Άρθρο του Υδροβιολόγου Σωτήρη Ορφανίδη για το φυτοπλαγκτό στον Κόλπο Καβάλας

 Άρθρο του Υδροβιολόγου Σωτήρη Ορφανίδη για το  φυτοπλαγκτό στον Κόλπο Καβάλας

Τις τελευταίες εβδομάδες επιπλέουν στα ύδατα του Κόλπου της Καβάλας, αλλά και άλλων περιοχών του Βορείου Αιγαίου, από τη Λήμνο μέχρι τη Χαλκιδική και τον Θερμαϊκό Κόλπο, και στις ακτές της Θράκης, μικρής ή μεγάλης έκτασης και διαφόρων σχημάτων, άμορφες μάζες βλέννας χρώματος καφέ.

Πρόκειται για το φαινόμενο της δημιουργίας αιωρούμενων οργανικών συσσωματωμάτων (κολλώδη μακρο-συσσωματώματα), που τα τελευταία χρόνια δημιουργεί σημαντικά προβλήματα στους αλιείς του Βορείου Αιγαίου. Προσκολλάται στα αλιευτικά τους εργαλεία, π.χ., δίκτυα, δυσκολεύοντας τη χρήση τους. Επιπλέον, επηρεάζει και τους κολυμβητές, μια και κολλάει στο σώμα τους, χωρίς, ωστόσο, να δημιουργεί κάποια λοίμωξη.

Γενικά, τα αίτια των επεισοδίων της δημιουργίας των κολλωδών μακρο-συσσωματωμάτων, ένα απρόβλεπτο και μη-περιοδικό φαινόμενο, δεν είναι μέχρι σήμερα αρκετά κατανοητά. Ωστόσο, στην περιοχή μας θα πρέπει να αναζητηθούν στη συνέργια βιολογικών παραμέτρων, όπως η αύξηση του φυτοπλαγκτού και η έκκριση πολυσακχαριτών, με τις ιδιαίτερες υδρογραφικές συνθήκες της περιοχής, δηλ. την ύπαρξη των μεγάλων ποταμών και των ρευμάτων της Μαύρης Θάλασσας. Βέβαια, επειδή το φαινόμενο εκδηλώνεται τα τελευταία χρόνια σε μια χρονική περίοδο χαμηλών (Φεβρουάριος 2010) μέχρι υψηλών (Αύγουστος 2018) τιμών θερμοκρασίας νερού, αλλά και υψηλών συγκεντρώσεων θρεπτικών αλάτων, εξαιτίας των έντονων και παρατεταμένων βροχοπτώσεων, η έστω και μικρή αύξηση της θερμοκρασίας της Μεσογείου Θάλασσας, εξαιτίας των κλιματικών αλλαγών θα πρέπει να ληφθεί επίσης υπόψη.

Στη Μεσόγειο Θάλασσα το φαινόμενο είναι γνωστό κυρίως από τη Βόρειο Αδριατική θάλασσα, με πρώτη καταγραφή το έτος 1729. Τα τελευταία 50 χρόνια έχουν αναφερθεί στην περιοχή της Αδριατικής, αλλά και σε άλλες περιοχές της Μεσογείου μεγάλης έκτασης και έντασης επεισόδια, κατά τη διάρκεια των οποίων κολλώδη μακρο-συσσωματώματα κάλυψαν μεγάλες θαλάσσιες εκτάσεις, με σημαντικές συνέπειες στην αλιεία και στον τουρισμό.

Ο κύκλος του φαινόμενου μπορεί να χωριστεί σε τρεις μάλλον διακριτές φάσεις.

