• 26 Απριλίου 2024,

«Υπεύθυνος υποκλυσμών» του Θόδωρου Θεοδωρίδη (Με τον Στάλιν και τη Νανά Ζολά)

 «Υπεύθυνος υποκλυσμών» του Θόδωρου Θεοδωρίδη (Με τον Στάλιν και τη Νανά Ζολά)

Γράφει ο Μιχάλης Μαυρόπουλος

Εξηγούμαι ευθύς εξ αρχής: Το εν λόγω σημείωμα ουδεμίαν φιλοδοξίαν βιβλιοκριτικής ή βιβλιοπαρουσιάσεως έχει. Περιορίζεται στην εξωτερίκευση της μη ελεγχόμενης, αυθόρμητης συγκίνησης που ένοιωσε ο υπογράφων, διαβάζοντας τις. χωρίς ταμπού, γραμμές του Θόδωρου Θεοδωρίδη.
Και εγώ ο ερίφης που ξεφυλλίζοντας μια – μια τις σελίδες του πονήματος του νουβελίστα και δημοσιογράφου Θεοδωρίδη «Υπεύθυνος υποκλυσμών», εκδόσεις Μετρονόμος, ήλπιζα ότι θα ξαναζούσα εκείνο το θλιβερό απόβραδο της 5ης Μαρτίου 1953 όταν ο πατέρας μου έβγαλε από την οπίσθια τσέπη του παντελονιού του, διπλωμένη στα τέσσερα την «Αυγή» και απεφάνθη με περίλυπο ύφος:
– «Πάει κι αυτός που υπερασπίζετο εμάς, τους φτωχούς».
– «Ποιος μπαμπά;»
– «Ο Στάλιν γιε μου»

Αυτόν τον «Στάλιν» τον επονομαζόμενο από τους θαυμαστές του «ο βράχος» στον οποίο απευθύνοντο, απαινετικώς ή υβριστικώς, αναρίθμητες δίκαιες ή άδικες κριτικές των τότε θρησκευτικώς πολιτικολογούντων αριστερών, βεβαίως δεν τον γνώρισα. ¨όμως δια μέσου των γραμμών του Θεοδωρίδη απήλαυσα ένα …θηλυκό Στάλιν, ινστρούκτορα του ήρωος του συγγραφέως, που διαρκούσης της ερωτικής πράξεως και του ακολουθούντος οργασμού «επαναλάμβανε πολλές φορές σχεδόν τσιρίζοντας «Bandiera rossa trionfera» ή το «Avanti o popolo», ή τέλος το ελληνικότερον και θρηνώδες «επέσατε θύματα» εναλλακτικά με το προτρεπτικό «Εμπρός της γης οι κολασμένοι»
Και τι δεν μου θύμισαν οι αναφορές μαρξιστικών βιβλίων από την πέννα του Θεοδωρίδη, όπως π.χ. το «Στοιχειώδεις αρχές της φιλοσοφίας» του Πόλιτζερ το οποίο κρατούσα αδεξίως μα επιδεικτικώς στα χέρια μου για να εμφαίνεται καθαρώς ο τίτλος του από τις μαρξίζουσες τότε δεσποινίδες που φλυαρούσαν, ευτυχώς χαμηλοφώνως, στα παρισινά μπιστρό του Saint Germain de pres. Ήταν τα αξέχαστα χρόνια του ’60 και του ’70.
Και επειδή μου αποδίδεται στην Καβάλα το προσωνύμιο «ο Γάλλος», πώς να μην αναφερθώ στο πολύ – πολύ Γκυ ντε Μωπασανικόν «Νανά». Η ιστορία που μας διηγείται –ω πόσο επιδεξίως- ο Καβαλιώτης νουβελίστας είναι σπαρταριστή και παιγνιώδης. Τέτοια διαλογική απλότητα, φρεσκάδα και λεκτική λιτότητα δεν έτυχε να διαβάσω πολλές φορές. Τόσο με ενθουσίασε αυτός ο διάλογος ώστε τον απαγγέλλω μεγαλοφώνως για την μουσικότητά του, λίγο πριν αφεθώ στις αγκάλες του Μορφέως.
Άλλη σκηνή που με έφερε κάπου εξηνταπέντε χρόνια πίσω όταν κρυφάκουγα τις εκμυστηρεύσεις του τσομπάνη τρελο – Βαγγέλη στους αγυιόπαιδες της γειτονιάς. Αυτός ο αφελέστατος ου μην αθυρόστομος βοσκός διηγείτο με ωμές λέξεις τις κτηνοβασίες με τις κατσίκες των γειτόνων τις οποίες οδηγούσε στο δασύλλιο, όπισθεν του τότε εξοχικού κέντρου «Ακρόπολις», λίγο πιο κάτω από την εκκλησία του Προφήτη Ηλία. Μια παρόμοια σκηνή περιγράφει με συνεσταλμένη γλαφυρότητα και ο Θεοδωρίδης στο κεφάλαιο του βιβλίου του «Άγουρα χρόνια». Απελθόντα πλέον τα ήθη της πάλαι ποτέ ελληνικής επαρχίας δεν είναι ντροπή να τα υπενθυμίζει κανείς με χιούμορ και λεπτότητα.
Το ίδιο γλαφυρό είναι και το φινάλε της νουβέλας του Θεοδωρίδη όπου έρχεται η κορύφωση και η «λύσις του δράματος» αλλά αυτό πια σας το αφήνω να το ανακαλύψετε εσείς προμηθευόμενοι το βιβλίο και διαβάζοντάς το οπότε είμαι σίγουρος ότι θα το ρουφήξετε μονορούφι και απνευστί περνώντας δύο αξέχαστες, απολαυστικές ώρες.

Διαβάστε επίσης