Dark Mode Light Mode

Το πρότυπο του Πάνου και το παράπονο του Αριστοτέλη

 

 

Γράφει ο Χρήστος Τσελεπής

 

Αγώνες στίβου στις Σέρρες το 1985. Αλυτάρχης των αγώνων ο πρόεδρος της τοπικής επιτροπής του ΣΕΓΑΣ Καβάλας Παναγιώτης Χατζηεμμανουήλ. Υψηλός προσκεκλημένος από την Αθήνα ο ίδιος ο Κατσιμπάρδης. Ο δεκαοχτάχρονος Αριστοτέλης Χατζηεμμανουήλ τρέχει 150 μέτρα και σημειώνει πανελλήνιο ρεκόρ εφήβων. Ο πατέρας του, αλυτάρχης των αγώνων, δίνει εντολή να μετρηθεί η απόσταση. Μετριέται και βρίσκεται 149,80! Για 20 πόντους δεν αναγνωρίζεται το ρεκόρ του Αριστοτέλη, ο οποίος εκφράζει το εύλογο παράπονό του. Ο Κατσιμπάρδης συμφωνεί με το παιδί. Ο Παναγιώτης απαντά: «Φίλος μεν Πλάτων, φιλτάτη δ’ αλήθεια!». Μια φράση του αρχαίου Αριστοτέλη: «Μπορεί ν’ αγαπώ το δάσκαλό μου τον Πλάτωνα, μα πιο πολύ αγαπώ την αλήθεια…».

Δεν τον ξεπέρασε στον Παναγιώτη Χατζηεμμανουήλ ο γιος του στις ταχύτητες. Έχει ωστόσο όλα τα προσόντα για να επιχειρήσει να τον ξεπεράσει ο συνώνυμος εγγονός Πάνος Χατζηεμμανουήλ, που ήδη έχει συλλέξει πολλά μετάλλια και διακρίσεις. Έχει πρότυπο τον παππού του και αυτός παρακολουθεί από κοντά κάθε αγώνα του εγγονού του. Τον καμαρώνει και περιμένει μεγάλες χαρές από αυτόν. Να μπει με το καλό στο «παλμαρέ» των Καβαλιωτών αθλητών του στίβου, που κατόρθωσαν ν’ αναδειχθούν πρωταθλητές στους Βαλκανικούς, όπως ο δρομέας ημιαντοχής Λέων Πασή με πανελλήνιες επιδόσεις στα 800 και 1.500. Όπως επίσης οι Πανελληνιονίκες Χαρίλαος Φέσσας στα 100 (1927), Τάκης Χατζηγρηγορίου στα 400 με εμπόδια (δεκαετία του ’30), ο Γιάννης Καμπαδέλης στα 110 και στα 400 μέτρα με εμπόδια και ο Τάκης Κωνσταντινίδης στα 800 και στα 1.500 (δεκαετία του ’50), καθώς και ο Παναγιώτης Χατζηεμμανουήλ στα 100 και στα 200 (1964). Όλοι των Φιλίππων, εκτός του Κωνσταντινίδη που ανήκε στον Ηρακλή Καβάλας.

Και βέβαια πρωταθλητές σε Πανελλήνιους Γυναικών υπήρξαν η Πόπη Χάιτα του ΟΚΑΚ (200, 400, 800), η Άννα Βερούλη του ΟΚΑΚ (ακόντιο, σφαιροβολία), η Ασπασία Πότου του ΑΟΚ (1.500) και η Ελένη Τσεντεμεϊδου του ΑΟΚ (σφαιροβολία). Και φυσικά πάμπολλες ήταν οι επιτυχίες και οι διακρίσεις στις κατηγορίες παίδων, κορασίδων, εφήβων, νεανίδων. Καβαλιωτάκια που γέμισαν τις προθήκες των συλλόγων τους και τις προσωπικές του με έπαθλα πολλά.

