Αντίο στον Τόνι Νέγκρι, κομουνιστή

 Αντίο στον Τόνι Νέγκρι, κομουνιστή

Ο Toni Negri σε μια photο του Tano D’amico

Με αυτά τα λόγια, πριν από τέσσερα χρόνια, ολοκληρώνοντας την «Ιστορία ενός κομμουνιστή 3 – Από τη Γένοβα στο αύριο» (επιμέλεια Girolamo De Michele, Ponte alle grazie εκδόσεις), ο Toni μίλησε με γαλήνη για τον θάνατό του

του TONI NEGRI

Μερικές φορές νιώθω ότι είμαι εντελώς ξένος με τον κόσμο γύρω μου. Περίεργη αίσθηση για κάποιον που έχει γεμίσει τρεις τόμους μιας ιστορίας έντονης βύθισης στο υπάρχον. Πιθανότατα, λέω στον εαυτό μου, συμβαίνει επειδή είμαι μεγάλος – όσο κι αν νευριάζω προσπαθώντας να κρατήσω ανοιχτή την επικοινωνία με νεότερους, εξυπνότερους φίλους, η αντίληψή μου έχει αμβλυνθεί.

Αλλά μετά αναρωτιέμαι: δεν θα μπορούσε να είναι ότι η σκέψη μου για τον κόσμο και αυτή η πεποίθηση πως δεν έχω σχέση με την πραγματικότητα, απουσίας, δεν είναι αληθινή; Αληθής; Εννοώ ότι αυτή η αντίληψη ξενικότητας δεν εξαρτάται από εμένα, από την ανεπαρκή ή μειωμένη προσοχή μου, αλλά διότι ο κόσμος γύρω μου είναι πραγματικά άσχημος και ασυνεπής-ανακόλουθος.

Μήπως η εμπιστοσύνη μου στην ύπαρξη, στον θαυμασμό μου για ό,τι είναι ζωντανό, δεν αντιστοιχεί πλέον σε κάτι που μπορεί να αγαπηθεί; Άσχημος, όμορφος, ζωντανός, αγαπημένος… είναι επίθετα που δύσκολα ορίζονται και υψίστης σχετικότητας.

Ίσως τότε, για να επιβεβαιώσω την αμφιβολία μου, δεν θα έπρεπε να βασιστώ σε αυτούς τους όρους. Ίσως το μόνο επίθετο που ισχύει, ανάμεσα στα πολλά που χρησιμοποιώ από την αρχή, είναι το «ξένος». Μια επίδραση αποξένωσης είναι αυτό που προκαλούν μέσα μου τα λεξιλόγια και οι διαθέσεις, ανεξάρτητα αν είναι ατομικές ή συλλογικές, που αντηχούν στην κοινωνία, έξω από εμένα.

Νομίζω ότι είμαι κουφός και ακούω μπερδεμένους ήχους. Στην πραγματικότητα, είμαι λίγο κουφός αλλά δεν ακούω μπερδεμένους ήχους με το αυτί μου αλλά με την ψυχή μου, με τον εγκέφαλό μου. Ο κόσμος γύρω μου διαφεύγει.

Είχα μια μακρά ζωή, γνώρισα τεράστιες αντιφάσεις και θανατηφόρες συγκρούσεις, αλλά πάντα ήξερα περί τίνος πρόκειται, τα στοιχεία της αντίφασης και της σύγκρουσης στέκονταν μέσα σε ένα γνωστό πλαίσιο, όσο σημαντικό κι αν είναι – γιατί τότε το νόημα των γεγονότων που συμβαίνουν σήμερα κάπου τριγύρω σκοτεινιάζει και μου ξεφεύγει;

Σε τι συνίσταται η ασημαντότητά τους; Για να αναπαραστήσει αυτή την ξενικότητα υπάρχει ένας νέος κόσμος. Ένας νέος αλλά κουρασμένος κόσμος, κατάκοιτος μπροστά στις σωματικές, πολιτικές και πνευματικές δυσκολίες της δικής του αναπαραγωγής.

Οικονομικές δυσκολίες και πτώση πολιτικών και συλλογικών αναφορών και αναφορών αξίας. Η επικοινωνία έχει γίνει ξέφρενη, αλλά τα σημαίνοντα ξεθωριάζουν μέσα στην ταχύτητα. Υπάρχει σύγχυση στα πνεύματα.

