• 25 Απριλίου 2024,

Τετάρτη 13 Δεκεμβρίου 1967

 Τετάρτη 13 Δεκεμβρίου 1967

 

Σαν σήμερα, στις 13 Δεκεμβρίου του 1967, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος αποφάσισε, κάπως καθυστερημένα είναι αλήθεια, να αντιδράσει στην επιβολή του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου 1967 και στους στρατιωτικούς που το σχεδίασαν και το εκτέλεσαν.

Όμως «κάθε πράγμα στον καιρό του» όπως λέει και ο λαός. Αφού δεν αντέδρασε στην ώρα του και από την αρχή που εκδηλώθηκε το πραξικόπημα αλλά συναίνεσε και μάλιστα όρκισε την κυβέρνηση των παραξικοπηματιών την 21η Απριλίου, τότε ήταν πλέον πολύ αργά.

Έτσι δεν κατάφερε να πάρει το στρατό με το μέρος του και αφού ήρθε στην Καβάλα προσπαθώντας να κινητοποιήσει από εδώ τους φιλικά προσκείμενους (υποτίθεται) προς το στέμμα αξιωματικούς, απέτυχε και έφυγε νύχτα, άρον – άρον με τη οικογένειά του, από το αεροδρόμιο του Αμυγδαλεώνα για τη Ρώμη και από τότε ουσιαστικά έπαψε η Ελλάδα να έχει βασιλιά. Αργότερα και συγκεκριμένα τον Δεκέμβριο του 1974, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ξεκαθάρισε οριστικά το πολιτειακό στην Ελλάδα με σχετικό δημοψήφισμα.

Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία Καβαλιώτες θυμούνται τα γεγονότα, ωστόσο αυτά περιγράφονται τόσο από τον ίδιο τον Κωνσταντίνο στο τρίτομο βιβλίο του «Βασιλεύς Κωνσταντίνος, χωρίς τίτλο», όσο και από την δημοσιογράφο Αλεξάνδρα Στεφανοπούλου στο βιβλίο της «13 Δεκεμβρίου 1967» στο οποίο παραθέτει πολλές λεπτομέρειες και αναλυτικές περιγραφές των γεγονότων εκείνης της ημέρας.

Γλαφυρή είναι όμως και η παράθεση των γεγονότων όπως τα περιγράφει ο Παναγιώτης Αναστασιάδης που εργαζόταν ως πιεστής εκείνη την εποχή στην «Πρωινή», στο βιβλίο του «Βιωματικό» που κυκλοφόρησε πριν λίγα χρόνια. Λέει λοιπόν ο Αναστασιάδης:

 

«Στον πρώτο καιρό από την 21/4 μέχρι το τέλος του χρόνου, μεσολάβησαν αρκετά γεγονότα μέχρι οι συνταγματάρχες να εδραιώσουν την κατάσταση. Το σοβαρότερο, το οποίο μάλιστα είχε επίκεντρο την πόλη μας, ήταν η απόφαση του Κωνσταντίνου να τους ανατρέψει. Έτσι στις 13 Δεκεμβρίου, ενώ πρώτα ακούσαμε από το στρατιωτικό ραδιοσταθμό της Λάρισας το διάγγελμά του, σε λίγο διαδόθηκε στην Καβάλα ότι ο κωνσταντίνος κινείται στην περιοχή μας και μέχρι του Έβρου, όπου είχε στρατιωτικές μονάδες πιστές σ’ αυτόν, ενώ το διάγγελμά του μεταδιδόαν και από τον τοπικό στρατιωτικό ραδιοφωνικό σταθμό.

