Βασίλης Κυριλλίδης: Ο κυνισμός απέναντι στην κτηνωδία, από ανθρώπους της διπλανής πόρτας, είναι φαινόμενο τρομακτικό

 Βασίλης Κυριλλίδης: Ο κυνισμός απέναντι στην κτηνωδία, από ανθρώπους της διπλανής πόρτας, είναι φαινόμενο τρομακτικό

«Δεν με τρομάζουν οι ‘κακοί’ άνθρωποι, δέχομαι τη σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσης, με τον ίδιο τρόπο που δέχομαι αναγκαστικά και την ύπαρξη του θανάτου.

Με τρομάζουν, όμως, τα τέρατα κυνισμού και απάθειας, στα οποία μια φανατική ιδεολογία μπορεί να μεταμορφώσει καλοπροαίρετους, ακόμα και καλλιεργημένους ανθρώπους, αρκεί να παρεμβληθεί ανάμεσα στη σκέψη και τα συναισθήματά τους.» υποστηρίζει ο συγγραφέας Βασίλης Κυριλλίδης, όσον αφορά τον πόλεμο της Ουκρανίας.

Και υπογραμμίζει:

«Δεν είναι μόνο οι εφιάλτες που ξύπνησαν. Από το θόρυβο των βομβαρδισμών συνήλθε ο κόσμος μας. Κι εν μέσω μιας παγκοσμιοποιημένης τριφηλής κοινωνίας, αποδείχτηκε πως υπάρχει ακόμα το ‘Αμύνεσθαι περί πάτρης’, το ‘Υπέρ Βωμών και Εστιών’, το ‘Νυν Υπέρ Πάντων ο Αγών’. Δεν ζωντανεύουν, λοιπόν, μόνο οι μαύρες σελίδες της ιστορίας.

Ξαναγράφονται και οι νέες, λαμπρές της. Αυτή η μάχη δεν γίνεται μόνο για συνοριακές γραμμές. Η Ουκρανία είναι η γραμμή άμυνας της αξιοπρέπειας του σύγχρονου ανθρώπου, απέναντι στη πρωτόγονη θηριωδία, στον αυταρχισμό και στην υποδούλωση

Ωστόσο, στη συνέντευξη που ακολουθεί στο Liberal.gr, όσον αφορά τα στενά όρια της λογοτεχνίας, θα επισημάνει: «Ζούμε στο πιο ελεύθερο σημείο του χρόνου και στην πιο ελεύθερη γειτονιά της υδρογείου, από καταβολής κόσμου, κι ας γκρινιάζουμε συνέχεια.

Κανένας συγγραφέας σήμερα δεν αναγκάζεται να κρύβει τα σύμβολά του, εκτός κι αν αυτό εξυπηρετεί τα λογοτεχνικά του μοτίβα.» Μιλώντας βέβαια για την επιστημονική φαντασία και τον κόσμο του Φανταστικού με ό,τι αυτό συνεπάγεται, διότι: «Η επιστημονική φαντασία μπορεί να είναι δυστοπική ή ουτοπική, (σπανιότερο αυτό), αλλά δεν διεκδικεί απαραίτητα προφητικό ρόλο.

Το λογοτεχνικό αυτό είδος, όπως κι όλα τα υπόλοιπα, μπορεί να θέτει προβληματισμούς, και να διερευνά συμπεριφορές και αντιδράσεις της ανθρώπινης φύσης, την οποία όμως την τοποθετεί στο προκλητικότερο κι ευρύτερο στάδιο, ενός άγνωστου ή πρωτόγνωρου κόσμου.

Σήμερα ξέρουμε για τα καλά πως ένας πρωτόγνωρος κόσμος μπορεί να προκύψει, όχι μετά από αιώνες, αλλά τη μέρα που μας ξημερώνει.» Ναι όσον αφορά το «πρωτόγνωρο» της ζωής μας η ίδια η εποχή και η καθημερινότητά της την πλησιάζει.

Για όλα μιλήσαμε: για τη ζωή, τον πόλεμο και την λογοτεχνία. Για τα δικά του «Aztek» και «Φανταστικές ιστορίες» και τα δυο από τις Συμπαντικές Διαδρομές, καινούργια βιβλία. Και φυσικά ανταλλάξαμε και πασχαλινές ευχές.

