• 25 Απριλίου 2024,

Ζήτω τα συνοικιακά μπακάλικα!

 Ζήτω τα συνοικιακά μπακάλικα!

 

Γράφει ο Μιχάλης Μαυρόπουλος

 

 

Ας λεχθεί ευθύς εξαρχής και όχι μόνον μία φορά αλλά χίλιες: το μικρό συνοικιακό εμπόριο ίδιος εκείνο που αφορά τα εδώδιμοπωλεία (μπακάλικα) και πρατήρια όχι πολυτελούς άρτου, παίζει σήμερα ένα αναντικατάστατο κοινωνικό ρόλο στη ζωής μιας γειτονιάς και στη μετάδοση ειδήσεων των κατοίκων της.

Τους λίγους καλοκαιρινούς μήνες που ενδημώ στη γενέτειρα, επισκέπτομαι ανελλιπώς, ιδίως τις πρωινές ώρες, για να αγοράσω είτε μία τυρόπιτα είτε τα λεγόμενα κριτσίνια (είδος εδώδιμων ραβδίσκων) για το πρωινό μου, θα επιθυμούσα δε σφοδρώς να αγοράσω και μία των τοπικών εφημερίδων αλλά δυστυχώς ο επιβληθείς ηλεκτρονικός υπολογιστής μου αφαιρεί αυτή την απερίγραπτη ευχαρίστηση.

Στο παρισινό προάστιο που κατοικώ πριν ή ανοίξω το internet ανοίγω το γραμματοκιβώτιο για να πάρω την καθημερινή μου εφημερίδα.

Εδώ στο μπακάλικο του Τάσου, κειμένου μεταξύ Κάτω Λαζέικων και Καραμανλήδικων, η τροφοδοσία μου όχι μόνο σε τοπικές αλλά και εθνικές και διεθνείς ειδήσεις είναι ο εν λόγω εδωδιμοπώλης που ήδη τακτοποιώντας επιμελώς τα ζαρζαβατικά του, μου κάνει μία σύντομη και περιεκτική επισκόπηση των νέων της ημέρας

Πού τις έμαθε; Μα ασφαλώς από τις συζητήσεις του με τους άλλους πρωινούς πελάτες, τους έχοντες μία κάποια ηλικία, ενδιαφέρονται ακόμη και για τα διεθνή θέματα. Έτσι έμαθα, πριν ανοίξω το ραδιόφωνο, για την αποπομπή του Νο 1 της εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ Τζορτζ Μπόλτον ή ακόμη και τα της κηδείας του Μαχαιρίτσα που αγνοούσα την επίδραση που είχε στην Ελλάδα

Τον Τάσο τον γνώριζα από παλιά, τότε που νέος εγώ, ενδιαφερόμουν εν μέρει για το ποδόσφαιρο (Αεκτζής εγώ Αεκτζής και αυτός) τα λέγαμε. Πολύ αργότερα τον συνάντησα στο αεροδρόμιο των Σπάτων. Επέστρεφε με τη συμβία του από πού νομίζετε; Από την πόλη του φωτός και χωρίς βαρύγδουπες εκφράσεις εξέφρασε τον ενθουσιασμό του για το μουσείο του Λούβρου ή για εκείνο του Ορσέ. Χωρίς μεγαλεπίβολες λέξεις, μου έδωσε να καταλάβω ότι για αυτόν η κουλτούρα ήταν πηγή ευδαιμονίας Αυτή η ευδαιμονία συνοδεύεται πάντοτε από μία αυθόρμητη τάση εξυπηρέτησης των πελατισσών του που έχουν δυσκολίες να μετακινηθούν. Καβαλικεύει τη μηχανή του φορτώνοντας τις παραγγελίες και μεταβαίνει εκεί που του το ζήτησαν.

Δεν θα δείτε στο μαγαζί του τη μικρή αλλά ευδιάκριτη ταμπελίτσα «επί πιστώσει δεν δίνουμε:»

Στο άλλης εποχής τεφτέρι του σημειώνει τα αγορασθέντα είδη επί πιστώσει. Ξέρει ότι οι πελάτισσές του δεν θα τον ξεχάσουν.

Και πώς να μην θυμηθώ ένα άλλο αποθανόντα μπακάλη της γειτονιάς τον κύριο Θεμιστοκλή που σάλιωνε το μολύβι του για να σημειώσει τα είδη που οι καπνεργάτες αγόραζαν όλο το χειμώνα και μόλις άνοιγαν τα καπνομάγαζα, τα πρώτα βδομαδιάτικα πήγαιναν στο συρτάρι του κυρ Θεμιστοκλή του Αρβανίτη.

 

Με το πρόσφατο άνοιγμα των σχολείων (δημοτικών) παρέστην σε μία σκηνή που μου επιβεβαίωσε ότι η διδαχή της παιδικής συμπεριφοράς μπορεί να γίνεται όχι μόνον μέσα από τα βιβλία Αλλά και από τις αυστηρές μεν αλλά γλυκομίλητος επεμβάσεις των μεγάλων, εν προκειμένω του Τάσου.

Ένα σμήνος σχολιαρόπαιδων τον κατέφθασε στο μπακάλικό του και μη σεβόμενα την σειρά άλλων πελατών εναπόθεσαν στον πάγκο του ταμείου του τα διάφορα γλειφιτζούρια για να πληρώσουν. Οι άλλοι πελάτες δυσφόρησαν αλλά δεν είπαν τίποτα. «Παιδιά είναι», σκέφτηκαν. Παιδιά μεν ανυπόμονα και αγνοούν τους άλλους αγοραστές δε, οπότε με χαμόγελο αλλά αυστηρό τρόπο ο Τάσος τους λέει: «ο καθένας με τη σειρά του παρακαλώ». Τα σχολιαρόπαιδα υποχώρησαν και οι υπόλοιποι παρόντες συνεχάρησαν τον μπακάλη παιδαγωγό.

Είναι το τελευταίο χαροποιό συναίσθημα που αποκομίζω από τη γενέτειρά εγώ που δεν φείδομαι κριτικής για την τραχιά συμπεριφορά των νέων συμπολιτών μου τους δικαιολογώ λόγω δεκαετούς οικονομικής και συνεπώς καθολικής κοινωνικής κρίσεως.

Διαβάστε επίσης