Ας προσπαθήσουμε να ανακεφαλαιώσουμε το θέμα ξεκινώντας από μακριά: Παραμονή Χριστουγέννων 1991.
Η μετακόμιση
Εκείνο το βράδυ των Χριστουγέννων, το τρίτο κανάλι της RAI μετέδωσε την τελευταία ομιλία του Γκορμπατσόφ, αυτή με την οποία κήρυξε το τέλος της Σοβιετικής Ένωσης. Ποτέ στην ιστορία δεν είχε συμβεί ένας γεωπολιτικός γίγαντας, ένα πολυεθνικό Κράτος προικισμένο με τεράστια στρατιωτική ισχύ να αποφασίσει σχεδόν ειρηνικά να διαλυθεί. Ήταν μια δοκιμασία εξαιρετικής λογικής; Ήταν ένα λάθος; Η σκληρή απόφαση αφορά τους επόμενους: αλλά απόγονοι είμαστε εμείς.
Τελικά ο φωτογραφικός φακός συνέλαβε την κόκκινη σημαία να κατεβαίνει στο κοντάρι του Κρεμλίνου. Και αμέσως μετά, αλλά αμέσως, χωρίς καν διάλειμμα στη διαφήμιση, ξεκίνησε το Il Trasloco, η Μετακόμιση, η ταινία που είχαμε γυρίσει με τη σκηνοθεσία του Renato De Maria ένα χρόνο νωρίτερα, κατά τη διάρκεια της μετακόμισης από το σπίτι στη Via Marsili. Το διαμέρισμα όπου είχα ζήσει είκοσι χρόνια μαζί με άλλους ναυαγούς, και όπου με ένα σωρό περαστικούς φίλους είχαμε σκεφτεί το RadioAlice και δημιουργήσαμε το περιοδικό A/traverso. Κάποιοι δημοσιογράφοι το αποκαλούσαν σπίτι της ουτοπίας, με λίγη φαντασία.
Η ταινία, την οποία μπορείτε να δείτε εδώ qui, προβλήθηκε μια στιγμή αφότου η κόκκινη σημαία κατέβηκε στην οροφή του Κρεμλίνου, αλλά είχαμε τελειώσει τα γυρίσματα του φιλμ έντεκα μήνες νωρίτερα, στις 17 ιανουαρίου1991, την ίδια μέρα που οι Ηνωμένες Πολιτείες άρχισαν να βομβαρδίζουν τη Βαγδάτη. Όντως στην τελευταία σκηνή βλέπουμε το άδειο και σκοτεινό σαλόνι αφού έχουν φύγει όλοι οι κατοικούντες, και μια τηλεόραση στο έδαφος, ανάμεσα στη σκόνη και τα χαρτιά. Ένας από τους δύο αχθοφόρους φωνάζει το όνομά μου: «Μπεράρντι…. Μπεράρντι… τελειώσαμε». Αλλά εγώ δεν απαντώ. Η τηλεόραση, εν τω μεταξύ, δείχνει τους πράσινους ιχνηλάτες στη σκοτεινή ιρακινή νύχτα. Ο αχθοφόρος Φάμπιο ξαναφωνάζει, μάταια. Μετά λέει: «Ας σβήσουμε και να φύγουμε», και σβήνει αυτή η τελευταία λάμψη. Tέλος. Ο καθένας πάει για λογαριασμό του, είπε ο Vivolo.
Οι δυτικοί δεν κατάλαβαν τίποτα από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, ή μάλλον δεν θέλησαν να καταλάβουν. Η φιλελεύθερη δημοκρατία θριαμβεύει στον κόσμο, διακήρυξαν, η ιστορία τελείωσε, la storia è finita.
Λίγοι είδαν την επιστροφή του ναζισμού με την ατομική βόμβα στη διάλυση της σοβιετικής κοινωνίας. Από την έκρηξη και τον κατακερματισμό αναδύθηκε μια μάζα φτωχών, επιθετικών και αγανακτισμένων εθνικισμών ο ένας μετά τον άλλο: ο τσετσένος, ο ουκρανός και στην εξωτερική αυτοκρατορία ο ουγγρικός, ο πολωνικός, ο λιθουανικός, ο λετονικός εθνικισμός κ.ο.κ. Πάνω απ’ όλα όμως ο ρωσικός εθνικισμός.
Οι φιλελεύθεροι δημοκρατικοί ιδεολόγοι, που ίσως δεν διάβασαν καλά τον Τολστόι και τον Ντοστογιέφσκι, έσπευσαν να θεωρήσουν τη Ρωσία χώρα κατάκτησης και τάχθηκαν υπέρ μιας ρωσικής φιλελεύθερης δημοκρατίας στο στάδιο της δημιουργίας. Θα έπρεπε τουλάχιστον να είχαν διαβάσει τον Ιβάν Ίλιν, Ivan Ilin, που είχε δημοσιεύσει τις ιδέες του στα χρόνια της ανόδου του Χίτλερ.
Γεννημένος από μια ευγενή οικογένεια το 1883, ο Ilin έζησε στο Βερολίνο τη δεκαετία του ’30, αναγνώρισε στον Χίτλερ τον ρόλο του πρωταθλητή του χριστιανισμού που απειλούνταν από τον μπολσεβίκο αθεϊσμό, και είδε στον ναζισμό, ή μάλλον σε ένα χριστιανικό φασισμό, το πνεύμα στο οποίο οι Ρώσοι της μελλοντικής εποχής θα έπρεπε να είχαν αναγνωρίσει τους εαυτούς τους. Ο Ίλιν έγραψε τα κείμενά του ως οδηγό για τους Ρώσους ηγέτες που θα ανέβαιναν στην εξουσία μετά το τέλος της Σοβιετικής Ένωσης. Πέθανε το 1954. Σύμφωνα με τον Timothy Snyder, “η ουσία των επεμβάσεων του Ίλιν εκείνα τα χρόνια συνίστατο στην ιδέα ότι η Ρωσία δεν έπρεπε να κατανοηθεί ως μια παρούσα κομμουνιστική απειλή, αλλά ως μελλοντική χριστιανική σωτηρία”.
