του Massimo Lunardelli
Διαδηλώσεις στη Μπολόνια μετά τη δολοφονία του Lorusso – foto του E. Scuro
Την ημέρα που σκότωσαν τον Francesco Lorusso δεν ήμουν ακόμη 16 χρονών. Αυτός 25. Eγώ ζούσα στο Τορίνο, ήμουν στο δεύτερο έτος του λυκείου. αυτός επρόκειτο να αποφοιτήσει στην Ιατρική στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια. Εγώ χαρακτήριζα τον εαυτό μου ως στρατευμένο στη Lotta Continua αφού είχα ήδη δηλώσει αναρχικός και ήμουν μέλος της κομουνιστικής νεολαίας Fgci για μερικούς μήνες. αυτός ήταν πραγματικά αγωνιστής της Lotta Continua, μέλος της ομάδας περιφρούρησης και πάντα στην πρώτη σειρά των αγώνων.
Η πρώτη σελίδα της Lotta Continua στις 12 Μαρτίου
Τα νέα τα έμαθα από τις ειδήσεις, το γεγονός είχε συμβεί γύρω στις 13: στη διάρκεια πολύ σκληρών συγκρούσεων γύρω από το Πανεπιστήμιο οι καραμπινιέροι είχαν πυροβολήσει. Έπρεπε να περιμένω μέχρι την επόμενη μέρα για να μάθω την αλήθεια που ένιωθα περισσότερο δική μου: «Οι καραμπινιέροι μιας διαβόητης κυβέρνησης δολοφόνησαν έναν από τους συντρόφους μας» γράφει με μεγάλα γράμματα στην πρώτη σελίδα η Lotta continua. Και μετά στον υπότιτλο: «Ο Φραντσέσκο Λορούσο, φοιτητής, αγωνιστής της Λότα Κοντίνουα, σκοτώθηκε στη Μπολόνια από τους καραμπινιέρους που υπερασπίζονταν τους τραμπούκους της Κοινωνίας και Απελευθέρωσης-Comunione e Liberazione. Οδοφράγματα σε όλο το Πανεπιστήμιο, αυθόρμητες συνελεύσεις σε εργοστάσια, μετά μια τεράστια πορεία φεύγει από το Πανεπιστήμιο και κατευθύνεται προς τα κεντρικά γραφεία των Χριστιανοδημοκρατών. Γενικές απεργίες στα σχολεία και πορείες σε πολλές πόλεις έχουν κληθεί για σήμερα. Ο Andreotti στην τηλεόραση λέει ότι το γεγονός είναι φυσιολογικό και μοιραίο». Διάβασα με μια ανάσα το άρθρο που προχωρούσε ήδη παρακάτω: “Από νωρίς το απόγευμα, αμέσως αφότου άρχισε να κυκλοφορεί η φήμη για τη δολοφονία του συντρόφου Francesco, εκατοντάδες σύντροφοι άρχισαν να συρρέουν στον χώρο του πανεπιστημίου, υπάρχουν τηλεφωνήματα σε εργοστάσια και τώρα βρίσκεται σε εξέλιξη στο Εργατικό Κέντρο μια συνεδρίαση των εργοστασιακών συμβουλίων, όπου συγκεντρώνονται οι σύντροφοι. Το PCI δεν φαίνεται πουθενά, καθώς έχει συγκεντρωθεί για την φύλαξη της Ομοσπονδίας του. Η αστυνομία είναι συγκεντρωμένη σε διάφορα σημεία στο κέντρο της πόλης. Στην περιοχή του πανεπιστημίου όπου έχουν συγκεντρωθεί τώρα μερικές χιλιάδες σύντροφοι, η ένταση είναι πολύ υψηλή και είναι κοινή σε όλους η επιθυμία να απαντηθεί άμεσα αυτή η νέα δολοφονία της κυβέρνησης Andreotti”.
