, με τη χρήση των οποίων εκείνοι κατέστρεφαν τους Έλληνες, πότε στρέφοντας τους Αθηναίους εναντίον των προγόνων αυτών των ανδρών (των Σπαρτιατών), πότε τους Θηβαίους εναντίον άλλων. Και ούτε μας είπε για την Ασία που ο Αλέξανδρος υπέταξε στους Έλληνες» (3).

Είναι επομένως ολοφάνερο, πως ήδη από την αρχαιότητα, στις δύσκολες περιστάσεις του ελληνισμού, οι υποστηρικτές της ενότητας και ακεραιότητάς του έναντι μιας εξωτερικής απειλής  ανακαλούσαν και προέβαλλαν τον Αλέξανδρο ως υπερασπιστή του, ως πρότυπο βασιλιά –νικητή για λογαριασμό όλων των Ελλήνων.

  • Επίσης, ο μεγάλος Έλληνας γεωγράφος Στράβων (64 π.Χ. -24 μ.Χ.) από την Αμάσεια του Πόντου, τονίζει πως η συμμετοχή της πατρίδας του στον κοινό ελληνορωμαϊκό πολιτισμό της εποχής του οφείλεται στον Αλέξανδρο και στους Μακεδόνες (4).
  • Ο Ευσέβιος (275-339), επίσκοπος Καισάρειας, στο Βίο του Μεγάλου Κωνσταντίνου, στον οποίο επιχειρεί και μια σύγκριση του Ρωμαίου αυτοκράτορα με το Μέγα Αλέξανδρο επικρίνει το Μακεδόνα βασιλιά προκειμένου να εξυψώσει τον Κωνσταντίνο. Ωστόσο σημειώνει για τον Αλέξανδρο πως «Μακεδόνων δ’ λέξανδρον λλήνων δουσι παδες…» (5). Ο Ευσέβειος αναφέρει ξεκάθαρα ότι στην εποχή του οι Έλληνες νέοι εξυμνούσαν τον Αλέξανδρο, συνεχίζοντας μια, όπως διαπιστώνεται, μακραίωνη  παράδοση.
  • Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, περιγράφοντας το προφητικό κείμενο του Δανιήλ για τις τέσσερις βασιλείες του κόσμου στον πέμπτο Κατά Ιουδαίων λόγο του, αναφέρεται στην παραβολή, την οποία «μν προφήτης πήγγειλε, κριόν καλν τόν τν Περσν βασιλέα, τον Δαρεον, τράγον δέ τόν τν λλήνων βασιλέα, λέξανδρον λέγω τόν Μακεδόνα…», όπου βέβαια ταυτίζει τους Έλληνες με τους Μακεδόνες (6).
  • Σε μνημειακή ψηφιδωτή επιτύμβια επιγραφή που υπάρχει σήμερα στο μουσείο Φιλίππων και προέρχεται από μία εκτός των τειχών βασιλική του 6ου αιώνα, αναφέρεται η πόλη των Φιλίππων ως η πόλη «του Φιλίππου του των Μακεδόνων». Τεκμηριώνεται λοιπόν πως το εθνωνύμιο «Μακεδόνες» είχε διατηρήσει κατά τους πρώτους βυζαντινούς αιώνες την αρχαία ελληνική σημασία του συνδεδεμένο άρρηκτα με τους αρχαίους Μακεδόνες βασιλείς.
  • Ιδεολογική –πατριωτική χρήση του προσώπου του Αλέξανδρου φέρεται να έκανε ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Θ’ Μονομάχος (1042-1055). Συγκεκριμένα, ο ιστορικός Ιωάννης  Σκυλίτζης αναφέρεται σε προφητικά κείμενα, που κυκλοφορούσαν κατά τον 11ο αιώνα, εποχή εμφάνισης των Σελτζούκων Τούρκων, σύμφωνα με τα οποία «είναι πεπρωμένο να καταστραφεί το γένος των Τούρκων από τέτοιες δυνάμεις, σαν και αυτές που είχε ο Αλέξανδρος, όταν κατέστρεψε τους Πέρσες». Αυτές οι προφητείες, γράφει, ώθησαν τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο  Μονομάχο