Ο Παναγιώτης Χατζηεμμανουήλ θυμάται πως η γιαγιά Σουσάνα τον πήγαινε πιτσιρικά στην αρχαία αγορά του Λιμένα, για να παίξει δίπλα στο θεατράκι και στο βωμό του Θεαγένη. Το παιχνίδι του ήταν κατά βάση το τρέξιμο κι αργότερα, όταν έγινε εφτά – οχτώ χρονώ, δεν μπορούσε κανένας να τον ξεπεράσει. Του έλεγε η γιαγιά: «Μια μέρα θα τον περάσεις το Θεαγένη!». Κι εκείνος απαντούσε: «Ρε γιαγιά, εκείνος πήρε δύο κότινους στην Ολυμπία, αλλά στο παγκράτιο!».

Πάντα πρώτος στους αγώνες που οργάνωναν καθημερινά στην άμμο. Και στο τρέξιμο και στο απλό και στο τριπλό άλμα. Μετά τους αγώνες ανέβαιναν τροχάδην ως την ακρόπολη και το βωμό του Ηρακλή, για να ξαποστάσουν εκεί για λίγο, ατενίζοντας τη Θασοπούλα και τις απέναντι ακτές της Κεραμωτής. Και οι διακρίσεις συνεχίζονταν στις «γυμναστικές επιδείξεις», στις τσουβαλοδρομίες, στις αβγοδρομίες, στους δρόμους και τα άλματα.

Μόλις βγάζει το Δημοτικό ο μικρός Παναγιώτης το 1952 εγγράφεται στην Εμπορική Σχολή της Κομοτηνής. Εκεί γνωρίζει τον παλιό αθλητή και πρωταθλητή Βόρειας Ελλάδας με τους Φιλίππους Καβάλας Δημήτρη Κουκούτση, που τον παροτρύνει ν’ ασχοληθεί σοβαρά με τον αθλητισμό. Πράγματι το 1955 εγγράφεται στην Α.Ε. Κομοτηνής με πρωτο προπονητή τον Ηρακλή Κυριακόπουλο, μετέπειτα Διευθυντή στη Γυμναστική Ακαδημία Θεσσαλονίκης. Στα δεκαεφτά του συμμετέχει σε αγώνες, ενώ τα καλοκαίρια δούλευε σε παγοποιείο και εργοστάσιο ξυλείας με εξαντλητικά ωράρια.

Το Σεπτέμβρη του ’58, απροπόνητος, δέχεται τηλεγράφημα από την Α.Ε. Κομοτηνής: «Πέμπτη έρχεσαι στην Έδεσσα!». Ετοιμάζει βαλίτσα, άσχημος καιρός, με χίλια ζόρια φτάνει με τράτα στην Κεραμωτή και το βράδυ Θεσσαλονίκη, όπου ενώνεται με την αποστολή της ομάδας. Φτάνουν αργά στην Έδεσσα και καταλήγουν στο Ορφανοτροφείο. Η κυρα – Αθηνά, η μάνα του, του έχει βάλει στη βαλίτσα μια σακούλα καραμέλες: τις μοιράζει όλες στα ορφανά. Την άλλη μέρα 150 ορφανά στην κερκίδα τον επευφημούν. Περνάει εύκολα προκριματικά και ημιτελικά. Ο τελικός το απόγευμα: πρώτος στα 100! Έρχεται ένας συναθλητής του και του παίρνει τα παπούτσια. Εφτά αθλητές, 3 ζευγάρια παπούτσια με καρφιά! Μένει ξυπόλητος. Τον πλησιάζει ο Γιάννης Τσαούσης, σύμβουλος των Φιλίππων. Τον ρωτάει από πού είναι και φωνάζει: «Ρε Κίτσο!». Έρχεται ο Χρήστος Λάγκας, έφορος στίβου των Φιλίππων: «Ένα θασ’τούδ’ στην Κομοτηνή; Να τον φέρουμε στην Καβάλα!».