 

-Κύριε Κυριλλίδη, με την λογοτεχνία του Φανταστικού ασχοληθήκατε εξ αρχής;

Ναι. Ως αναγνώστης δεν κάνω διακρίσεις στα είδη, κι έχω διαβάσει σαφώς περισσότερα βιβλία της ‘κανονικής΄ λογοτεχνίας, παρά της φανταστικής. Αλλά ως συγγραφέας ξεκίνησα και συνεχίζω στο είδος που ενεργοποιεί περισσότερο τη φαντασία μου, φροντίζοντας όμως να μην την αποδεσμεύω ποτέ από ρεαλιστικές συνθήκες και γήινες καταστάσεις.

-Τι είναι ο Aztec και πώς αποφασίσατε να γράψετε την «τελευταία πανδημία»;

Στον πραγματικό μας κόσμο η τελευταία πανδημία ήταν, (και παραμένει δυστυχώς), ο Covid-19. Τα επακόλουθά του, κυρίως η πολύμηνη καραντίνα, με επηρέασαν σε βαθμό που δυσκολεύομαι να αποτιμήσω. Εκείνες τις αμέτρητες μέρες της κοινωνικής απομόνωσης χαμήλωσα εντυπωσιακά τις στοίβες των αδιάβαστων βιβλίων – ποτέ δεν έχω διαβάσει τόσο στη ζωή μου. Παραδόξως, όμως, η συγγραφική μου διάθεση ατόνησε. Σε μια προσπάθειά μου να την ζωντανέψω, εκμεταλλεύτηκα το κίνητρο ενός διαγωνισμού φανταστικού διηγήματος, που, ως βραβείο, πρόσφερε μια κατοπινή έκδοση ενός ανάλογου ύφους μυθιστορήματος. Κερδίζοντας το πρώτο βραβείο στρώθηκα στη συγγραφή του ‘Aztec, Η Τελευταία Πανδημία’, αντλώντας, όπως συνηθίζω, πολλά στοιχεία της πραγματικής ζωής, για να φτιάξω μια ιστορία, η οποία – καθώς η ζωή τελευταία μάς αποδεικνύει πως όλα είναι πιθανά – ελπίζω να μην επαληθευτεί ποτέ.

-Σήμερα που η ίδια η ζωή μας μοιάζει Επιστημονική Φαντασία, υπάρχουν ιστορίες μέσα στις «Φανταστικές ιστορίες» σας που είναι σχεδόν η σύγχρονη πραγματικότητα;

Στις ‘Φανταστικές Ιστορίες’ είναι συγκεντρωμένα όλα τα διηγήματα του φανταστικού που έχω γράψει και δημοσιεύσει κατά καιρούς. Η συγγραφή των περισσότερων ήταν ένα είδος στοιχήματος για μένα, καθώς επιχείρησα να δοκιμαστώ σε πολλά είδη του φανταστικού, ακόμα και σε όσα δεν μου ήταν ιδιαίτερα προσφιλή, όπως Space Opera, Ζόμπι κλπ. Θέλω να πιστεύω πως κατέληξα σε πολύ ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Όσοι με γνωρίζουν θα θεωρήσουν πως το πιο κοντινό στην πραγματικότητα, είναι το διήγημα το οποίο αναφέρεται σ’ ένα πραγματικό ορειβατικό δυστύχημα, τα Χριστούγεννα του 1979, στον Όλυμπο, στο οποίο ενεπλάκη μια ομάδα ορειβατών, ανάμεσα στους οποίους και δυο καλοί μου φίλοι. Ωστόσο, υπάρχουν δυο ακόμα διηγήματα που βρίσκονται πολύ κοντά στην πραγματικότητα. Το ένα είναι ‘Η Κυρία Κυπαρίση’, το οποίο σχεδόν μου το διηγήθηκε αυτούσιο μια έντρομη, εκείνη τη στιγμή, φίλη μου. Το άλλο, ‘Η Επανένωση’, γραμμένο για έναν επίσης καλό μου φίλο, που έφυγε ξαφνικά, και μόνο μέσα από μια φανταστική επανένωση θα μπορούσαμε πια να ξανασυναντηθούμε. Και τα τρία αυτά διηγήματα, σε αντίθεση με το ‘AZTEC’, έχουν να κάνουν με τη δική μου, κι όχι με μια γενικότερη πραγματικότητα. Κάποιες φορές γίνομαι πολύ προσωπικός στα γραπτά μου.