στην απόφαση   να οδηγήσει στην ανατολή εναντίον των Τούρκων  «…Μακεδονικάς δυνάμεις, ρχηγούς χούσας παντας Μακεδόνας, ν ες ν καί Βρυέννιος» (7). Είναι φανερό πως στην παραπάνω αναφορά οι σύγχρονοι του Κωνσταντίνου Μονομάχου Μακεδόνες όχι μόνο συσχετίζονται άμεσα με τους αρχαίους ως συνεχιστές της ανδρείας τους, αλλά και ταυτίζονται με τους ελληνορθόδοξους υπερασπιστές της βυζαντινής αυτοκρατορίας.
  • Γενικότερα στο Βυζάντιο ο Αλέξανδρος προβάλλεται σταθερά ως Έλληνας και βασιλιάς Ελλήνων (8) ενώ έχουμε και το παράδειγμα του Μιχαήλ Βοτανειάτη, πατέρα του αυτοκράτορα Νικηφόρου Βοτανειάτη (1078 -1081) και υπερασπιστή της Θεσσαλονίκης, ο οποίος επικαλέστηκε τον Αλέξανδρο και μια ρήση του, πριν ριχτεί στη μάχη κατά των πολιορκητών της πόλης Βουλγάρων (9). Ακόμα και στο βυζαντινό έπος λέξανδρος Βασιλεύς, 133 στίχων (αρχές 13ου ή τέλη 14ου αιώνα), που βασίζεται στη λαϊκή ψευδο-καλλισθένεια παράδοση του Βίου του Αλέξανδρου του Μακεδόνος (10) προβάλλεται ιδιαίτερα ο Αλέξανδρος ως Πανέλληνας ηγεμόνας που αναπέμπει μήνυμα ενότητας του ελληνισμού έναντι των Περσών και οι Μακεδόνες του προβάλλονται ως Έλληνες ανάμεσα στα υπόλοιπα ελληνικά φύλα (11).
  • Ο λόγιος Νικήτας Χωνιάτης, αρχές 13ου αιώνα, σε λόγο του προς τον αυτοκράτορα Θεόδωρο Α΄ Λάσκαρη της Νίκαιας, αναφέρει πως, επειδή οι Έλληνες χάρη στον Αλέξανδρο νίκησαν τους Πέρσες, τον ανακήρυξαν αθάνατο (12), ενώ και ο εγγονός του Λάσκαρη, αυτοκράτορας Θεόδωρος Β΄, καλεί τον Αλέξανδρο να σηκωθεί και να δει τα κατορθώματα του πατέρα του, αυτοκράτορα και αγίου Ιωάννη Βατάτζη (1222-1254): «Αλλά έλα εδώ βασιλιά Ελλήνων, Αλέξανδρε, εσύ που τίμησες τη βασιλεία των Ελλήνων, αναλαμβάνοντάς την εξ ολοκλήρου από την αρχή για να την οδηγήσεις πραγματικά σε μέγιστη ακμή στη συνέχεια» (13).
  • Ο Μακεδόνας βασιλιάς, στα τελευταία σκοτεινά χρόνια της τουρκικής προέλασης στο Βυζάντιο, χρησιμοποιείται πάντα ως σύμβολο για την ενθάρρυνση και τη συσπείρωση των βαλλόμενων Ελλήνων. Ο Θεσσαλονικιός λόγιος Δημήτριος Κυδώνης παροτρύνει το έτος 1345 τον Ιωάννη ΣΤ΄ Καντακουζηνό να βαδίσει εναντίον των Τούρκων με τα εξής αξιομνημόνευτα λόγια: «Αλλά βέβαια και μόνον το όνομα της Μακεδονίας προξενεί τρόμο στους βάρβαρους, γιατί θυμούνται τον Αλέξανδρο και τους λίγους Μακεδόνες που μαζί του κατέλαβαν την Ασία. Δείξε λοιπόν σ’ αυτούς, βασιλιά μου, ότι καί Μακεδόνες υπάρχουν καί βασιλιάς που διαφέρει από τον Αλέξανδρο μόνο κατά την εποχή». (14).
  • Παράλληλα, ο Αλέξανδρος προβάλλεται ως σύμβολο ταυτότητας και καταγωγής των Βυζαντινών Ελλήνων από το λόγιο Μανουήλ Χρυσολωρά στο Λόγο κατ’ επιστολήν προς τον αυτοκράτορα Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγο, που συντάσσει το καλοκαίρι του 1414:

«Ας θυμηθούμε ποιανών ανδρών απόγονοι γίναμε, αν κάποιος θα ήθελε να αναφερθεί στους προγενέστερους και αρχαιότερους, αναφέρομαι λοιπόν εγώ στους παλαιούς Έλληνες… και σε αυτούς, που κοντά σε εκείνους, έγιναν επίσης πρόγονοί μας, στους παλαιούς Ρωμαίους, απ’ τους οποίους ως σήμερα ονομαζόμαστε …έτσι ώστε να έχουμε σχεδόν αποβάλει την αρχαία μας ονομασία. Μάλλον όμως η καταγωγή μας έγκειται καί στα δύο αυτά γένη και είτε Έλληνες θα ήθελε να μας αποκαλέσει κάποιος είτε Ρωμαίους, εμείς είμαστε εκείνοι και εμείς κρατάμε από τον Αλέξανδρο και τους διαδόχους του» (15).

  • Ο Αλέξανδρος απεικονίστηκε και στη βυζαντινή τέχνη, κυρίως στην παράσταση της Ανάληψης του Μεγάλου Αλεξάνδρου ως το πρότυπο του πλατωνικού φιλόσοφου –βασιλιά και κοσμοκράτορα, αλλά και πρότυπο αρετής των χριστιανών υπηκόων για τη σωτηρία της ψυχής τους. Μάλιστα, μέσω της πολιτιστικής ακτινοβολίας το Βυζαντίου, στο πλαίσιο της οικουμενικότητας του ελληνισμού και μέσα από τις μεταφράσεις του ψευδο-καλλισθένειου Βίου του Αλέξανδρου του Μακεδόνος, ο Αλέξανδρος το μεσαίωνα πέρασε και στην τέχνη και γραπτή παράδοση και άλλων ιστορικών λαών, από την Αγγλία και την Ισπανία ως τη Ρωσία, Γεωργία, Αρμενία, στο Κοράνι, στην Περσία και ακόμη πιο πέρα (16).
  • Από τις αναρίθμητες αναφορές της εποχής της Τουρκοκρατίας, θα παραθέσω εδώ τα λόγια του Έλληνα εμπόρου στο Άμστερνταμ Ιωάννη Πρίγκου το 1768: «σήκωσε, Θεέ μου, ναν λλον λέξανδρον, ς πότε κενος τούς Πέρσας διωξε πό τήν Ελλάδα, τζι καί αυτόν τόν τύραννο νά τόν διώξη, να λάμψη πάλε η χριστιανοσύνη στούς τόπους τς Ελλάδος καθώς καί πρτα». Ο Ρήγας Φεραίος στα 1797 τύπωσε ένα μονόφυλλο με τη μορφή του Αλέξανδρου δια να φωτίση το ίδιον αυτού έθνος, σύμφωνα με όσα είπε στις αυστριακές ανακριτικές αρχές (17). Ο Κανάρης ο μπουρλοτιέρης, νέος ναύτης ακόμα, διάβαζε τη Φυλλάδα του Μεγαλέξανδρου και από τα μάτια του έτρεχαν δάκρυα, ενώ μεγάλης σημασίας είναι και το περιεχόμενο της επιστολής που στέλνουν στους Κωνσταντίνο Καρατζά και Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο οι Ναουσαίοι επαναστάτες το Μάρτιο του 1822, λίγο πριν την τελική απέλπιδα μάχη κατά των Τούρκων και το ολοκαύτωμα της πόλης τους: «Είμεθα εις μεγάλην ανάγκην…(ωστόσο) …μη αμφιβάλλητε ότι  ήρωες Μακεδόνες, απόγονοι του Αλέξανδρου, θέλομεν εξουσιάση ταχέως του τυράννου ημών» (18).
  • Κατά το 19ο αιώνα τον Αλέξανδρο αξιοποιούσε ως μορφή ακόμη και η ελληνική διπλωματία. Κατά τις ελληνοσερβικές διαπραγματεύσεις του 1866-67, που οδήγησαν σε μυστική συνθήκη συμμαχίας το Φεβρουάριο του 1867, ο Έλληνας αντιπρόσωπος Πέτρος Ζάνος προσπάθησε να πετύχει την επικύρωση των ελληνικών διεκδικήσεων στη Μακεδονία επισημαίνοντας τα ακόλουθα: «… Λησμονετε…τι Μακεδονία εναι κοιτίς το λληνισμο, τι εναι κατ’ ξοχήν ελληνική χώρα, τι τέλος πάντων η Μακεδονία εναι πατρίς το λεξάνδρου» (19).
  • Με την υπογραφή της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου (19.2.1878) μεταξύ Ρωσίας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την υπαγωγή μεγάλου τμήματος της Μακεδονίας στη «Μεγάλη Βουλγαρία», οι Έλληνες κάτοικοι της Στρώμνιτσας –στο νότιο τμήμα του σημερινού κράτους των Σκοπίων – αντιδρούν μέσω του φιλεκπαιδευτικού συλλόγου τους με γραπτή διαμαρτυρία στις 12 Μαρτίου 1878, επικαλούμενοι τη μακεδονική τους ταυτότητα –δηλαδή την ελληνική –και βέβαια το Φίλιππο και τον Αλέξανδρο:

«Ημείς οι κάτοικοι Στρουμνίσσης (Στυρουμνίτσης) δεν θέλομεν να υπαχθώμεν υφ’ οιονδήποτε σλαβικόν ζυγόν, διότι είμεθα και θέλομεν να είμεθα Μακεδόνες και σταθερόν μέλος της μεγάλης Ελληνικής Οικογενείας…Τέλος πάντων αισθανόμενοι ότι εις τας φλέβας ημών ρέει το αίμα του Φιλίππου και Αλεξάνδρου και εμπεποτισμένοι υπό των μεγάλων παραδόσεων της ενδόξου ημών προγονικής ιστορίας και υπό του αγήρου ελληνικού πολιτισμού, δεν θέλομεν να συνενωθώμεν μετά Σλαύων, προτιμώντες οιανδήποτε άλλην πεπολιτισμένην αρχήν…» (20).

Συμπερασματικά, οι παραπάνω αναφορές –και πολλές άλλες ακόμη – αποδεικνύουν πως διαχρονικά οι όροι «Μακεδονία» και «Μακεδόνες» αποτελούσαν συνώνυμα της ταυτότητας των Ελλήνων, αρχαίων, Βυζαντινών και νεότερων. Όσο για τον Αλέξανδρο αποτελεί διαχρονικά  την  κορυφαία μορφή αυτής της ταυτότητας, περηφάνιας και πατριωτισμού των Ελλήνων με συνεχείς επικλήσεις σε αυτόν και με την καταγραφή του ακόμη σε περισσότερες από εκατό νεοελληνικές παραδόσεις (21). Μια τέτοια μορφή και ένα τέτοιο όνομα, αδιάσπαστο κομμάτι της  κληρονομιάς σου, δεν το παραδίδεις σε κανέναν και δεν το διαπραγματεύεσαι.

 

Παραπομπές.

(1) Αν και υπάρχουν Σκοπιανοί οι οποίοι παραδέχονται πως δεν έχουν καμία σχέση με τον Αλέξανδρο, δες http://www.protothema.gr/politics/article/749593/telika-tinos-einai-o-megas-alexandros/

(2) Αρριανός Β΄.14.4, Αρριανός Φλάβιος, λεξάνδρου νάβασις, εισαγωγή –μετάφραση –σημειώσεις  Βασίλειος Μ. Παπαδόπουλος,  εκδόσεις Μαλλιάρης –Παιδεία, Θεσσαλονίκη 2003, αλλά και στο Ρωμαίο Κούρτιο Ρούφο, Κόϊντος Κούρτιος Ρούφος, Η Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, εισαγωγή –απόδοση – σημειώσεις Μίκογλου Χάρης, εκδόσεις Ζαχαρόπουλος, Αθήνα 1993, σελ. 179.