Η Lotta continua ήταν, τουλάχιστον στα μάτια μου, μια όμορφη και απαραίτητη εφημερίδα. Συνήθως έβγαινε με 12 σελίδες, κόστιζε 150 λιρέτες, εκείνους τους πρώτους μήνες του ’77 διευθυντής ήταν ο Alexander Langer. Δεν ήταν πια το όργανο του ομώνυμου «κόμματος» λόγω της διάλυσής του που έγινε στο Ρίμινι το ’76, είχε μετατραπεί σε μια ελεύθερη εφημερίδα, πολύχρωμη φωνή του λεγόμενου Κινήματος του ’77, που είχε πρόσφατα αποκαλυφθεί σε όλη του τη ζωντάνια με το διώξιμο του Λάμα από το Πανεπιστήμιο της Ρώμης. “Οι τίτλοι των επόμενων ημερών σημάδεψαν την οργή: «Το Πανεπιστήμιο εκκενώθηκε. Το PCI-ΚΚΙ και το συνδικάτο εμποδίζουν τους φοιτητές να μιλήσουν «(13 μαρτίου). «Η Μπολόνια βρίσκεται υπό κατάσταση πολιορκίας εδώ και τέσσερις ημέρες. Άρματα μάχης, ελικόπτερα, νομάρχης με πλήρεις εξουσίες. Αυτή η πρόκληση γίνεται από μια Χριστιανοδημοκρατική κυβέρνηση στο σπίτι του PCI και το PCI συμφωνεί «(15 μαρτίου). «Ίσως μια μέρα να πουν και ότι κι ο Francesco αυτοκτόνησε» (19 μαρτίου). Οι λεγόμενες αστικές εφημερίδες έδωσαν τα ρέστα τους. Έγραψε η Il Popolo, εφημερίδα των χριστιανοδημοκρατών DC: “Οι κόκκινοι φασίστες της Lotta Continua και των Αυτόνομων φοιτητικών ομάδων φέρουν την πλήρη ηθική ευθύνη για τον θάνατο του νεαρού Francesco Lorusso». Η L’Unità, όργανο του PCI, έγραψε: «Ένας τεράστιος και σκοτεινός ελιγμός αντιδημοκρατικής πρόκλησης βρίσκεται σε εξέλιξη στη Χώρα. Αυτές οι εγκληματικές πράξεις διαπράττονται από ομάδες τραμπούκων και υποστηρίζονται, ακόμη και θεωρητικοποιούνται από ορισμένους εξτρεμιστικούς σχηματισμούς, οδηγώντας έτσι σε θυελλώδεις και βίαιες διαδηλώσεις στις οποίες ο ρόλος των πραγματικών πρακτόρων προβοκατόρων και φασιστών γίνεται καθοριστικός”. Υπάρχει ένα όμορφο τραγούδι του Claudio Lolli (Οι εφημερίδες του μαρτίου-I giornali di marzo) που συγκέντρωσε μερικές από αυτές τις πολλές λέξεις: «Χτυπήθηκε στην πλάτη πέφτοντας αμέσως / με τα χρυσά κουμπιά και τον γυαλιστερό μπρούτζο / σφυρίζοντας τη μασσαλιώτιδα / ενώ ο άνεμος γαργαλάει τα όνειρα / που πιάστηκαν στην πύλη των δοντιών”.
Francesco Lorusso
Χρειάστηκε αρκετός χρόνος, και νομικός, για την ανασύσταση των γεγονότων. Όλα ξεκίνησαν στις 11 το πρωί, με μια διαμαρτυρία προς τους φοιτητές της παραεκκλησιαστικής οργάνωσης Comunione e Liberazione που είχαν συγκεντρωθεί σε συνέλευση στη σχολή της Ανατομίας. Ο πρύτανης επέλεξε να καλέσει τους αστυνομικούς που έφθασαν σε ισχύ. Στις ταραχές που ακολούθησαν, ένας στρατεύσιμος καραμπινιέρος, ο 22χρονος Massimo Tramontani, πυροβόλησε με το υπηρεσιακό του όπλο: πρώτα με μια Winchester και μετά με μια Beretta διαμετρήματος εννέα. Στον δικαστή Bruno Catalanotti, που είχε αναλάβει την έρευνα, θα πει ότι πυροβόλησε στον αέρα για να απωθήσει τους διαδηλωτές που του είχαν ρίξει μερικά εμπρηστικά μπουκάλια. ωστόσο, σύμφωνα με ορισμένες μαρτυρίες, μεταξύ των οποίων και από αστυνομικούς, πυροβόλησε σε ύψος ανθρώπου. Ένας από τους έξι πυροβολισμούς με την Beretta χτύπησε τον Francesco Lorusso στο στήθος: πέθανε σχεδόν αμέσως, δεν πρόλαβε να πάει στο νοσοκομείο. Ένας από τους συντρόφους του που ήταν δίπλα απέδωσε ως τελευταία λόγια του «την πάτησα». Οι δικηγόροι που διορίστηκαν από την οικογένειά του – ο Λορούσο είναι γιος ενός αντισυνταγματάρχη του στρατού – είπαν αμέσως ότι επρόκειτο για «μια προκαθορισμένη και δολοφονική προβοκάτσια από αυτούς που διαχειρίστηκαν τη δημόσια τάξη”.
