Dark Mode Light Mode
Το 2ο Γυμνάσιο Καβάλας ευχαριστεί
Ο Χρήστος Κεραμίδης καλεσμένος στο 16ο Δημοτικό
Κολόνα ρεύματος γέρνει!

Ο Χρήστος Κεραμίδης καλεσμένος στο 16ο Δημοτικό

Πριν λίγες μέρες ο συμπολίτης ποιητής κ. Χρήστος Κεραμίδης είχε ενδιαφέρουσα συνάντηση με εκπαιδευτικούς και μαθητές του 16ου Δημοτικού. Εκεί μεταξύ άλλων είπε τα εξής:

Θέλω να ευχαριστήσω τον διευθυντή του 16ου Δημοτικού Σχολείου, Κωνσταντίνο Βλαστάρη, τη συντονίστρια της σημερινής εκδήλωσης φιλόλογο, Ελένη Ιωαννίδου, τα παιδιά του Σχολείου για το μεγάλο ενδιαφέρον που έδειξαν με τα κολάζ και τις απαγγελίες τους, τον μουσικό και δάσκαλο του Ωδείου, Αλέξη Παρισίδη, για την τιμητική παρουσία του, καθώς και τον Νίκο Σωτηρέλη για τη δημιουργία της αφίσας και τη μουσική του επιμέλεια.

Επίσης, ευχαριστώ θερμά τους γονείς και τους συμπολίτες μας που ήρθαν εδώ και βρίσκονται μαζί μας. Και ξεκινώ: Η ποίηση γεννιέται στη ψυχή του ποιητή, όταν βρεθεί απόλυτα ελεύθερη στην πιο σιωπηλή της ώρα.

Και τότε η έμπνευση, το νόημα και οι στίχοι έρχονται στην επιφάνεια, δίνοντας στην τάξη των λέξεων τη μία και μοναδική τους θέση, την ιδανική, αντιγράφοντας με τον τρόπο αυτό το μυστήριο και τη μουσικότητα της δημιουργίας.

Από μικρό παιδί με γοήτευε η μελωδία των λέξεων, που έβγαινε από τα ομηρικά έπη της Ιλιάδας και Οδύσσειας· η μουσική των στίχων της Σαπφούς, του Πίνδαρου, του Αρχίλοχου, του Ρωμανού του Μελωδού.

Ποίηση είναι οι ψίθυροι της ανθρώπινης ψυχής. Μεγαλώνει τις στιγμές. Ενεργεί ανασχετικά στη βιαστική σκιά του χρόνου. Δίνει νόημα στο ψυχρό κι αδιάφορο σύμπαν που μας περιβάλλει, στο σύμπαν που ήρθαμε έτσι τυχαία κι απροσδόκητα.

Μας οδηγεί στο καινούργιο κι ανεπανάληπτο. Μας εκπλήσσει και μας καθηλώνει. Αποφεύγει τις λεπτομερείς αναλύσεις· συγγενεύει με τη μουσική. Δεν έχει μέσα της τη νοσταλγία μόνο ή τον έρωτα ή την κοινωνική και πολιτική σκέψη. Τα έχει όλα.

Δυστυχώς, σήμερα υπάρχουν πολλά ποιήματα που δεν απευθύνονται σε κανέναν. Δεν επικοινωνούν· δεν έχουν τις πηγές τους στην καρδιά. Συχνά, καταντά μια επίδειξη λόγου χωρίς ουσία, ένα ψυχρό κι άμουσο εγκεφαλικό κατασκεύασμα.

Αυτό όμως δεν σημαίνει, για να είμαστε δίκαιοι, ότι δεν υπάρχουν φορές που μένουμε κατάπληκτοι σε ορισμένα ακατανόητα αλλά τόσο μουσικά ποιήματα. Αν μέσα στο ποίημα υπάρχει κάτι ψεύτικο, αποκαλύπτεται αμέσως από τον ήχο του, όπως στα κάλπικα νομίσματα.

Από τους αρχαίους ακόμη χρόνους, η πατρίδα μας ήταν μια φτωχή χώρα με απέραντο ανάπτυγμα θαλάσσιων ακτών και συμπλέγματα εκατοντάδων νήσων. Το μόνο που παρήγαγε ήταν πολιτισμός και παιδεία.