Υπάρχει διαφθορά στα λεξιλόγια. Οι παλιές αναφορές αγώνα έχουν εξαφανιστεί: δεξιά και αριστερά, συνδικάτα και κόμματα, αίσθηση και νόημα της ιστορίας… αυτός είναι ο κόσμος γύρω μου. Δεν εξαρτάται από τα γεράματά μου, από την κούρασή μου: έτσι είναι.

Όταν στοχάζομαι επάνω σε αυτή τη φαινομενολογία του παρόντος, όσο οξύνω το βλέμμα μου, τόσο περισσότερο η μόνη αξιολογική και περιγραφική φιγούρα που μου φαίνεται ότι επενδύει-περιβάλλει τον κόσμο των νοημάτων και επιτρέπει την περιγραφή του, είναι αυτός του μηδενισμού.

Οι ταμπέλες στερούνται νοήματος, από τα πρόσωπα λείπει το χαμόγελο, οι ομιλίες είναι κενές. Δεν ξέρουμε για τι πράγμα να μιλήσουμε. Βλέπω ένα μορφασμό στο αγέρωχο πρόσωπο του συνομιλητή – είναι πάντα ο ίδιος που βρίσκω στους περισσότερους συνομιλητές μου.

Είναι λοιπόν μεγάλη γιορτή όταν κάποιος βρίσκεται ελεύθερος από αυτή την παθολογία. Οι άνθρωποι είναι απελπισμένοι. Όταν αναπολώ εκείνους που στην εποχή μου, αρχαία πλέον, ανέπτυξαν μηδενιστικές αντιλήψεις για τη φιλοσοφία τους, και συχνά κατέληξαν, στην κρίση-nella krisis, στην απαισιοδοξία και την προσδοκία της καταστροφής (και οι αναγνώστες μου ξέρουν με ποια συνέχεια και με ποια σκληρότητα τους πολέμησα ) – όμως όταν τους ξανασκέφτομαι, σχεδόν συγκινούμαι τώρα από την ασθένειά τους που ήταν συνειδητοποιημένη και υπέφερε.

Ενώ σήμερα έχω απέναντί ​​μου χαρακτήρες των οποίων η ηθική είναι μηδενιστική και καταστροφική, όχι ως αποτέλεσμα μιας κριτικής δουλειάς αλλά επειδή η ύπαρξή τους είναι χωρίς συνέπεια, δίχως συνοχή, ακόμα κι όταν, συναναστρεφόμενος μαζί τους, μοιάζουν να ζουν μια συνηθισμένη ζωή.

Είναι χωρίς πάθη, στην πραγματικότητα, είναι χωρίς σημαίνοντα, είναι χωρίς πίστη – ότι κι αν γίνει πιστεύουν ότι η γλώσσα πρέπει να καθαριστεί, να πλυθεί και να ξεπλυθεί και να φτάσει σε σημαντική καθαρότητα – την καθαρότητα του κουβά μέσα στον οποίο καθάρισαν.

Πραγματικά πετούν έξω το σημαίνον μαζί με το βρώμικο νερό του μπάνιου. Του μένει εκείνο το ιδεώδες της αγνότητας -η «βασίλισσα» της λογικής, της ευαισθησίας, της έννοιας- που έχει καταστεί το επίθετο του κενού, του απλού υπολοίπου μετά το άδειασμα του όντος. Όταν κοιτάζω τριγύρω νιώθω ότι περιβάλλομαι από αυτά τα ζόμπι, από εκατομμύρια ζόμπι.

Είναι πραγματικά νέος αυτός ο κόσμος; Σίγουρα, εδώ και κάποιο χρόνο είναι δεδηλωμένο, βρίσκεται σε ανάπτυξη, σύντομα αυτό το «νέο» θα καταλάβει τα πάντα. Αλλά δεν είναι νέος. Είμαι 85 χρονών. Μέχρι τα 25-30 μου, αυτός ο «νέος» κόσμος υπήρχε, σε στέρεες και αποτελεσματικές μορφές, ο κόσμος μεταξύ των δύο πολέμων και της μεταπολεμικής περιόδου.

Ήταν αυτός που με καταπίεζε και εναντίον του οποίου πάλεψα. Τον είχαμε βάλει στη σοφίτα και τον καταστρέψαμε εν μέρει, τώρα αυτός ο πολύ παλιός κόσμος, εμφανίζεται ξανά ως ηγεμονικός. Είναι εκείνος ο φασίστας των παιδικών και νεανικών μου χρόνων.