Το μέλλον έφτασε με τον Πούτιν, δεν υπάρχει αμφιβολία. Ο άνθρωπος που ενσαρκώνει τη ρωσική εθνική ανάκαμψη-αντεπίθεση, ανέφερε τον Ilin στις πιο σημαντικές ομιλίες του από στρατηγική και, θα λέγαμε, φιλοσοφική σκοπιά.
Ας ξεκαθαρίσουμε: δεν είναι αλήθεια ότι το 1991 οι δυτικοί ιδεολόγοι αγνόησαν ότι ο ναζισμός ήταν το πιο πιθανό πεπρωμένο της Ρωσίας, όταν κατέρρευσε το αυταρχικό καθεστώς που αυτοαποκαλούσε τον εαυτό του «σοσιαλιστικό». Αλλά γι’ αυτούς ο κύριος εχθρός ήταν (πάντα ήταν) το φάσμα του κομμουνισμού: το αντικαπιταλιστικό κίνημα στο οποίο η ΕΣΣΔ πρόσφερε μια γεωπολιτική κάλυψη. Ακριβώς όπως στη δεκαετία του ’20 του εικοστού αιώνα η μεγάλη διεθνής χρηματοδότηση θεωρούσε τον Χίτλερ έναν διαταραγμένο άνθρωπο χρήσιμο για την καταπολέμηση του κομμουνιστικού κινδύνου, έτσι σήμερα η οικονομική τάξη δεν περιφρονεί καθόλου τη συμμαχία με τον Τραμπ και τον Μόντι, και με κάθε άλλο αποδεδειγμένης αντεργατικής πίστης εγκληματία.
Από τη σκοπιά της μακράς ιστορικής διάρκειας, η ανατροπή του σοβιετικού Κράτους αντιπροσώπευσε ένα θανατηφόρο πλήγμα ενάντια στις (άστοχες) ελπίδες των εργατών σε όλο τον κόσμο, αλλά πάνω από όλα αντιπροσώπευσε την επανένωση της λευκής φυλής και του χριστιανικού πολιτισμού σε παγκόσμια επίπεδο. Ο ψυχρός Πόλεμος είχε αντιτάξει δύο μπλοκ του λευκού κόσμου, το δυτικό και το ρωσικό: αυτά είχαν χωριστά επιδιώξει σχέδια (διαφορετικά από πολλές απόψεις αλλά τελικά παρόμοια) που προέβλεπαν την αποικιακή υποταγή άλλων λαών (μη χριστιανικών, μη λευκών). Επομένως από τη ρωσική πολιτική του Ντόναλντ Τραμπδεν λείπει μια διορατική στρατηγική έννοια: μακροπρόθεσμη ειρήνευση με τους λευκούς Ρώσους (με τη διπλή έννοια της λέξης: ανθρωπολογική και πολιτική). Ο πιο βάναυσα πολεμοκάπηλος τομέας της αμερικανικής άρχουσας τάξης, το κόμμα του Μπάιντεν, έχει απορρίψει αυτή την ειρήνευση με φρίκη, και έχει γλιστρήσει σε ένα επικίνδυνο χάος που τώρα κινδυνεύει να εκραγεί στην Ουκρανία.
Ο Τραμπ είχε απόλυτο δίκιο (όπως ο Μπερλουσκόνι εξ άλλου) λέγοντας ότι: αυτός ο Πούτιν είναι όμοιος μας, ένας ναζί σαν κι εμάς, ας κλείσουμε ένα ματάκι στις φάρσες του. Η δολοφονία δημοσιογράφων που λένε την αλήθεια δεν πρέπει να μας σοκάρει, μιας και εμείς θέλουμε το πετσί του Τζούλιαν Ασάνζ.
Με τη νίκη του Μπάιντεν, ο πόλεμος γίνεται πιο πιθανός: ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός διεκδικεί την ηγεσία του λευκού πολιτισμού, αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι πλέον σε θέση να κυβερνήσουν τίποτα, ούτε καν τον εαυτό τους. Η χώρα είναι λεία μιας μαζικής ψύχωσης που εκδηλώνεται όλο και πιο συχνά ως ένοπλη βία και κυρίως διχάζεται για ανθρωπολογικούς λόγους που η πολιτική αδυνατεί να μεσολαβήσει. Ο Πούτιν γνωρίζει ότι η Αμερική βρίσκεται στο χείλος της αβύσσου, και όπως αυτός, το γνωρίζουν οι κινέζοι και οι pasdaran που επέστρεψαν στην κυβέρνηση του Ιράν. Μάλιστα, οι τρεις χώρες έχουν υπογράψει σύμφωνα οικονομικής και στρατιωτικής συμμαχίας. Η Αμερική έχασε και υπάρχει μόνο ένας τρόπος για να ανατραπεί το σκηνικό: να πάει μέχρι το τέλος σε έναν πόλεμο του οποίου τις συνέπειες δεν μπορούμε καν να φανταστούμε. Επομένως, πρέπει να αντιμετωπίσουμε τη διχασμένη ψυχή αυτού που συνεχίζει να αυτοανακηρύσσεται ηγέτης της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Ωστόσο, εξακολουθεί να υπάρχει ακόμη φιλελεύθερη δημοκρατία;
Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος