Η Αυτονομία μας

 Η Αυτονομία μας
  • λέγω πως αγωνιζόμαστε καθημερινά να λυτρωθούμε από τον λυτρωτή, με ότι αυτό συνεπάγεται, σκεπτόμενοι αυτόνομα. Μιχάλης

  • Η επανάσταση και αυτά που απέμειναν. La rivoluzione e i resti

Διότι οι επαναστάσεις, ειδικά εκείνες που απέτυχαν, δεν διαγράφονται ποτέ. Και ίσως είναι αλήθεια πως όλα τα κινήματα γεννήθηκαν για να πεθάνουν, είναι ακόμη περισσότερο αλήθεια πως υπάρχει κάτι που απέμεινε από εκείνους τους αγώνες, εκείνα τα κινήματα, εκείνες τις ζωές, που δεν καταστρέφεται ποτέ και καθίσταται δίχως τέλος (Marcello Tarì)

269 ένοπλοι σχηματισμοί, 7 866 επιθέσεις σε πράγματα και 4 290 σε ανθρώπους, 36.000 πολίτες που διερευνήθηκαν και πάνω από 6.000 άνθρωποι καταδικάστηκαν σε φυλάκιση δεκαετιών 1, εκατοντάδες ποινές ισόβιας κάθειρξης, προσφυγή σε βασανιστήρια (συστηματικά κατά τη διάρκεια του 1982) και νόμους εξαίρεσης σε 18 χρόνια ιστορίας. Για να δοθεί το μέγεθος του φαινομένου, είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι, σε περιόδους φασιστικής δικτατορίας, μεταξύ του 1926 (έτος ίδρυσης του Ειδικού Δικαστηρίου) και του 1943, 15 806 αντιφασίστες παραπέμφθηκαν στο Ειδικό Δικαστήριο, 5 620 δικάστηκαν, βάσει των καταγγελιών της Οvra, και καταδικάστηκαν 4 596 2. Αυτά είναι μερικά από τα στοιχεία που μας επιστρέφει η Ιστορία, αλλά φαίνεται να μην αρκούν – όπως επίσης φαίνεται πως δεν αρκούν τα 40 χρόνια που μας χωρίζουν από το τέλος αυτού του κύκλου κοινωνικών αγώνων των οποίων ο ένοπλος αγώνας υπήρξε μία από τις εκδηλώσεις – για να ελευθερώσουν το έδαφος, που τροφοδοτείται από την πολιτική και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης αλλά υποστηρίζεται και από ένα μεγάλο μέρος της ιστοριογραφίας, από μια σειρά κοινοτοπιών-κλισέ που της προσδίδουν μια παραμορφωμένη εικόνα και νόημα. Ο ένοπλος αγώνας στην Ιταλία προέκυψε μέσα σε ένα ακριβές ιστορικό πλαίσιο, το οποίο διήρκεσε περίπου είκοσι χρόνια, από το 1969 έως το δεύτερο μισό των χρόνων ’80. Μια κρίσιμη περίοδος στην ιταλική και διεθνή ιστορία, η οποία φέρει ολόκληρη την περίοδο μετάβασης από τον φορντισμό στον μεταφορντισμό, δηλαδή μια φάση αλλαγών που άφησαν εποχή και που έχουν μεταμορφώσει και επανασχεδιάσει τον κόσμο, τα οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά του σενάρια. Μια αναταραχή, μια αναστάτωση που προκλήθηκε από τις ίδιες δυναμικές του κεφαλαίου υπό μετασχηματισμό. Κόρη μιας περιόδου κατά την οποία οι επαναστατικές διαδικασίες και ανυποταξίας στο υπάρχον εκδηλώνονταν σε όλες τις περιοχές του πλανήτη τότε χωρισμένου στα δύο, εκείνες υπό τον ατλαντικό έλεγχο και εκείνες υπό τον σοσιαλιστικό έλεγχο. Κόρη μιας περιόδου που έκανε να αναδυθούν υποκειμενικότητες μέχρι τότε αόρατες ή περιθωριακές μετατρέποντάς τες σε πρωταγωνιστές των διαδικασιών πολιτικής χειραφέτησης. Ο ένοπλος αγώνας ιστορικά ανήκει σε αυτό το πλαίσιο, γεννιέται στο φορντικό εργοστάσιο, όπου η άρνηση της εργασίας δημιούργησε ένα ταξικό κίνημα που για μερικά χρόνια, στην Ιταλία, κανείς δεν κατόρθωσε να κυβερνά, από τα συνδικάτα στα κόμματα, στις δυνάμεις της τάξης, σε μια διαδικασία μη αναστρέψιμης ρήξης μεταξύ θεσμικής αριστεράς και επαναστατικής αριστεράς: Δεν υπάρχει νίκη, δεν υπάρχει κατάκτηση χωρίς το μεγάλο κομμουνιστικό κόμμα, φώναζε και ξαναφώναζε το PCI-ΚΚΙ στις διαδηλώσεις στους δρόμους και τις πλατείες. Ένα σύνθημα που ήθελε να σημαίνει κατεύθυνση και έλεγχο επί των αγώνων στο εργοστάσιο και στην κοινωνία, αλλά και μονοπώλιο της διαφωνίας και της διαμάχης σύμφωνα με το οποίο δεν επιτρέπονταν ούτε γίνονταν αποδεκτές άλλες μορφές έκφρασης της διαφωνίας και του αγώνα στα αριστερά του ΚΚΙ, ούτε υποκείμενα που θα μπορούσαν να την ερμηνεύσουν. Τα χρόνια του ’68 υπήρξαν η συγκεκριμένη διάψευση, ακόμα κι αν αυτό δεν σήμαινε την ανικανότητα του κόμματος να κεφαλαιοποιήσει και να κάνει δικούς του, στη συνέχεια, να προσαρμόσει εκείνους τους αγώνες που κοιτούσε με καχυποψία, που δεν τους ήθελε και που βοήθησε στην αποδυνάμωση τους, ένα εμπόδιο επί της πορείας οικοδόμησης μιας «δημοκρατικής αξιοπιστίας και σεβασμού» που θα το άλλαζαν αμετάκλητα.
Silvia De Bernardinis