Ήταν ο κόσμος στον οποίο η «πατριαρχία-καπιταλιστική εκμετάλλευση-κυριαρχία του έθνους» επένδυαν-περιέβαλαν, ως αφεντικά, τη ζωή και το μυαλό των ανθρώπων. Και πρόδωναν τη γενναιοδωρία και την εξυπνάδα των νέων για να τους παρασύρουν σε απατηλές περιπέτειες: ο πατριωτισμός, το έθνος, η φυλή, η ταυτότητα, η αρρενωπότητα θεωρούνταν ανώτερες αξίες.

Αυτός ο κόσμος ονομάζεται φασιστικός, όχι μόνο συντηρητικός αλλά αντιδραστικός, όχι μόνο θρησκευτικός αλλά φανατικός στην καταστροφή κάθε ελευθερίας. Ένας κόσμος όπου η προσπάθεια-o κόπος να ζεις κυριαρχούσε πάνω από κάθε άλλο πάθος και μια σκληρή πειθαρχία ανάγκαζε τις ψυχές στην αναισθησία στον πόνο.

Η καταπίεση οδηγούσε στην ασημαντότητα. Έτσι έχει γίνει ξανά ο σημερινός κόσμος; Αλλά αν είναι έτσι, πώς θα μπορέσουν τα σημερινά παιδιά να με διαβάσουν, πώς θα μπορέσουν να με καταλάβουν τα παιδιά του σήμερα;

Το βιβλίο μου θα τους φανεί ότι βυθίζεται σε μακρινά βάθη, δύσκολα προσβάσιμα. Θα είναι για αυτούς ένα αρχαιολογικό ντοκουμέντο. Και ο εκδότης μου, γιατί πρέπει να δημοσιεύσει αυτό το κείμενο το πολύ άξιο αρχείου; Υπάρχει ακόμα ένας επαρκής αριθμός από γεροντάκια που θα εκτιμήσουν αυτή την διήγηση και θα ευχαριστήσουν τον εκδότη για τη δημοσίευσή του;

Όταν – όχι πολύ καιρό πριν – ένας φρικτός χαρακτήρας, ένας φασίστας ανέβηκε στην Προεδρία μιας μεγάλης χώρας, της Βραζιλίας, κάποιοι νεαροί φίλοι ρώτησαν: «Τι μπορούμε να κάνουμε; Πώς πρέπει να συμπεριφερόμαστε για να αντισταθούμε;».

Απάντησα: «Μη φοβάστε». Είναι η προϋπόθεση για τη δημιουργία μιας μεγάλης και αποτελεσματικής αντίστασης. Ο φασισμός βασίζεται στο φόβο, παράγει φόβο, συνθέτει και κρατά τον λαό σε φόβο. Να μη φοβόμαστε: αυτό πρέπει να μπορούμε να πούμε στον λαό, ανάμεσα στο λαό, στο πλήθος που σήμερα υφίσταται την επιστροφή της φασιστικής βαρβαρότητας, ακόμα και εδώ σε εμάς, κάτω από τον ήλιο μας.

Μη φοβάστε να σπάσετε τη φυλακή της άδειας γλώσσας που μας επιβάλλεται και να γελάτε με την εξουσία, όπου κι αν παρουσιάζεται με το γκροτέσκο φασιστικό προσωπείο. Το να μην φοβάσαι σημαίνει να απελευθερώνεις τα πάθη και να γεμίζεις έτσι εκείνες τις γλωσσικές μορφές που άφησε κενές η διαδικασία της φασιστικής υποταγής.

Φαίνεται ότι ο αιώνας σκοτείνιασε: η απόρριψη του φόβου, η παραγωγή αντίστασης είναι πρώτα απ’ όλα διαλύοντας τις σκιές, ανακτώντας το νόημα των λέξεων. Γεμίστε τις με πράγματα, με πραγματικότητα, με ελευθερία.

Υποκειμενοποιείστε τες. Αλλά η κύρια λειτουργία συνίσταται στο να αναγνωρίσουμε ότι ο φασισμός είναι πάντα ο ίδιος, είναι πάντα μια επανάληψη της βίας για να μπλοκάρει την ελπίδα, είναι το παλιό – οι απόλυτες απαξίες της πατριαρχίας, της βίας της εκμετάλλευσης και της κυριαρχίας – που απατηλά επαναπροτείνεται να την επιβάλει ως αναγκαιότητα του πνεύματος και υποχρέωση της ηθικής ενώ αποτελεί το θεμέλιο μιας κουλτούρας θανάτου.

