Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 1996
Στις 30 Δεκεμβρίου 1996 στις 3.35 μ.μ. ένα ελικόπτερο κατέβασε ένα μεγάλο καλάθι πάνω από την Ειδική Μονάδα Μεγίστης Ασφαλείας στο Σαντιάγο (Χιλή), απελευθερώνοντας τέσσερις από τους πιο στενά φρουρούμενους μαχητές του Πατριωτικού Μετώπου Manuel Rodriguez.
Το ελικόπτερο με πιλότο τον λοχαγό των Carabineros Daniel Sagredo είχε απογειωθεί κάτι λιγότερο από τρεις ώρες νωρίτερα. Μόλις το ελικόπτερο κατελήφθη και ο πιλότος εγκαταλείφθηκε στα περίχωρα της πόλης, η επιχείρηση άρχισε να συμπίπτει με τον τρίτο και τελευταίο γύρο επισκέψεων από τις οικογένειες των κρατουμένων
Το ελικόπτερο, αφού πέταξε πάνω από το κεντρικό οκτάγωνο του κτιρίου των φυλακών, κατευθύνθηκε προς την ειδική μονάδα. Παρά την έναρξη των πυρών από τους φρουρούς, αρχικά με πιστόλια και στη συνέχεια με ριπές πολυβόλων, ένα μεγάλο καλάθι κατέβηκε ενώ τα πυρά των φρουρών απαντήθηκαν από το ελικόπτερο.
Στη μέση της ανταλλαγής πυροβολισμών, οι τέσσερις δραπέτες έφτασαν στο καλάθι ενώ το ελικόπτερο πήρε γρήγορα ύψος.
Δέκα λεπτά αργότερα, έξι ή επτά ένοπλοι αποβιβάστηκαν από το ελικόπτερο, το οποίο προσγειώθηκε στο γήπεδο «Parco Brasil» και μαζί με τους τέσσερις πρώην κρατούμενους πήραν τις θέσεις τους στα τέσσερα αυτοκίνητα που περίμεναν χωρίς πινακίδες.
Οι αστυνομικές αναφορές αναφέρουν ότι το ελικόπτερο ήταν θωρακισμένο με αλεξίσφαιρο γυαλί και ατσάλινες ενισχύσεις και ότι το καλάθι ήταν επενδυμένο με αλεξίσφαιρο ύφασμα. Μέσα στο ελικόπτερο βρέθηκαν τρεις χειροβομβίδες, ενώ στα αυτοκίνητα, στη συνέχεια εγκαταλελειμμένα, βρέθηκαν δύο πολυβόλα M-16.
Αυτά είναι τα ονόματα των πρώην φυλακισμένων:
Ricardo Alonso Palma Salamanca
Mauricio Hernández Norambuena
Pablo Muñoz Hoffman
Patricio Fernando Ortiz Montenegro
Ο καθηγητής Jaime Jorge Guzmán άφησε το Universidad Católica του Σαντιάγο της Χιλής και βρήκε το θάνατό του, κάτω από τις σφαίρες δύο νεαρών που εμφανίστηκαν ξαφνικά. Το όνομά του βρισκόταν εδώ και καιρό στη λίστα του Πατριωτικού Μετώπου, Frente Patriótico Manuel Rodríguez, μιας μαρξιστικής-λενινιστικής οργάνωσης ανταρτοπόλεμου που ήταν μεταξύ των πρωταγωνιστών της αντιπολίτευσης στο καθεστώς του Augusto Pinochet, τον οποίο είχε ήδη προσπαθήσει να δολοφονήσει το 1986.
Ο άνθρωπος που σχεδίασε την επίθεση, ήταν γνωστός ως διοικητής Ramiro, ήταν 33 ετών, και στα νιάτα του ήταν ένας πολλά υποσχόμενος ποδοσφαιριστής, πριν πάρει το τουφέκι. Το πραγματικό του όνομα ήταν Mauricio Hernández Norambuena, γεννήθηκε στο Valparaíso το 1958, σε μια καλή οικογένεια -πατέρας θαλάσσιος βιολόγος, μητέρα δικηγόρος- με σοσιαλιστική πολιτική παράδοση.
Από τη στιγμή που γεννήθηκε, ωστόσο, όλα έδειχναν ότι το ποδόσφαιρο θα ήταν το πεπρωμένο του: εκείνη ακριβώς τη χρονιά, ο Santiago Wanderers – που παρά το όνομά του, είναι ο κύριος σύλλογος της πόλης του Valparaíso – κέρδιζε τον πρώτο του εθνικό τίτλο.
Με το περιβραχιόνιο του αρχηγού στο μπράτσο, ο δεκαεννιάχρονος τότε κεντρικός αμυντικός ξεχώρισε σε μια ομάδα ικανή να φτάσει στην εξαιρετική έκτη θέση. Την επόμενη χρονιά με το Orompello, ο Mauricio Hernández Norambuena κέρδισε έναν ιστορικό περιφερειακό τίτλο και ήρθε σε επαφή μαζί με τον Fernando Larenas Seguel με πρωτοβουλία της Audax Italiano για να μετακομίσει και να παίξει επαγγελματικά στο Σαντιάγο.
Θα μπορούσε να είναι μια ευκαιρία ζωής, αν τα πράγματα δεν απομάκρυναν πλέον από το ποδόσφαιρο και σπρώχνοντας τον προς την πολιτική αυτόν τον νεαρό αμυντικό. Η αμοιβή που πρόσφερε ο σύλλογος ήταν πολύ μίζερη, για να συντηρηθεί σε μια πόλη όπως το Σαντιάγο, και πάνω απ’ όλα θα απαιτούσε τη διακοπή των σπουδών του στο Πανεπιστήμιο του Βαλπαραΐσο, όπου ο Μαουρίσιο παρακολουθούσε το μάθημα Κινητικών Επιστημών.
Έτσι παρέμεινε στην ίδια του την πόλη, εγκαταλείποντας τα ποδοσφαιρικά του όνειρα για μια πιο σεμνή ζωή ως δάσκαλος. Αλλά κατά τη διάρκεια του πανεπιστημίου, το ενδιαφέρον του για την πολιτική, βαθιά ριζωμένο στην οικογένεια, οξύνθηκε: ενώ το καθεστώς Πινοσέτ κατέστειλε τα αριστερά κινήματα και έσφαζε τις δημόσιες δαπάνες για να πραγματοποιήσει τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις των Chicago Boys, ο Mauricio εντάχθηκε στους Juventudes Comunistas de Chile, επίσημα παράνομη οργάνωση, και το 1983 πήρε μέρος στις φοιτητικές διαμαρτυρίες κατά του Πινοσέτ.
Ήταν εκείνη την περίοδο που γνώρισε τη Cecilia Magni, μια νεαρή κοινωνιολόγο που είχε επιλέξει τον δρόμο της παρανομίας και του ένοπλου αγώνα, γενόμενη γνωστή ως διοικητής Tamara. Ο Mauricio Hernández Norambuena εξαφανίστηκε, και γεννήθηκε ο Ramiro.
Σύντομα, ανέβηκε στις τάξεις του FPMR -όπου τον είχε ακολουθήσει και ο πιστός Fernando Larenas Seguel- και έγινε ένας από τους διοργανωτές της επίθεσης που για πολύ λίγο δεν εξολόθρευσε οριστικά τον Πινοσέτ το 1986.
Όταν, δύο χρόνια αργότερα, ένα δημοψήφισμα επικύρωσε το τέλος της δικτατορίας, η ομάδα ωστόσο διασπάστηκε και ο Ραμίρο έγινε ο ηγέτης της συνιστώσας που αρνούνταν να εγκαταλείψει τα όπλα: το τέλος του καθεστώτος της Χιλής ήταν πολύ διφορούμενο, πραγματοποιήθηκε δημοκρατικά και μάλιστα με γενική αθώωση για τον Πινοσέτ και τους πιστούς του, όπως ο Χάιμε Χόρχε Γκουσμάν-Jaime Jorge Guzmán. Δεκαεπτά χρόνια καταχρήσεων και εγκλημάτων κατά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που ήθελαν να ξεχαστούν κατ’ αυτό τον τρόπο, σαν να μην είχε συμβεί τίποτα.