α) Έκκριση πολυσακχαριτών: Η αφθονία των πολυσακχαριτών στα υδατικά οικοσυστήματα σχετίζεται θετικά με τη φυτοπλαγκτική βιομάζα, παρουσιάζοντας, ωστόσο, κάποια χρονική υστέρηση, γιατί συνήθως κορυφώνεται στο τέλος της μέγιστης φυτοπλαγκτικής αύξησης. Πιο συγκεκριμένα, η δημιουργία τους συνδέεται με τη διαδικασία έκκρισης πολυσακχαριτών (βλέννα) από ορισμένες ομάδες κυττάρων, κατά κύριο λόγο διατόμων, κυανοβακτηρίων και δινομαστιγωτών. Κάθε πληθυσμιακή έκρηξη φυτοπλαγκτού δεν τελειώνει με έκκριση πολυσακχαριτών, παρά μόνο αν συνδυαστεί με ιδιαίτερα καιρικά φαινόμενα που δημιουργούν συνθήκες καταπόνησης (stress). Τέτοιες συνθήκες μπορεί, για παράδειγμα, να είναι ή έλλειψη θρεπτικών ουσιών, π.χ. πυριτίου, στη θάλασσα, εξαιτίας των υδροηλεκτρικών φραγμάτων, ή η αλλαγή του λόγου αζώτου φωσφόρου (N/P) στη στήλη του νερού, ή η παρατεταμένη ακινησία της στήλης του νερού, κάτω από συνθήκες άπνοιας και ηλιοφάνειας.

β) Δημιουργία μακρο-συσσωματωμάτων: Οι πολυσακχαρίτες μπορούν να συγκολληθούν και να δημιουργήσουν ένα κολλοειδές αιώρημα (κολλοειδές οργανικό υλικό) στην εύφωτη ζώνη πάνω από το πυκνόκλινο (θερμόκλινο) των στρωματοποιημένων νερών. Η παρατεταμένη ακινησία της στήλης του νερού ευνοεί τη δημιουργία μικρο-συσσωματωμάτων και στη συνέχεια μακρο-συσσωματωμάτων, τα οποία και σταθεροποιούνται στη συνέχεια με την πρώτη ανάμιξη των νερών και συσσωρεύονται τελικά σε θέσεις παράλληλα προς τις ακτές.

Η διαδικασία δημιουργίας των μακρο-συσσωματωμάτων, όπως αυτή που περιγράφηκε παραπάνω, δείχνει μια μεταβλητότητα και δυναμική ως προς τη σύνθεση και την εξέλιξή τους. Επιπλέον, αλληλεπιδρά με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους με τους περιβάλλοντες ετερότροφους οργανισμούς, ιδιαίτερα ζωοπλαγκτό και μικρόβια και το σωματιδιακό και διαλυμένο ανόργανο και οργανικό υλικό.

γ) Αποσύνθεση υλικού: Ο κύκλος ζωής των κολλωδών μακρο-συσσωμάτων ολοκληρώνεται όταν αρχίζει η βύθισή τους στον πυθμένα. Ακολουθεί η αποσύνθεση που μπορεί, κατά περίπτωση, να προκαλέσει ανοξία και θανάτους βενθικών οργανισμών. Τέτοια φαινόμενα μέχρι τώρα δεν έχουν παρατηρηθεί στο Αιγαίο Πέλαγος.

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι δεν υπάρχει δυνατότητα ασφαλούς πρόβλεψης της δημιουργίας και της διάρκειας του φαινομένου, καθώς και των βιολογικών και οικονομικών επιπτώσεών του στο θαλάσσιο περιβάλλον και στις αλιευτικές-τουριστικές δραστηριότητες. Ωστόσο, η συνεχής παρακολούθηση των θαλασσών μπορεί να προσφέρει γνώση και εργαλεία κατανόησης των μηχανισμών και έτσι της πρόβλεψης του φαινομένου, για την αποφυγή μέρους των επιπτώσεών του, ιδιαίτερα σε περίοδο έξαρσης των ακραίων καιρικών φαινομένων εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής.

 

Δρ Σωτήρης Ορφανίδης, Υδροβιολόγος

Τακτικός Ερευνητής ΙΝΑΛΕ (ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ)

Διαβάστε επίσης