«Ζήτω ο θάνατος» είναι το σύνθημα του φασισμού. «Ζήτω η ζωή», απαντούν όσοι δεν φοβούνται. Η άνοιξη θα επιστρέψει – πάντα επιστρέφει! Ο φασισμός φαίνεται αιώνιος και πράγματι (έστω και σύντομη) μοιάζει μια πολύ μεγάλη βλάβη – αλλά είναι εύθραυστος, ο φασισμός.

Σε σύγκρουση με το πάθος του να ζεις ελεύθερος, δεν μπορεί να αντέξει πολύ. Η ελευθερία επιβάλλεται αναγκαστικά ενάντια στον φασισμό, γιατί με την ελευθερία θα υπάρξουν και άλλα ισχυρά πολιτικά πάθη, όπως αυτό για την ισότητα και αυτό για την αδελφοσύνη.

Η άνοιξη θα επιστρέψει και θα είναι μια αληθινή εποχή του νέου. Γιατί αν ο φασισμός είναι πάντα ο ίδιος, η άνοιξη της ελευθερίας είναι πάντα νέα, πάντα διαφορετική, πάντα γεμάτη δώρα. Κοιτάξτε πίσω, κοιτάξτε ξανά τις μεγάλες εποχές του αγώνα.

Θα μπορούσαμε να πάμε πολύ πίσω… δύο παραδείγματα είναι αρκετά. Το 1848 και το 1968 είναι ημερομηνίες που υπήρξαν θεμελιώδεις για τη γενιά μου. Η πρώτη, τα εγκαίνια του σοσιαλισμού στην Ευρώπη, μέσα και ενάντια στην ανάπτυξη των αντιθέσεων που προήλθαν από τη γαλλική επανάσταση και την ωρίμανση της καπιταλιστικής συσσώρευσης.

Από αυτή τη συνάντηση είχε προκύψει ο ανταγωνισμός της ελευθερίας ενάντια στην ισότητα και αυτός της ισότητας ως αδελφοσύνης των λαών ενάντια σε αυτήν της ελευθερίας ως εθνικισμού και κυριαρχισμού. Οι αντιδραστικοί είναι πάντα στη μία πλευρά, σταθεροί, μπλοκαρισμένοι στην υπεράσπιση των προνομίων τους.

Οι επαναστάτες που για πρώτη φορά ύψωναν την κόκκινη σημαία της αδελφοσύνης μεταξύ των λαών στην άλλην. Το 1948 ακολούθησε ένας αιώνας άγριων αγώνων. Ο σοσιαλισμός καθιερώθηκε, στη συνέχεια ηττήθηκε, αλλά παρόλα αυτά άφησε μια τεράστια κληρονομιά από δημόσια αγαθά, καλύτερα να πούμε, «κοινά» για τις νέες γενιές.

Είναι σε αυτό το έδαφος καινοτομίας και δύναμης που ανοίχθηκε το ’68. Ο «κομμουνισμός» ήταν ο ορίζοντας του. Επρόκειτο να καταστεί κοινό αυτό που ήταν δημόσιο, εξασφαλίζονταν περισσότερο κοινό από το δημόσιο που κατακτώνταν στο δημοκρατικό παιχνίδι. Ο καρπός του σοσιαλισμού πολλαπλασιάζονταν.

Ήμασταν μέσα σε αυτό και θα είμαστε μέσα σε αυτήν τη μάχη, τη δική μας και των παιδιών μας. Υπήρξε μια νέα ριπή ανέμου δημοκρατικής βούλησης που για άλλη μια φορά έφερε τα πάνω κάτω στον κόσμο. Και επαναλαμβάνεται: κάθε δέκα χρόνια, λίγο-πολύ, έχουμε μεγάλα, εκτεταμένα και διαχεόμενα επεισόδια εξέγερσης.

Οι κύκλοι Kondriatev τελείωσαν. Οι κύκλοι υποκειμενοποίησης του κοινού πήραν τα ηνία. Κάθε φορά προσαρμόζοντας την αντίσταση για να ξεπεραστούν τα εμπόδια που δημιουργούνται από μια καταστολή που έχει γίνει πλέον «επιστήμη της διακυβέρνησης».

Κάθε κυβερνητικότητα-governamentalità είναι μια καπιταλιστική, κυρίαρχη επιχείρηση για τον αποκλεισμό και την υπονόμευση των παραγωγικών κινημάτων της ζωντανής εργασίας. Της απαντά μια ανανεωμένη επίθεση από πλευράς κινημάτων πολιτών-εργαζομένων και μια ικανότητα αξιοποίησης των κατακτήσεων που έχουν επιτευχθεί.