-Η ενασχόλησή σας με την Ορειβασία σας φέρνει σε επαφή με άλλους ουρανούς, άλλες ατμόσφαιρες, άλλον αέρα, άλλους κόσμους, παράλληλους;

Η απάντηση στην ερώτηση είναι ο ίδιος ο ‘Μαγικός Αέρας’, ένα μυθιστόρημα κυρίως υπαρξιακής αγωνίας και παράλληλων κόσμων. Η ιστορία του εξελίσσεται κατά τη διάρκεια μιας ανάβασης σ’ ένα βουνό, το οποίο οι ήρωες το θεωρούν γνώριμο, αλλά τελικά αποδεικνύεται το ίδιο σκοτεινό και αβέβαιο, όπως το μέλλον του καθενός μας. Ίσως είναι και το μόνο ελληνικό μυθιστόρημα με κεντρικό θέμα του την ορειβασία, εγώ τουλάχιστον δεν έχω εντοπίσει άλλο.

-Πολλοί χρησιμοποίησαν την επιστημονική φαντασία (Ούρσουλα Λε Γκέην, Ταρκόφσκι, Στάνισλαβ Λεμ, Μπόρις και Αρκάντι Στρουγκάρσκι) για να πουν όσα δεν επέτρεπε η κοινωνία και η εποχή τους, πίσω από τα δικά σας διηγήματα και μυθιστορήματα βρίσκονται ανάλογα σύμβολα και κρυφά νοήματα;

Ζούμε στο πιο ελεύθερο σημείο του χρόνου και στην πιο ελεύθερη γειτονιά της υδρογείου, από καταβολής κόσμου, κι ας γκρινιάζουμε συνέχεια. Κανένας συγγραφέας σήμερα δεν αναγκάζεται να κρύβει τα σύμβολά του, εκτός κι αν αυτό εξυπηρετεί τα λογοτεχνικά του μοτίβα. (Βέβαια, οι δικαστικές περιπέτειες της Σώτης Τριανταφύλλου και του Τάκη Θεοδωρόπουλου με διαψεύδουν μερικώς, αν και με χαρά μου είδα, πως δικαιώθηκαν τελικά). Όσον αφορά τα δικά μου κείμενα, ισχύει αυτό που είπα πριν. Τα όποια σύμβολα δεν μένουν κρυμμένα από το φόβο εξωτερικών παραγόντων, αλλά επειδή η λογοτεχνία είναι μια διαδραστική διαδικασία, κι επιζητεί την ενεργητικότερη συμμετοχή του αναγνώστη. Πρόκληση, λοιπόν, να τα εντοπίζει και να τα αξιοποιεί, προς χάρη μιας πιο ουσιαστικής ανάγνωσης.

-Οι συγγραφικές εμμονές στα βιβλία σας υπάρχουν; Τις έχετε εντοπίσει;

Οι βασικές εμμονές όλων των ανθρώπων είναι ο έρωτας και ο θάνατος. Αν τα βασικά χρώματα, από τα οποία προκύπτουν όλα τα άλλα, είναι τρία, οι βασικές εμμονές του είδους μας είναι δυο. Η μίξη τους δημιουργεί μια τεράστια παλέτα συναισθηματικών αποχρώσεων και συμπεριφορικών συνδυασμών, από τις οποίες μπορούν να προκύψουν και όλες αυτές οι ατέλειωτες ιστορίες που μας περιμένουν στα βιβλιοπωλεία.

-Υπάρχουν ιστορίες σας που επαλήθευσε ο χρόνος; Στο «Χέρι του Θεού» πάει ο νους μου….