Την Κυριακή δεύτερος στα 200. Μαζί με τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας Θεμελή έρχεται και ο Αύγουστος Θεολογίτης, του απονέμουν το κύπελλο. Βουλευτής με την Ε.Ρ.Ε. ο τελευταίος, μα είχε βγάλει πολλούς αριστερούς απ’ τη Μακρόνησο και έλεγε στον Μπαλκαβά: «Βρίζε με, ρε ρουφιάνε Περικλή! Γιατί έτσι ανεβαίνουν οι μετοχές μου στο κόμμα!». Απόφοιτος πλέον της Εμπορικής Σχολής Κομοτηνής ο Παναγιώτης ζητεί και παίρνει μετεγγραφή στους Φιλίππους. Σε ένα μήνα πιάνει δουλειά στην Αυστροελληνική. Το αρχαιότερο σωματείο της πόλης (και όχι μόνο) ήταν καλά στελεχωμένο. Ο Μωύς Πεσσάχ στήριζε οικονομικά το σύλλογο. Στη διοίκηση ήταν επίσης ο Αλέκος Μαχαίρας, ο Γιώργος Κυριαζής, ο Γιώργος Βασιάδης και ο Πελαργίδης, όλοι οικονομικά ισχυροί.

Ακολουθεί για τον Παναγιώτη Χατζηεμμανουήλ μια λαμπρή πορεία στο στίβο. Σε Πανθρακικούς αγώνες 8 πρώτες, 2 δεύτερες και 3 τρίτες νίκες. Σε Παμβορειοελλαδικούς 5 πρώτες, 3 δεύτερες και μία τρίτη. Στα Κοροίβια 2 πρώτες, στα Βενιζέλεια 2 πρώτες, 2 δεύτερες, 1 τρίτη, στα Τσικλητήρεια 3 πρώτες και 1 τρίτη. Σε Πανελλήνιους Αεροπορίας 1 πρώτη, 1 δεύτερη και 2 τρίτες νίκες. Σε Πανελλήνιους Ανδρών 2 πρώτες, 1 δεύτερη, 2 τέταρτες και 2 έκτες. Σε Διεθνείς Αγώνες 2 πρώτες, 2 δεύτερες, 2 τρίτες και 2 τέταρτες. Επίσης κατέλαβε πολλές πρώτες έως και τρίτες θέσεις σε Καλαφάτεια, Ευστράτεια, Καραϊσκάκεια, Εαρινούς Πανελλήνιους και Πανελλήνιους Ορφικούς.

Το 1962 στρατιώτης και εντάσσεται στην Εθνική Ενόπλων, ενώ παράλληλα παίρνει μετεγγραφή για ένα χρόνο στην Προοδευτική. Από το Σεπτέμβρη του ’63 στον Παναθηναϊκό. Ο δρόμος για την Εθνική Ανδρών είναι ανοιχτός. Προπονητές του εκεί ο Γκιούλα Άνταλ και ο Κώστας Τσαλαμανιός. Είχε την ευτυχία, να έχει συναθλητές τον Τσακανίκα, τον Κουνάδη, τον Μαγκλάρα, τον Παπανικολάου, το Νικολαϊδη, το Γεωργόπουλο, το Ρεγκούκο. Θεωρεί ως πρότυπο αθλητή τον Νίκο Γεωργόπουλο, γιατί μόλις στα δεκαέξι του (1953) αναδείχθηκε νικητής στου Πανελλήνιους Ανδρών, ενώ ο ίδιος έγινε πρωταθλητής στα 24.

Είχε την ευτυχία να ταξιδέψει με τις Εθνικές Ομάδες στη Ρουμανία, στη Βουλγαρία, στην Ισπανία, στην Αίγυπτο. Δεν ξεχνά που 20.000 Έλληνες του Καΐρου τους υποδέχθηκαν στο αεροδρόμιο κα τους φιλοξένησαν θερμά, πηγαίνοντάς τους μέχρι το φράγμα του Ασουάν αλλά και σε όλα τα θαυμαστά απομεινάρια του αρχαίου Αιγυπτιακού πολιτισμού. Ο Χατζηεμμανουήλ συμμετέσχε συνολικά 5 φορές στην Εθνική Ανδρών, μια φορά στην Εθνική Εφήβων και 4 στην Εθνική Ενόπλων.