Τις ώρες και τις μέρες που ακολούθησαν, ξέσπασε στη Μπολόνια το τέλος του κόσμου.
Τεθωρακισμένα στη Bologna
Τα λιθόστρωτα ξεσκίστηκαν από τους δρόμους, ένα βιβλιοπωλείο της CL κάηκε, ένα οπλοπωλείο δέχτηκε επίθεση, οδοφράγματα υψώθηκαν. ο υπουργός Εσωτερικών Cossiga έστειλε τα τανκς, οι καραμπινιέροι έκαναν επιδρομή στο ραδιόφωνο Alice, τη φωνή του Κινήματος που γεννήθηκε πριν από ένα χρόνο, κατηγορούμενο ότι κατεύθυνε τις συγκρούσεις στον αέρα. Σε ένα ορισμένο σημείο ανάμεσα στα οδοφράγματα εμφανίστηκε ακόμη και ένα πιάνο και ένα αγόρι μολιζάνο ονόματι Αντόνιο άρχισε να παίζει, ανάμεσα στον καπνό και την έντονη μυρωδιά των δακρυγόνων, το Σικάγο του Γκράχαμ Νας, Chicago di Graham Nash. Κάποιος μας έγραψε στο φτερό ένα ποίημα που ξεκινάει ως εξής: «Σέρνεται στο δρόμο / ανάμεσα σε δύο οδοφράγματα / βρίσκει τον εαυτό του έκπληκτο / παίζει νότες / πιο ζεστές, πιο γλυκές. / Το γυαλισμένο μαόνι / περιτριγυρισμένο από καπνό / βρωμιά δακρυγόνων. / Κι ένας παράξενος πιανίστας / άφησε κάτω τις πέτρες / παίζει απρόβλεπτα τη σερενάτα του”. Οι συγκρούσεις εξαπλώθηκαν και σε άλλες πόλεις: στη Ρώμη την επόμενη μέρα μια από καιρό προγραμματισμένη πορεία κατέληξε σε αστικό ανταρτοπόλεμο με βόμβες μολότοφ, πυροβολισμούς και άλλες επιθέσεις σε οπλοπωλεία. Στην Τορίνο μου η Πρώτη Γραμμή-Prima Linea αποφάσισε να εκδικηθεί τον Λορούσο σκοτώνοντας έναν λοχία του πολιτικού γραφείου του Αρχηγείου της Αστυνομίας, τον Τζουζέπε Τσιότα-Giuseppe Ciotta. η ανακοίνωση ανάληψης ευθύνης που βρέθηκε σε έναν κάδο απορριμμάτων δεν άφηνε κανένα περιθώριο για κανένα δισταγμό: “Εάν οι καραμπινιέροι πυροβόλησαν στη Μπολόνια, είναι καιρός οι εχθροί μας να αρχίσουν πραγματικά να πληρώνουν. Σύντροφοι, δεν είναι πλέον ώρα για παραδειγματικές ενέργειες και προπαγάνδας: πρέπει να εισπραχθεί η κήρυξη του πολέμου του Κράτους. Στο έδαφος του ταξικού πολέμου που εκτυλίσσεται, οι μαχόμενοι σχηματισμοί πρέπει να επαληθευτούν άμεσα σήμερα. Όσοι αποφεύγουν αυτή την πρακτική δεν έχουν δικαίωμα να μιλούν στον μαχόμενο. Ενάντια στους καραμπινιέρους του Dalla Chiesa, ενάντια στις ένοπλες συμμορίες του Cossiga. Να οργανώσουμε και να εξασκήσουμε τον ταξικό πόλεμο”.