(3) Πολύβιος, στορίαι, 9.34, βλέπε όλο το λόγο του Λυκίσκου (αρχαία ελληνικά και αγγλικά) στη διεύθυνση:www.perseus.tufts.edu. Πληροφορίες για το ιστορικό πλαίσιο της εποχής και αποσπάσματα από το λόγο του Λυκίσκου στη νεοελληνική: http://www.imma.edu.gr/imma/history/02.html#toc015

(4) Κουλακιώτης Ηλίας, «Προσεγγίζοντας πολιτισμικές ταυτότητες στον ρωμαϊκό κόσμο: ο Μέγας Αλέξανδρος και οι άλλοι Μακεδόνες βασιλείς στις λογοτεχνικές πηγές» στο βιβλίο Μακεδονικές ταυτότητες στο χρόνο –διεπιστημονικές προσεγγίσεις, επιμέλεια Ι. Στεφανίδης, Β. Βλασίδης, Ε. Κωφός, -Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα -εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, Μάιος 2008, σελ. (120) 95-133.

(5)Το αρχαίο κείμενο προσπελάσιμο στη διεύθυνση:  http://khazarzar.skeptik.net/books/eusebius/vc/gr/01.htm

(6) Patrologia Greaca 48: 893.

(7) Κουγιουμτζόγλου Δημήτριος, Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού-Αρχαιότητα –Βυζάντιο –Νεότερη και Σύγχρονη Ελλάδα, ηλεκτρονικό βιβλίο με ελεύθερη πρόσβαση σε μορφή pdf στη διεύθυνση: http://www.saitapublications.gr/2016/11/ebook.209.html  σελ. 244.

(8) Έτσι τον προβάλλουν μια πλειάδα κορυφαίων βυζαντινών συγγραφέων, βλέπε αναφορές του Μεγάλου  Βασιλείου,  του Ιουλιανού, του Γεωργίου Αμαρτωλού, του ψευδο –Μεθοδίου, του πατριάρχη Φώτιου, του Ιωάννη Ζωναρά, του Μιχαήλ Ψελλού, του Ευστάθιου Θεσσαλονίκης, του Δημητρίου Χρυσολωρά, του Λαόνικου Χαλκοκονδύλη, του Γεωργίου Πλήθωνος Γεμιστού κ.α. (αναλυτικά σε Κουγιουμτζόγλου Δημήτριος, Ο Μέγας Αλέξανδρος… ο.π.  σελ. 227 -275).

(9) Μιχαήλ Ατταλειάτης, Ιστορία, 231, σε Ιωάνης Δ. Πολέμης (εισαγωγή – μετάφραση –σχόλια), Μιχαήλ Ατταλειάτης, Ιστορία, εκδόσεις Κανάκη, Αθήνα, 1997, σελ. 398, 400.

(10) Για το λεγόμενο Μυθιστόρημα του ψευδο-Καλλισθένη, τη μακραίωνη παράδοσή του και τη συνέχειά του κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας με τη λεγόμενη Φυλλάδα του Μεγαλέξανδρου βλέπε αναλυτικά Κουγιουμτζόγλου Δημήτριος, Ο Μέγας Αλέξανδρος…, ο.π., σελ. 164 -181, 191 -216, 350 -362, όπου και βιβλιογραφία.

(11) Έκδοση W. Wagner, Trois Poemes Grecs Du Moyen – Age, Berlin, 1881, σελ. 90, στ. 1127-1137.

(12)  Σε Σάθας Ν. Κωνσταντίνος, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, -τόμος Α΄, Βενετία 1872, σελ. 107 -108.