Στο Πανελλήνιους Ανδρών στα τέλη Αυγούστου 1964 στην Αθήνα ήρθε πρώτος στα 200 (6 βαθμοί), δεύτερος στα 100 (5 βαθμοί), έκτος στο μήκος (1 βαθμός) και 1ος στα 4Χ100 (αναλογικά 3 βαθμοί). Χάρισε, δηλαδή, στον Παναθηναϊκό 15 βαθμούς. Αν ο ίδιος ήταν ομάδα, με τους 15 βαθμούς θα έβγαινε έβδομος στη χώρα! Ο Απόστολος Νικολαϊδης του προτείνει, μετά τη λήξη της θητείας του, να μείνει στην Αθήνα, με εξασφαλισμένη θέση εργασίας στον ΟΤΕ. Η καρδιά του όμως χτυπά στην Καβάλα, όπου επιστρέφει συνεχίζοντας στην Αυστροελληνική. Τον επόμενο χρόνο (1965) νυμφεύεται την Ελένη Πετρά. Θ’ αποχτήσουν 2 παιδιά, τον Αριστοτέλη και το Γιάννη.

Ως προπονητής οδηγεί τη γυναικεία ομάδα του ΟΚΑΚ σε 3 πρώτες θέσεις (’74, ’75, ’76) με πανελλήνιο ρεκόρ συλλόγων στους Πανελλήνιους Αγώνες, με αθλήτριες όπως η Χάιτα, η Μωυσίδου, η Εμμανουηλίδου, η Παξιβάνη, η Γλυκοπούλου και η Μιχελιδάκη. Υπήρξε Αντιπρόεδρος και Έφορος Στίβου του ΟΚΑΚ (1970 – 1987), Μέλος της Διοίκησης του Εθνικού Σταδίου (1984 – 1990) και Πρόεδρος της Τοπικής Επιτροπής ΣΕΓΑΣ Καβάλας. Από το 2014 μέχρι σήμερα είναι Πρόεδρος του Συλλόγου Φίλων Κλασικού Αθλητισμού Καβάλας.

Έχει τιμηθεί το 1959 με βραβείο ήθους και αγωνιστικότητας από τους Φιλίππους Καβάλας, το 1964 με το Ασημένιο Τριφύλλι από τον ΠΑΟ, από τον ΟΚΑΚ για την προσφορά του ως προπονητή, από την Τ.Ε. ΣΕΓΑΣ για την προσφορά του στον αθλητισμό, από το Δημοτικό Μουσείο για τη δωρεά κυπέλλων, μεταλλίων, διπλωμάτων και φωτογραφιών, από τη ΔΕΠΑΝΕΚ για τη μεγάλη προσφορά του στον Κλασικό Αθλητισμό, από τους Αθλητικογράφους της Καβάλας ως πρωταθλητής Ελλάδας και το 2006 από τον ΟΚΑΚ ως παράγοντας του αθλητισμού.

Κάποτε οι αθλητές του στίβου έτρεχαν σε χωμάτινους διαδρόμους, συχνά γεμάτους με λακκούβες. Οι δρομείς στην εκκίνηση άνοιγαν τρύπες στο χώμα. Η Εθνική Ομάδα διέθετε 3 μπάλες με άμμο, 2 μπάρες για 35 αθλητές και έναν ορθοπαιδικό γιατρό, για να μετράει τους σφυγμούς!…

Προηγούμενο άρθρο

Την Τετάρτη έρχεται για μόνιμη εγκατάσταση ο Παύλος Δερμιτζάκης - Ο ΑΟΚ κινείται μεταγραφικά

Επόμενο άρθρο

Βάλε - βγάλε είναι η δουλειά ... (Η γραβάτα το χρέος και η Ελλάδα μετά τα μνημόνια)