Το μυθιστόρημα αυτό αναφέρεται στην εξέλιξη της Κρυογονικής, ενός κλάδου της επιστήμης που έκανε προόδους ακόμα και κατά τη διάρκεια της συγγραφής του μυθιστορήματος. Θα μπορούσα να αναφέρω κι άλλα, αλλά νομίζω πως το στοίχημα στην επιστημονική φαντασία δεν βρίσκεται εκεί. (Ποιος συγγραφέας του προηγούμενου αιώνα πρόβλεψε την εξέλιξη του σημερινού κινητού;) Η ε.φ. μπορεί να είναι δυστοπική ή ουτοπική, (σπανιότερο αυτό), αλλά δεν διεκδικεί απαραίτητα προφητικό ρόλο. Το λογοτεχνικό αυτό είδος, όπως κι όλα τα υπόλοιπα, μπορεί να θέτει προβληματισμούς, και να διερευνά συμπεριφορές και αντιδράσεις της ανθρώπινης φύσης, την οποία όμως την τοποθετεί στο προκλητικότερο κι ευρύτερο στάδιο, ενός άγνωστου ή πρωτόγνωρου κόσμου. Σήμερα ξέρουμε για τα καλά πως ένας πρωτόγνωρος κόσμος μπορεί να προκύψει, όχι μετά από αιώνες, αλλά τη μέρα που μας ξημερώνει.

-Ο σημερινός πόλεμος στην Ουκρανία είναι στα σύνορα επιστημονικής φαντασίας; Μπορούσαμε να τον προβλέψουμε δυο τρία χρόνια νωρίτερα;

Όχι, κοιμόμασταν ύπνο βαθύ. Οι οκτώ δεκαετίες ειρήνης και ευμάρειας, είχαν ισχυρή νανουριστική επίδραση σε μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού, και αφελώς τοποθέτησαν στη σφαίρα του αυτονόητου αξίες και παραδοχές, που τώρα βλέπουμε έκπληκτοι να τίθενται σε αμφιβολία. Δυστυχώς, τα κεκτημένα που μας προσέφεραν οι προηγούμενες γενιές, καλοδεχούμενα είναι και καλοφάγωτα, σαν έτοιμες κληρονομιές, αλλά τώρα μάλλον θ’ αναγκαστούμε να δώσουμε κι εμείς τις δικές μας μάχες.

-Γιατί αυτός ο πόλεμος μας φόβισε περισσότερο;

Οι διαμάχες μεταξύ κρατών μπορεί να μην τελειώνουν ποτέ, αλλά στο δικό μας, δυτικό κόσμο, πιστέψαμε πως είχαμε ξεμπερδέψει, αποφασίζοντας να μη λύνουμε πλέον τις διαφορές μας μ’ αυτόν τον πρωτόγονο τρόπο. Ο συγκεκριμένος πόλεμος τρομάζει, αφενός γιατί ζωντανεύει έναν εφιάλτη από τον οποίο νομίζαμε πως είχαμε απαλλαγεί, όπως ακριβώς σε κάποιες ταινίες τρόμου, που στην τελευταία σκηνή η φρίκη επανέρχεται αλώβητη. Κι αφετέρου, επειδή στον συγκεκριμένο πόλεμο βλέπω να επαναλαμβάνεται η πανάρχαια σύγκρουση του πολιτισμού με την επιτιθέμενη βαρβαρότητα. Ο πόλεμος αυτός είναι διαφορετικός, γιατί διακυβεύονται οι δικές μας, ευρωπαϊκές αξίες, και όσα συνιστούν τον τρόπο της δικής μας ζωής. Τρομακτικό, βέβαια, είναι πως επανήλθε και ο κίνδυνος της πυρηνικής απειλής. Ωστόσο – κι είναι ανόσιο αυτό που λέω, εν μέσω μιας ζωντανής κόλασης – βρίσκω και κάτι θετικό σε όλη αυτή τη φρίκη. Δεν είναι μόνο οι εφιάλτες που ξύπνησαν. Από το θόρυβο των βομβαρδισμών συνήλθε ο κόσμος μας. Κι εν μέσω μιας παγκοσμιοποιημένης τριφηλής κοινωνίας, αποδείχτηκε πως υπάρχει ακόμα το ‘Αμύνεσθαι περί πάτρης’, το ‘Υπέρ Βωμών και Εστιών’, το ‘Νυν Υπέρ Πάντων ο Αγών’. Δεν ζωντανεύουν, λοιπόν, μόνο οι μαύρες σελίδες της ιστορίας. Ξαναγράφονται και οι νέες, λαμπρές της. Αυτή η μάχη δεν γίνεται μόνο για συνοριακές γραμμές. Η Ουκρανία είναι η γραμμή άμυνας της αξιοπρέπειας του σύγχρονου ανθρώπου, απέναντι στη πρωτόγονη θηριωδία, στον αυταρχισμό και στην υποδούλωση.