(13) «λλ δερο δ ναξ  λλήνων λέξανδρε, ς δ πρώην   βασιλείαν λλήνων τετίμηκας, λόκληρον μέν ταύτην ρχθεν παραλαβών, ες πίδοσιν δ μεγάλην ντως στερον ναγαγών» σε L. Tartaglia, Teodoro II Duca Lascari, Encomio dell’Imperatore Giovanni Duca[Speculum. Contributi di Filologia Classica Naples: M. D’Auria, 1990. Είναι χαρακτηριστικό πως ο Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρης, αυτοκράτορας με εκπεφρασμένη ελληνική συνείδηση, σε μια επιστολή του αναφέρεται στην κατάληψη του κάστρου της Τζέπαινας μετά από μάχη με τους Βούλγαρους, ένα κάστρο που «διαφράττει γάρ τήν Σαρδικήν μέν νθεν καί τήν Φιλίππου πόλιν πρός τούς Μακεδόνας μάς…» (σε N.Festa, Theodori Ducae Lascaris Epistulae, Firenze 1898, σελ. 281).

(14) «λλά γάρ Μακεδονίας και τονομα μόνον φρίκην  μποιε τος βαρβάροις λέξανδρον νθυμουμένοις  καί Μακεδόνων τούς λίγους τούς σύν κείνω στέξαντας τήν Ασίαν. Δεξον τονυν κείνοις, βασιλε, ς εσί καί Μακεδόνες  καί  βασιλεύς,  Αλεξάνδρου μόνω διαφέρων  τ  χρόνω». Παρόμοια αναφορά κάνει αργότερα και ο Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγος, όταν καλεί τους Θεσσαλονικείς, που η πατρίδα τους –όπως σημειώνει – είναι αυτή του Φιλίππου και του Αλέξανδρου, να υπερασπιστούν την πόλη τους ως διάδοχοί τους πολεμώντας μέχρι θανάτου τους πολιορκητές Τούρκους (αναφορές από Δεληκάρη Αγγελική, Η εικόνα της Μακεδονίας και η έννοια της «μακεδονικότητας» στους σλαβικούς λαούς της βαλκανικής κατά τη βυζαντινή περίοδο, στο βιβλίο Μακεδονικές ταυτότητες στο χρόνο, εκδόσεις Πατάκη –Ίδρυμα Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα, Αθήνα 2008, σελ.145 -146.

(15) Πρωτότυπο κείμενο σε Χ. Γ. Πατρινέλη,  Δ. Ζ. Σοφιανού (εισαγωγή), Μανουήλ Χρυσολωρά –Λόγος προς τον Αυτοκράτορα Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγο, Ακαδημία Αθηνών, 2001, σελ. 117.

(16) Αναλυτικά σε  Κουγιουμτζόγλου Δημήτριος, Ο Μέγας Αλέξανδρος… ο.π., σελ. 281 -316, 326 -349, 522 -586.

(17) Όλγα Γκράτζιου, Το μονόφυλλο του Ρήγα του 1797, άρθρο στο περιοδικό Μνήμων, τόμος όγδοος, 1980 -1982, σελ. 130-149.

(18) Ιάκωβος Δ. Μιχαηλίδης, 1821: Η Γέννηση ενός Έθνους, Γ΄ τόμος, εκδόσεις ΣΚΑΪ, Αθήνα, 2010, σελ. 57 -58.

(19) Κωφός Ευάγγελος, Αγώνες για την απελευθέρωση (1830-1912), στο «Μακεδονία – 4000 χρόνια Ελληνικής Ιστορίας και Πολιτισμού», συλλογικός τόμος, γενική εποπτεία Μ.Β. Σακελλάριος, Εκδοτική Αθηνών, 1982, σελ. 444-484.

(20) Κ. Βακαλόπουλος, Το Μακεδονικό Ζήτημα, Παρατηρητής 5η έκδοση, Θεσσαλονίκη 1993, σελ. 65 -67.

(21) Βλέπε κεφάλαιο Λαϊκή Παράδοση και Θέατρο Σκιών σε Κουγιουμτζόγλου Δημήτριος, Ο Μέγας Αλέξανδρος… ο.π., σελ. 423 -448.

Διαβάστε επίσης