Η δολοφονία του Guzmán ήταν το αποκορύφωμα μιας σειράς επιχειρήσεων ένοπλου αγώνα -ή τρομοκρατίας, ανάλογα με το πώς θέλει να το δει κανείς- που διεξήγαγε το FPMR στις αρχές της δεκαετίας του ’90, και οι οποίες έκαναν τον Ramiro να αναδειχθεί στον μεγαλύτερο εκφραστή της «οργάνωσης».
Η αστυνομία της Χιλής τον συνέλαβε το 1993 κοντά σε μια αντλία βενζίνης. ο άντρας που ήταν μαζί του, ο Agdalín Valenzuela, τον είχε πουλήσει στις αρχές, αλλά δύο χρόνια αργότερα θα τον εντόπιζαν οι άλλοι φρεντίστι μαχητές και θα τον εκτελούσαν.
Ο Ραμίρο καταδικάστηκε σε διπλή ισόβια κάθειρξη για να εκτιστεί στη φυλακή υψίστης ασφαλείας του Σαντιάγο, την πιο αδιάβατη φυλακή στη Χιλή. Μέσα σε περίπου δέκα χρόνια, από πολλά υποσχόμενος ποδοσφαιριστής πέρασε να είναι ο νούμερο 1 δημόσιος εχθρός της χώρας, αλλά η ιστορία του δεν είχε με τίποτα τελειώσει.
Το 1996, ενώ η Santiago Wanderers είχε επιστρέψει για να παίξει στην πρώτη κατηγορία μετά από χρόνια τεχνικής και οικονομικής κρίσης, ο Ramiro συνέχισε την περιπετειώδη καριέρα του ως αντάρτης. Στις 30 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους, ένα κομάντο του FPMR επιτέθηκε στη φυλακή του Σαντιάγο με ένα ελικόπτερο, κάτω από το οποίο ήταν συνδεδεμένο ένα θωρακισμένο κλουβί στο οποίο κατέφυγαν ο διοικητής Ramiro και άλλοι τρεις από τους συντρόφους του, μεταφέροντάς τους εντυπωσιακά στην ελευθερία.
Κατέφυγε πρώτα στην Κούβα, μετά στη Νικαράγουα, το Ελ Σαλβαδόρ και την Κολομβία, όπου έγινε ένας από τους πιο σεβαστούς εκπαιδευτές των πολιτοφυλακών FARC. Στη συνέχεια, Ουρουγουάη, Αργεντινή και Βραζιλία, όπου το 2001 οργάνωσε την απαγωγή του τοπικού επιχειρηματία Washington Olivetto, την ίδια περίοδο κατά την οποία, στην πατρίδα, η Santiago Wanderers κέρδιζε το τρίτο και, μέχρι στιγμής, τελευταίο πρωτάθλημα.
Μια τοιχογραφία κατά μήκος του ποταμού Mapocho, στο Σαντιάγο, απεικονίζει το λεγόμενο Vuelo de la Justicia, την τολμηρή απόδραση του διοικητή Ramiro από τη φυλακή της πόλης μαζί με άλλους τρεις μαχητές.
Ο Ramiro συνελήφθη τελικά στη Βραζιλία ένα χρόνο μετά την απαγωγή του Olivetto, καταδικάστηκε σε 30 χρόνια φυλάκιση και, για να είναι πραγματικά σίγουροι, υποβιβάστηκε σε ένα άκαμπτο σύστημα απομόνωσης σε ένα κελί διαστάσεων δύο επί τρία μέτρα, από το οποίο μπορούσε να βγει μόνο για μια ώρα την ημέρα πέντε φορές την εβδομάδα, να πηγαίνει για προαυλισμό σε μια επίτηδες άδεια αυλή, ώστε να μην έχει επαφή με κανέναν άλλο.
Σε αυτές τις συνθήκες έζησε μέχρι το 2019, όταν η κυβέρνηση της Βραζιλίας αποφάσισε να τον στείλει πίσω στη Χιλή για να εκτίσει την υπόλοιπη ποινή του, η οποία θα λήξει μόλις το 2046, όταν ο αντάρτης του Βαλπαραΐσο θα είναι πλέον 88 ετών. Θα μπορούσε να ήταν καλός αμυντικός, ο Mauricio Hernández Norambuena, αλλά διάλεξε άλλο δρόμο.
Μιχάλης ‘Μίκε’ Μαυρόπουλος infoaut.org