Μέχρι το απόγευμα, τουλάχιστον τοπικά, η κατάσταση έγερνε προε τον Κωνσταντίνο. Όταν άρχισε η δουλειά στην ΠΡΩΙΝΗ, κάτω από την επιτήρηση δύο ανωτέρων αξιωματικών, θα πρέπει να ήταν ταγμένοι υπέρ του Κωνσταντίνου, αποφασίστηκε να κυκλοφορήσει ένα δισέλιδο φύλλο (παράρτημα) με το διάγγελμα του Βασιλιά που καλούσε του συνταγματάρχες να παραδώσουν την εξουσία. Μέχρι τις 10 το βράδυ ολοκληρώθηκε η σελιδοποίηση με την παρουσία του ενός μόνον αξιωματικού, ο άλλος έφυγε ξαφνικά λίγο νωρίτερα, ίσως να είχε κάποιο ρόλο, γιατί όπως έγινε γνωστό στο κτίριο του Στρατηγείου για την τελική επικράτηση δινόταν μάχη μεταξύ φιλοβασιλικών και φιλοχουντικών αξιωματικών. Η κατάσταση δεν είχε ξακαθαρίσει ακόμα. Από το ραδιόφωνο της Αθήνας όπου επικρατούσαν οι συνταγματάρχες, ήταν συγκεχυμένες οι πληροφορίες.

Μετά το κλείσιμο των σελίδων η παραπέρα διαδικασία της εκτύπωσης ήταν πλέον δική μου δουλειά.. Στην εφημερίδα έμεινε και ο Διευθυντής Περ. Μπακλαβάς. Διορατικός άνθρωπος με την πολύτιμη πείρα του  φαίνεται κάτι οσφραινόταν η δημοσιογραφική του μύτη, όπως ο ίδιος έλεγε. Κάποια ώρα προς τα μεσάνυχτα βγήκε έξω, μου είπε ότι θα πάει μέχρι το καφενείο του Σέργκου που διανυκτέρευε (βρισκόταν επί της Βενιζέλου, δίπλα στην Εμπορική Τράπεζα). Τον ρώτησα ενώ συνέχιζα να τυπώνω, πόσα περίπου φύλλα να τυπώσω και εκείνος μου απάντησε – Μην σταματάς καθόλου, μέχρι το πρωί θα τυπώνουμε. Αύριο η ΠΡΩΙΝΗ με αεροπλάνο θα πέσει σε όλη την Ελλάδα.

Σε μια ώρα σχεδόν γύρισε, ήταν ανήσυχος. Είδε όλη τη σκηνή που διαδραματίστηκε απέναντι στο ξενοδοχείο ΑΣΤΕΡΑΣ (σήμερα Εθνική Τράπεζα) όπου έμενε ο Κωνσταντίνος με τη γυναίκα του, τη μικρή Αλεξία και τη μητέρα του Φρειδερίκη, από όπου επιβιβάσθηκε σε αυτοκίνητο και έφυγε δυτικά.

Ήδη από το ραδιόφωνο μεταδιδόταν εκείνο το περίφημο ότι ο Κωνσταντίνος κινείται από χωρίου εις χωρίον, που σήμαινε και την τελική αποτυχία του εγχειρήματος του Βασιλιά να ανατρέψει την χούντα. Βρισκόμασταν σε αμηχανία για το τι θα γίνει με τα φύλλα που τυπώθηκαν, η οποία όμως λύθηκε γρήγορα, σε λίγο, σε λίγο δεχθήκαμε την επίσκεψη του διοικητή του Τμήματος Ασφαλείας με μια ομάδα χωροφυλάκων και η εντολή του ήταν ξεκάθαρη. Τα φύλλα κατάσχονται. Τους παραδώσαμε τα φύλλα, φυσικά δεν χωρούσε αντίρρηση αλλά το πιο εντυπωσιακό ήταν το γεγονός ότι πέρα από τη λέξη κατάσχονται, όση ώρα παρέμειναν εκεί για την παραλαβή των φύλλων, δεν ανταλλάχθηκε καμια κουβέντα έστω και μεταξύ του αξιωματικού της χωροφυλακής και του Διευθυντή της ΠΡΩΙΝΗΣ, παρόλο που από τη θέση τους είχαν καλή γνωριμία. Ίσως και οι δύο να σκέφτονταν τη μέρα που έρχεται τι θα τους ξημερώσει.

Οι επιπτώσεις για τον Περικλή Μπακλαβά ευτυχώς πέρα από τη σύλληψή του και μεταφορά του στο στρατοδικείο της Δράμας για ανάκριση ήταν απαλλακτικές, άλλωστε η έκδοση του παραρτήματος έγινε κάτω από την επιτήρηση και ευθύνη, όπως αναφέρω και παραπάνω, στρατιωτικών».

Διαβάστε επίσης