Ας το δούμε προσεκτικά, αυτό το παιχνίδι που τέθηκε σε εφαρμογή μετά το ’68. Αντίσταση των εργαζομένων για την κατάκτηση της ικανοποίησης παλαιών και νέων αναγκών, μετά καταστολή. Καταφέρνει όμως η καταστολή να πετύχει τον στόχο της να εμποδίσει-μπλοκάρει την ανατρεπτική δράση;

Συχνά αναγκαστήκαμε να δώσουμε μια θετική απάντηση σε αυτή την ερώτηση. Αλλά και όταν μπλοκάρεται το ανατρεπτικό κίνημα, ας πάμε να δούμε αν ο αγώνας είχε όντως αρνητικό (ή σχετικά αρνητικό) αποτέλεσμα.

Λοιπόν, δεν είναι έτσι. Οι μεταρρυθμίσεις που συσσωρεύουν οι αγώνες, ακόμα και οι ηττημένοι, είναι σημαντικές, είναι μια αύξηση του «κοινού» στα χέρια της πληθώρας-του πλήθους του προλεταριάτου. Προσοχή σε παλιές φωνές που έρχονται από το παρελθόν: σημαίνει, η θετικότητα αυτής της διαδικασίας, πως πρέπει να είμαστε «ρεφορμιστές» στην διαχείριση του κινήματος;

Με τίποτα. Οι ρεφορμιστές δεν συσσωρεύουν τίποτα το κοινό, συσσωρεύουν μόνο ήττες και κατεδαφίσεις του κοινού, συνεργάζονται στην καπιταλιστική διακυβέρνησηgovernance  και μολύνουν και διαστρέφουν τους αγώνες.

Από την άλλη, μόνο οι αντιστασιακοί αγώνες που καθίστανται ανατρεπτικοί συσσωρεύουν τον κοινό πλούτο και τον μοιράζουν μεταξύ των θεσμών του κοινού. Περιτριγυρισμένοι από θεσμούς του κοινού, πετύχαμε μια κάποια πρόοδο για τη ζωή μας και για αυτή των παιδιών μας. Το μαρτυρώ πρόθυμα στα γηρατειά μου.

Αλλά για να κρατήσουμε ανοιχτή αυτή την εντολή του «κοινού», της κατάκτησής του και της συσσώρευσής του, η ιστορία των αγώνων μας διδάσκει ότι πρέπει να οργανωθούμε. Έχω περάσει τη ζωή μου προσπαθώντας να λύσω αυτό το καθήκον.

Δεν νομίζω ότι το κατάφερα -δηλαδή, να ανακαλύψω μια οργανωτική φόρμουλα που να είχε την αποτελεσματικότητα του «συνδικάτου» στη Δεύτερη Διεθνή ή του «σοβιέτ» στην Τρίτη. Έχουμε προσδιορίσει το έδαφος του πλήθους ως ένα σύνολο ιδιομορφιών, που λειτουργούν ως σμήνος, ως δίκτυο, πιθανότατα οργανώσιμο σε μια αληθινή άμεση δημοκρατία.

Ωστόσο, ποτέ δεν καταφέραμε να υπερβούμε τις «in vitro» εμπειρίες, αυτές μέσα στο γυαλί, [στον δοκιμαστικό σωλήνα]. Αλλά αυτός είναι ο δρόμος και ήδη ακολουθώντας τον επιτρέπει στη διαλεκτική της αντίστασης και της ανατροπής να αποσταθεροποιήσει την εχθρική δύναμη και να αποδομήσει το παραγωγικό σύστημα, άρα να προετοιμαστεί για την κατάκτηση του κοινού και την οικοδόμηση θεσμών του κοινού.

Υπάρχει πολύς δρόμος ακόμα και τα οργανωτικά κενά, οι άδειοι χρόνοι-καιροί του ανατρεπτικού εγχειρήματος, πληρώνονται. Συγκρουόμαστε με έναν αναζωπυρούμενο φασισμό. Γνωρίζουμε ότι ο αγώνας γίνεται δύσκολος. Δεν φοβόμαστε. Στεκόμαστε στην πρώτη γραμμή.