Όμως, σ’ αυτούς τους στεγνούς και μικρόψυχους καιρούς που ζούμε, αναρωτιέμαι τί χρειάζονται οι ποιητές; Λίγοι είναι οι άνθρωποι που τους αναγνωρίζουν και θεωρούν πολύτιμο το έργο τους.

Η ελληνική γλώσσα είναι μια παλιά γλώσσα και θεωρείται ονοματοποιός. Έδωσε ονόματα στον ουράνιο και γήινο κόσμο μέσα από τους ήχους και τα συστατικά της ζωής, όσο τα τοπία ήσαν ακόμη παρθένα κι απείραχτα.

Όσο μεγαλύτερη φαντασία και ευαισθησία έχει ένας άνθρωπος τόσο πιο εύκολα την κατανοεί. Οι ανύποπτοι άνθρωποι καθώς και τα παιδιά με τη δική τους αθωότητα είναι πολύ πιο κοντά της.

Η ποίηση αρχίζει να μπαίνει μέσα τους από τη στιγμή που αγαπούν αυτό που ακούν ή βλέπουν, χωρίς να αισθάνονται την ανάγκη να το κατανοούν. Πάντοτε κρύβει μέσα της το μυστήριο, ακόμη κι όταν νομίζουμε πως είναι απλή.

Δεν στοχεύει τόσο στην κατανόηση όσο στη μεταφορά συναισθημάτων. Όλα ξεκινούν από το βαθύ συναίσθημα της ψυχής, που συναντιέται ξαφνικά με τη σκέψη και τις υπέροχες λέξεις που την ακολουθούν.

Το «ωραίο» είναι πάντα παράξενο. Το παράξενο που κάνει το ποίημα ωραίο, σωστό κι απόλυτα γυμνό. Δεν μπορεί να υπάρξει όταν δεν ανυψώνεται η ψυχή. Όταν δεν έχει μέσα της το απροσδόκητο, την έκπληξη, το ξάφνιασμα και την ομορφιά.

Αποκαλύπτει το πρόβλημα της περιπέτειας και της μοίρας του δυστυχισμένου ανθρώπου. Από τις αναμνήσεις της παιδικής μας ηλικίας, από τη μοναξιά, από τη σκληρότητα της ζωής βγαίνουν όλες μας οι ποιητικές αλήθειες τις οποίες και καταγράφουμε.

Δεν γράφουμε δυσνόητα, αρνούμαστε τους περιττούς συμβολισμούς, γιατί ξέρουμε πολύ καλά πως η ίδια η ζωή είναι πολύ πιο παράξενη και απρόβλεπτη απ’ αυτούς. Συνάντησα ένα παιδί τυφλό.

Με ρώτησε πως ήταν ο ήλιος και τον περιέγραψα. Με ρώτησε πως ήταν η θάλασσα και την περιέγραψα. Με ρώτησε πως ήταν ο κόσμος και κλαίγοντας, τον επινόησα… Jim Morrison (Τζέιμς Μόρρισον)

Και το ποίημα από τη στιγμή της δημιουργίας του δεν ανήκει ούτε στον δημιουργό του. Ο καθένας μπορεί να το κάνει δικό του, παίρνοντας απ’ αυτό οτιδήποτε τον συγκινεί και τον αφορά άμεσα.

Η τέχνη αυτή προκαλεί συγκίνηση, χρησιμοποιώντας το παιχνίδι των λέξεων. Είναι μυστηριώδης όπως και η μουσική – ίσως και περισσότερο. Είναι ένα πάθος, απομακρυσμένο από το κατασκευασμένο ψέμα. Μια μορφή ευτυχίας –ίσως η μεγαλύτερη.

Είναι η Ιθάκη που είδε ο Οδυσσέας, η αιώνια χλωρή και ταπεινή. Η Ιθάκη που είδε και δάκρυσε. Ο πεζός λόγος δεν μπορεί να γίνει ποίημα. Δεν ταιριάζει στη γλώσσα μας. Μπορεί να είναι χαριτωμένος, ευρηματικός, ευφυής· δεν είναι όμως ποίημα.