Για το θάνατο του Francesco Lorusso και τα γεγονότα του μαρτίου στη Μπολόνια, βγήκε ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε ο Bertani τρεις μήνες αργότερα. Ένα είδος βιβλίου στιγμών, istant book με τίτλο «Μπολόνια Μάρτιος 1977 … δική μας υπόθεση…», “Bologna marzo 1977 … fatti nostri …”, οι συγγραφείς επέλεξαν να υπογράψουν Πολλοί σύντροφοι. Χρόνια αργότερα, ένα απόσπασμα από την εισαγωγή συνεχίζει να με εντυπωσιάζει με τη δύναμή του: «Δεν θα υπάρξει ένας ιστορικός, δεν θα ανεχθούμε την ύπαρξη ενός ιστορικού, ο οποίος εκπληρώνοντας μια λειτουργία μεγαλύτερη από τη γλώσσα, προσφέροντας τις υπηρεσίες του στη γλώσσα της εξουσίας, να αναδομήσει τα γεγονότα, μπολιαζόμενος στη σιωπή μας, αδιάκοπη, ατελείωτη, θυμωμένα ξένη σιωπή”. Ωστόσο, η Iστορία, ανεξάρτητα από τους ιστορικούς, έχει κάνει έτσι κι αλλιώς τον δρόμο της. Κανείς δεν πλήρωσε για τη δολοφονία του Francesco Lorusso: ο καραμπινιέρο Massimo Tramontani πέρασε μερικές εβδομάδες στη φυλακή, στη συνέχεια αποφυλακίστηκε και απαλλάχθηκε επειδή το Δικαστήριο έκρινε ότι είχε ενεργήσει νόμιμα κατά την άσκηση των καθηκόντων του. Ανακάλυψα ότι τριάντα χρόνια αργότερα, ο καραμπινιέρο Τραμοντάνι και ο μεγαλύτερος αδερφός του Φραντσέσκο Λορούσο, Τζιοβάνι, συναντήθηκαν σε ένα είδος «συμφιλίωσης» στο ερημητήριο του Ροντσάνο, κοντά στη Μπολόνια. Διοργανωτής της συνάντησης ήταν ένας μοναχός του τάγματος των Υπηρετών της Μαρίας: ο Μπενίτο Φούσκο. Ήταν ένας στενός φίλος του Φραντσέσκο, κι αυτός αγωνιστής στη Lotta Continua, εκείνα τα χρόνια τον ήξεραν ως Benito ο κόκκινος.
Φυσικά, η ατομική ιστορία του Francesco Lorusso δεν μπορεί να διαχωριστεί από όλο αυτό το σύμπλεγμα πραγμάτων που ήταν το Κίνημα του ’77. Λέξεις κλειδιά, συχνά σε αντίθεση: εργατική αυτονομία, μητροπολιτικοί ινδιάνοι, προλεταριακή απαλλοτρίωση, ένοπλος αγώνας, δημιουργικότητα. Η περίληψη της Wikipedia με κάνει να ντρέπομαι λίγο: «Το Κίνημα του ’77 ήταν ένα αυθόρμητο εξωκοινοβουλευτικό πολιτικό κίνημα που γεννήθηκε στην Ιταλία το 1977 ως ανάπτυξη και μετασχηματισμός των κινημάτων νεολαίας και εργατικών κινημάτων που υπήρχαν ακόμη στη χώρα μετά το ’68». Αλλά δεν είναι εδώ ο τόπος για να εμβαθύνουμε.
I ragazzi del 77 του E. Scuro τα παιδιά του 77
Επιστρέφοντας στην ατομική ιστορία του Lorusso, κάνω τον λογαριασμό: σήμερα, 11 μαρτίου 2022, έχουν περάσει 45 χρόνια από τις 11 μαρτίου 1977. Αυτός, που γεννήθηκε στο Μπάρι στις 7 δεκεμβρίου 1952, θα ήταν 70 ετών. Ακόμα νέος, θα λέγαμε.
Στο μέρος όπου πέθανε, στη via Mascarella 37, κάτω από τις στοές, στο κέντρο της Μπολόνια, σχεδόν στη γωνία με τη via Irnerio, υπάρχει μια πλάκα που λέει: «Οι σύντροφοι του Francesco Lorusso, εδώ δολοφονήθηκε από την ένοπλη αγριότητα του καθεστώτος στις 11 μαρτίου 1977, γνωρίζουν ότι η ιδέα του για ισότητα, ελευθερία και αγάπη θα επιβιώσει από κάθε έγκλημα. Ο Φραντσέσκο είναι ζωντανός και παλεύει μαζί μας». Ο Francesco είναι ζωντανός και αγωνίζεται μαζί μας ήταν επίσης, ακόμη και πριν από την πλακέτα, ένα τεράστιο πανό παρόν για χρόνια σε κάθε διαδήλωση.