Πιστεύουμε ότι η αντίστασή μας είναι αποτελεσματική. Αλλά πρέπει να προετοιμαστούμε για τις ακραίες συνέπειες στις οποίες μπορεί να φτάσει ο φασισμός: τον πόλεμο. Όσοι έζησαν τον πόλεμο, όσοι τον έχουν υποστεί, ξέρουν ότι ο πόλεμος είναι, ήταν και θα είναι μια ακαταμάχητη μηχανή καταστροφής.

Είναι αυτή η φορά, για όλη την ανθρωπότητα, δεδομένων των πολεμικών μέσων που μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι μεγάλες καπιταλιστικές δυνάμεις. Πόλεμος μεταξύ δυνάμεων = καταστροφή των ριζών του ανθρώπινου.

Ο φασισμός μπορεί να προκαλέσει αυτή την καταστροφή του ανθρώπινου, αυτή τη σφαγή της ιστορίας του στον πλανήτη. Καταπολέμηση του φασισμού σημαίνει λοιπόν αγώνας υπέρ τoυ ανθρώπινου. Χωρίς να ξεχνάμε ποτέ ότι ο φασισμός είναι ικανός να το καταστρέψει, όταν αισθάνεται ότι τίθενται σε κίνδυνο οι πατριαρχικοί κανόνες της κοινωνίας, η δομή διοίκησης για εκμετάλλευση και η κυριαρχία του δικού του συμφέροντος στην πολιτική μορφή του Κράτους.

Να εστιάσουμε σε αυτό το σημείο και να οργανωθούμε για να μην υποστούμε την απόφαση πολέμου ενός κεφαλαίου που έχει διασταυρωθεί με τον φασισμό. Η αποφυγή του πολέμου, η μάχη και η νίκη επί του κεφαλαίου χωρίς να περάσουμε μέσα από τον πόλεμο είναι καθήκον μας. Πώς να το κάνουμε; Ο ειρηνισμός θα είναι το όπλο μας γιατί η ειρήνη είναι η επιθυμία μας.

Έζησα και υπέφερα τον φασισμό. Η καρδιά μου πληγώνεται και ο εγκέφαλός μου τραυματίζεται όταν αναπολώ αυτήν την εμπειρία. Έζησα μετά, από το ’68 μέχρι σήμερα, χωρίς φόβο για τον φασισμό. Τα εγκλήματα που του αποδίδονται, το Shoah καταρχήν, τον εμπόδισαν να γίνει ξανά επιθυμητός, η μεγάλη μάζα του πληθυσμού φαινόταν να τον είχε αποκηρύξει οριστικά.

Μόνο οι αξιωματούχοι της κυριαρχίας κατάφερναν να συνοδεύσουν στη μνήμη (και να είναι δόκιμοι-συγκαταβατικοί στις πρακτικές) εκείνες τις εγκληματικές συμπεριφορές – ενίοτε ανανεώνοντάς τις. Η ευρωπαϊκή καταστολή του ’68 ήταν ένα παράδειγμα αυτού.

Ωστόσο, ποτέ δεν φοβήθηκα, απλώς ανέπτυξα περιφρόνηση για αυτούς τους εγκληματίες. Σήμερα τα πράγματα είναι διαφορετικά: ένα σύννεφο θειούχου καπνού, μια πυκνή ατμόσφαιρα, αδύνατο να την διαπεράσεις με το βλέμμα, μας περιβάλλει.

Ο φασισμός είναι πανταχού παρών. Πρέπει να επαναστατήσουμε. Πρέπει να αντισταθούμε. Η ζωή μου φεύγει, η μάχη μετά τα 80 γίνεται δύσκολη. Αλλά ό,τι μένει από την ψυχή μου, με οδηγεί σε αυτή την απόφαση. Στην αντίσταση στον φασισμό, στην προσπάθεια να σπάσει αυτή η κυριαρχία, στη βεβαιότητα ότι θα τα καταφέρουμε, γράφτηκε αυτό το βιβλίο.

Το μόνο που μου μένει φίλοι μου είναι να σας αφήσω. Με χαμόγελο, με γλυκύτητα, αφιερώνοντας αυτές τις σελίδες, αυτούς τους τρεις τόμους που ολοκληρώνω, σε εκείνους τους ενάρετους ανθρώπους που προηγήθηκαν εμού στην τέχνη της ανατροπής και της απελευθέρωσης, και σε αυτούς που θα ακολουθήσουν. Είπαμε ότι είναι «αιώνιοι» – η αιωνιότητα μας αγκαλιάζει.

Πηγή: Euronomade

Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος

Διαβάστε επίσης