Δεν υπάρχει ορισμός για την ποίηση, που να έχει γενική αποδοχή. Όλα «παίζονται» σ’ αυτήν κι ανατρέπονται. Λέμε, Ποίηση είναι η προσευχή που αγγίζει τον προορισμό της … το παραμιλητό … οι ψίθυροι στη νύχτα! Θα μπορούσαμε να πούμε κι άλλα πολλά.

Μας ρωτάνε αν, στο φανέρωμά της, λειτουργεί περισσότερο το συναίσθημα από τη λογική. Απαντούμε! Η αληθινή ποίηση κινείται ανάμεσα στους δύο αυτούς πόλους. Είναι κατάθεση ψυχής και σπάνια. Γεννιέται εκεί όπου δεν υπάρχει τίποτα.

Είναι μια τέχνη με εκφράσεις που προκαλούν κατάπληξη και κρύβουν μέσα τους την πιο βαθιά θρησκευτικότητα. Μια τέχνη που την ακούς, όπως έμαθες ν’ ακούς από μικρός τους κελαηδισμούς των πουλιών.

Η νοσταλγία σε μένα έπαιξε ρόλο καθοριστικό. Ο τόπος που γεννήθηκα, έτσι όπως τον κατέγραψε η παιδική μου ψυχή. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στον παλιό συνοικισμό της Παναγίας. Πάνω από το Ιμαρέτ. Οδός Ερμιόνης 23, πρώτη πάροδος.

Ένα πλοίο που σας ταξιδεύει Και ο Δάσκαλος μας έλεγε: «Πίσω μας, η βυζαντινή εκκλησιά της Παναγιάς με τον αυλόγυρο της γιομάτο πεύκα. Από κάτω ο γκρεμός με το Βαθάκι. Εκεί κάνατε βουτιές τα καλοκαίρια.

Το σχολείο σας είναι το 7ο Δημοτικό. Από τα θρανία βλέπετε μόνο θάλασσα, καράβια και το νησί Θάσος. Ένα πλοίο είναι που σας ταξιδεύει. Θα το θυμάστε, όπως και τα λόγια μου, σε όλη σας τη ζωή!»

«Είχαμε φύγει από τα στενά, τη Μάδυτο, το 1915 και κατόπι, το 1924, απ’ την Πόλη. Από δυο πατρίδες! Για το σπίτι εξάλλου, που θα μας έδιναν, μια μονοκατοικία απ’ αυτές που κτίζανε, είχαμε πολύ κουβεντιάσει με τη μάνα.

Θα τη βάφαμε άσπρη, ολόασπρη και γύρω γύρω θα βάζαμε δέντρα. Και γλάστρες. Όπως στη χαμένη πατρίδα.» Φώτης Πρασίνης, συγγραφέας πρόσφυγας που έζησε στη γειτονιά σας.

Απρόσμενη δοξαριά. Απρόσμενη της λύρας δοξαριά ακούστηκε στη νύχτα, αναστατώνοντας την ψυχή μου. Κι έφερα στον νου τον πατέρα μου να φεύγει από την Τραπεζούντα με βαπόρι σκοτεινό για να ρθει στην πόλη όπου γεννήθηκα.

Αποσκευές του: οι λέξεις –οι ελληνικές–, το μικρό εικόνισμα της Παναγίας και κείνο το σχισμένο λευκό υποκάμισο. Σας ευχαριστώ.

*Σε ανάρτηση του ο διευθυντής του σχολείου Κώστας Βλαστάρης αρκέστηκε να προσθέσει: «Το μεγαλύτερο μερίδιό μας στη ζωή είναι αυτό που χαρίσαμε”‘… Ένας Καβαλιώτης ποιητής, στόλισε το σχολείο μας! Αντίδωρό μας, η δημιουργική συμμετοχή των παιδιών!».

Προηγούμενο άρθρο

Το 2ο Γυμνάσιο Καβάλας ευχαριστεί

Επόμενο άρθρο

Κολόνα ρεύματος γέρνει!