-Ποιο θεωρείτε το οδυνηρότερο των ημερών;

Το να βλέπω τα παγωμένα πρόσωπα και τα γυάλινα μάτια της απάθειας, στο δράμα ενός ευρωπαϊκού λαού. Η αδιαφορία και ο κυνισμός απέναντι στην κτηνωδία, από ανθρώπους της διπλανής πόρτας, είναι φαινόμενο τρομακτικό. Όχι πως ποτέ με ξεγέλασαν οι τίτλοι του ‘ανθρωπισμού’ που περιφέρουν κατά καιρούς οι διάφοροι, αλλά άλλο είναι να το ξέρεις κι άλλο να το αντικρίζεις, σε τέτοιες ακραίες συνθήκες. Δεν με τρομάζουν οι ‘κακοί’ άνθρωποι, δέχομαι τη σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσης, με τον ίδιο τρόπο που δέχομαι αναγκαστικά και την ύπαρξη του θανάτου. Με τρομάζουν, όμως, τα τέρατα κυνισμού και απάθειας, στα οποία μια φανατική ιδεολογία μπορεί να μεταμορφώσει καλοπροαίρετους, ακόμα και καλλιεργημένους ανθρώπους, αρκεί να παρεμβληθεί ανάμεσα στη σκέψη και τα συναισθήματά τους.

-Σας καθησυχάζει η λογοτεχνία; Το να γράφετε είναι για σας το αντίδοτο στο παράλογο της εποχής και τον πόλεμο; Ποιες ασχολίες σας είναι για σας Παυσίλυπον; Τα βιβλία; Το βουνό;

Όλα αυτά μου παρέχουν μια απαραίτητη διαφυγή, αλλά τον τελευταίο καιρό αυτό που με χαλαρώνει είναι η μουσική. Μ’ αρέσει τα βραδάκια να πίνω το ποτό μου, ανακαλύπτοντας κάποιο παλιό ξεχασμένο δίσκο ή συγκρότημα, που μου είχε ξεφύγει στα νιάτα μου. Ή ν’ ανακαλύπτω μια καινούργια μουσική παραγωγή, που διαψεύδει την προκατάληψή μου, ότι πια δεν γράφονται καλά τραγούδια. Γράφονται. Αδημονώ για τις συναυλίες της Beth Hart και του Nick Cave, που έρχονται το καλοκαίρι στην Αθήνα. Μεγάλα παυσίλυπα κι οι δυο τους, κι ας είναι χωμένη στα μπλούζ η πρώτη και σκοτεινιάζουν συχνά οι νότες και οι στίχοι του δεύτερου.

-Μια ευχή σας για το Πάσχα;

Υποθέτω πως είναι η ίδια μ’ αυτήν που όλοι οι άνθρωποι, αυτές τις μέρες, πρέπει να κάνουν. Κρίνοντας από τα μέχρι τώρα λεγόμενά μου, αντιλαμβάνεστε τι θα επιθυμούσα. Δυστυχώς, δεν έχει πολλές ελπίδες να πραγματοποιηθεί σύντομα η ευχή μου, δεν θα ξαναγίνει όπως πριν ο κόσμος μας, αλλά και πάλι δεν βρίσκω άλλη.

-Έχετε απαντήσει στην ερώτηση γιατί γράφετε;

Όχι και δεν νομίζω πως θ’ απαντήσω ποτέ. Ή, μάλλον, το σωστό είναι να πω πως κατά καιρούς έχω δώσει τόσο διαφορετικές απαντήσεις, που κατέληξα ότι καμιά δεν ισχύει, όχι τουλάχιστον στο διηνεκές. Όσο ενδιαφέρουσες κι αν είναι οι απαντήσεις στο γιατί γράφουμε, αυτές αλλάζουν, όπως αλλάζουμε κι εμείς με το πέρασμα του χρόνου. Η μόνη σταθερή απάντηση θα έλεγα πως είναι μια ανθρώπινη κι ευγενική ματαιοδοξία, αλλά αυτό, παρόλη την ωραιοποίηση, ηχεί κάπως πεζό, οπότε λογαριάστε σαν να μην το είπα.

Πηγή: Liberal.gr

Διαβάστε επίσης