Κοιτάζω τις φωτογραφίες που τράβηξε ο Ενρίκο Σκούρο, ο φωτογράφος του Κινήματος της Μπολόνια. Συγκεντρώνονται σε ένα όμορφο βιβλίο του 2011 με τίτλο «Τα παιδιά του ’77. Μια ιστορία κοινοποιημένη στο Facebook», “I ragazzi del ’77. Una storia condivisa su Facebook”, που εκδόθηκε από τον Baskerville.
Διαδηλώσεις στη Bologna μετά τη δολοφονία του Lorusso – foto του E. Scuro
Oggi deve parlare il fratello… Σήμερα πρέπει να μιλήσει ο αδελφός
Να το πανό. Αυτός με το μαύρο πουκάμισο γυρισμένος με την πλάτη που μιλάει στο μεγάφωνο είναι ο αδερφός του Φραντσέσκο.
Χάνομαι παρατηρώντας τα πρόσωπα εκείνων των παιδιών που ονειρεύονταν να κάνουν την επανάσταση, ποιος ξέρει ποιος ήταν αυτός που κρατούσε την ταμπέλα που έγραφε: «Σήμερα πρέπει να μιλήσει ο αδερφός του Φραγκίσκου και όχι οι χριστιανοδημοκράτες δολοφόνοι του”.
Κηδεία του Lorusso – foto E. Scuro
Ποιος ξέρει ποιος ήταν ο τύπος που την ημέρα της κηδείας στο μνημειακό νεκροταφείο της Certosa κρατά το φέρετρο μαζί με τον αδερφό του Lorusso και ποιος ήταν εκείνος ο άλλος που χαιρετά με σφιγμένη γροθιά στο βάθος.
Ιστορίες και αυτές ατομικές μέσα σε μια συλλογική ιστορία.
Τελικά το 2015 κυκλοφόρησε ένα βιβλίο, το μοναδικό μέχρι στιγμής, που ανασυνθέτει με αυστηρότητα όσα συνέβησαν στις 11 μαρτίου 1977. Έχει τον τίτλο «Δολοφονία Francesco Lorusso. Μια ιστορία άρνησης δικαιοσύνης». “Omicidio Francesco Lorusso. Una storia di giustizia negata”. Το έγραψε η Φράνκα Μεννέας, Franca Menneas, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Pendragon. Συνιστώ να το διαβάσουν όλοι όσοι νιώθουν την ανάγκη να φρεσκάρουν τη μνήμη τους. Γιατί, όπως μας δίδαξε ο Primo Levi, είναι πάντα καλό να μην ξεχνάμε ότι «αυτό υπήρξε». Τότε, αν αυτή η Scordata μου μπορούσε να έχει ένα soundtrack, θα ήθελα να είναι ένα τραγούδι που γράφτηκε εκείνες τις μέρες από τον προαναφερθέντα Claudio Lolli. https://www.youtube.com/watch?v=5X6MGxWNjmM
για περισσότερες πληροφορίες, το απαραίτητο αρχείο του Ιδρύματος του Erri De Luca:
και το αρχείο του Κέντρο Τεκμηρίωσης Κινημάτων της Μπολόνια αφιερωμένο στους Francesco Lorusso και Carlo Giuliani https://centrodoc-vag61.info/
ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΤΗΣ “BOTTEGA”
ο Lunardelli στο άρθρο αναφέρει για τον Antonio Mariano, το αγόρι που (στην αληθινή ή μυθιστορηματική μνήμη του Κινήματος) έπαιζε πιάνο στα οδοφράγματα της Μπολόνια εκείνες τις απίστευτες μέρες του μαρτίου εβδομήντα επτά.
Σχέδιο του Echaurren σχετικά με τον A. Mariano
Για όσους θέλουν να μάθουν περισσότερα για αυτό το αγόρι, που πέθανε μόλις λίγους μήνες μετά από εκείνες τις μέρες σε ένα ατύχημα με μοτοσυκλέτα, ας δώσουμε μερικά link:
Antonio Mariano, il ragazzo che suonò “Chicago” dalle barricate
Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος
Υστερόγραφο: να ευχαριστήσω τον συνονόματο εκ Παρισίων για τα καλά του λόγια και την εξαιρετική του παρουσίαση, να ευχαριστήσω επίσης τον Σπύρο για την θαυμάσια προχθεσινή μα βραδιά!