  • η ζωή στον πλανήτη μας όμως, που χλευάζει κάθε είδους ταξινόμηση και δεν επιβεβαιώνει καμία ερμηνεία, δεν μένει ποτέ ήσυχη. η φύση βρίσκεται σε αέναη κίνηση όπως κι εμείς, τα παιδιά της, που είμαστε ότι είμαστε και ταυτόχρονα είμαστε ότι κάνουμε για να αλλάξουμε αυτό που είμαστε. όπως έλεγε ο Πάουλο Φρέιρε, ο δάσκαλος που πέθανε αεί διδασκόμενος : Προχωράμε.

η αλήθεια είναι στο ταξίδι όχι στο λιμάνι. δεν υπάρχει μεγαλύτερη αλήθεια από την αναζήτηση της αλήθειας. είμαστε άραγε καταδικασμένοι στο έγκλημα ;

το ξέρουμε καλά ότι εμείς, τα ανθρώπινα κτήνη, θέλουμε να κατασπαράζουμε τον διπλανό μας και να ρημάζουμε τον πλανήτη, αλλά επίσης ξέρουμε ότι δεν θα ήμασταν σήμερα εδώ αν οι μακρινοί μας πρόγονοι της παλαιολιθικής εποχής δεν είχαν μάθει να προσαρμόζονται στη φύση, της οποίας μέρος ήταν κι αυτοί, και αν δεν ήταν ικανοί να μοιράζονται τους καρπούς που μάζευαν και το κυνήγι που έπιαναν.

κάθε άνθρωπος, όπου κι αν ζει, όπως κι αν ζει, όποτε κι αν ζει, κρύβει μέσα του πολλά εν δυνάμει πρόσωπα. το εφήμερο σύστημα εξουσίας αναδεικνύει καθημερινά ένα από τα χειρότερα πρόσωπα μας και εμποδίζει κάθε άλλο να αναπτυχθεί και να βγει στο προσκήνιο. παρά το ότι είμαστε φτιαγμένοι από κακή πάστα δεν έχουμε ακόμη τελειώσει.

κι αν κάτι μας κάνει να αξίζουμε, εμάς που είμαστε μια αναλαμπή στην ιστορία του σύμπαντος, μια φευγαλέα ζεστασιά μέσα στους πάγους, είναι αυτή η πρόκληση να αλλάξουμε τα πράγματα και να αλλάξουμε κι εμείς οι ίδιοι.

ΕΝΤΟΥΆΡΝΤΟ ΓΚΑΛΕΆΝΟ

  • Ποτέ δεν αρνήθηκε το παρελθόν της: «Ωστόσο και ο Che Guevara δεν μπορεί να θεωρηθεί ένας ειρηνιστής, κι όμως βρίσκεται σε όλα τα μπλουζάκια. Όταν επέλεξα να πράξω τον ένοπλο αγώνα ο φόβος μου ο μεγαλύτερος δεν ήταν πως θα μπορούσα να τελειώσω σκοτωμένη, αλλά πως έπρεπε να πατήσω μιαν σκανδάλη. Πίστευα σε εκείνο που έκανα και βρισκόμουν σε ειρήνη με τον εαυτό μου, λέγοντας στον εαυτό μου πως μαχόμουν σε έναν πόλεμο για να εκμηδενίσω όλους τους πολέμους».
    • «Δεν αναγνωρίζω τον εαυτό μου σε καμιά κατηγορία. Η διαφοροποίηση ανάμεσα σε μετανιωμένους, αυτούς που διαχώρισαν την θέση τους και αμετακίνητους-αμετανόητους αντιπροσωπεύει ένα απλουστευτικό τέχνασμα-κατασκεύασμα. Εγώ δεν θέλησα να καταφύγω στις πριμοδοτήσεις που οι νόμοι έκτακτης ανάγκης προέβλεπαν για αυτούς που συνεργάστηκαν με τις αρχές. Δεν κάνω ονόματα, δεν στέλνω συντρόφους στην φυλακή, αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν βλέπω τα περασμένα μας λάθη και κρίνω την ένοπλη εμπειρία να έχει κλείσει εξ ολοκλήρου».

Barbara Balzerani

Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος          αέναη κίνηση

Διαβάστε επίσης