30/04/2025
“Manifestation du 16 janvier 2020 contre le projet de réforme des retraites” του Jeanne Menjoulet (CC BY 2.0)
Το να οπλιστούμε, σύμφωνα με τον Ντράγκι, σημαίνει «υπεράσπιση των αξιών που θεμελίωσαν την ευρωπαϊκή μας κοινωνία και έχουν εγγυηθεί στους πολίτες της την ειρήνη, την αλληλεγγύη και, με τον αμερικανό σύμμαχο, την ασφάλεια, κυριαρχία και ανεξαρτησία εδώ και δεκαετίες».
Το να οπλιστούμε, σύμφωνα με την πρόεδρο της ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, σημαίνει «υπεράσπιση της δημοκρατίας ενάντια σε νέες αυταρχικές δομές». Το να οπλιστούμε, πολύ πιο πεζά, σημαίνει να προσπαθήσουμε να σώσουμε τον χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό από την ολοένα και βαθύτερη κρίση του.
Η πλήρης και άνευ όρων ελευθερία κίνησης των κεφαλαίων, που επικυρώθηκε με την έλευση –με τη Θάτσερ και τον Ρίγκαν– των πολιτικών ελεύθερης αγοράς, έχει οδηγήσει σε μια βαθιά χρηματιστικοποίηση της οικονομίας και της κοινωνίας.
Ήταν ο μύθος της παγκοσμιοποίησης, του οποίου οι κόμποι τώρα φτάνουν στο χτένι. Επειδή ο χρηματοπιστωτικός τομέας δεν παράγει αγαθά ή περιουσιακά στοιχεία αλλά «φούσκες», οι οποίες, όταν διογκώνονται υπερβολικά, καταλήγουν να εκρήγνυνται: αυτή ήταν η περίπτωση της φούσκας του ηλεκτρονικού εμπορίου, την οποία ακολούθησε η φούσκα των ενυπόθηκων δανείων υψηλού κινδύνου και τώρα η φούσκα της υψηλής τεχνολογίας.
Οι αξίες που παράγει ο χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός είναι τεράστιες: τα τρία μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά ταμεία-funds, BlackRock, Vanguard και State Street, όλα αμερικανικά, κρατούν σήμερα πάνω από 20 τρισεκατομμύρια δολάρια, περισσότερο από ολόκληρο το ΑΕΠ της Ευρώπης ή της Κίνας και ίσο με το Αεπ των ΗΠΑ.
Μιλάμε για έναν πλούτο που λεηλατήθηκε από τη φύση, απαλλοτριώθηκε από την κοινωνία, αποσπάστηκε-εξήχθη από τη συμπίεση των δικαιωμάτων των ανθρώπων. Αλλά πρόκειται επίσης και ενός εφήμερου πλούτου, επειδή, μη έχοντας καμία σχέση με την πραγματική οικονομία, μεταμορφώνεται σε μια τεράστια φούσκα προορισμένη να εκραγεί.
Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ ως προέδρου των Ηνωμένων πολιτειών αποκάλυψε τα χαρτιά: η χυδαιότητα του μεγιστάνα είναι ανάλογη με την κρίση του αμερικανικού μοντέλου ηπα, που αποτελείται από το αστρικό χρέος, ένα πρωτοφανές εμπορικό έλλειμμα και την παρακμή του δολαρίου.
Ο Τραμπ, με έναν χυδαίο και ανφιταλαντευόμενο τρόπο, προσπαθεί να επιβάλει οικονομικά μέτρα επιδιώκοντας τον μύθο της αναβιομηχάνισης της χώρας, στόχος που, ακόμη και αν δεν ήταν απατηλός, θα χρειάζονταν δεκαετίες και θα εγγυόταν στο εκλογικό του σώμα έναν πενιχρό αριθμό καλά αμειβόμενων και εγγυημένων θέσεων εργασίας.
Πολύ πιο ρεαλιστικά, ο Τραμπ προσπαθεί, με τις απειλές, να βρει κάποιον που θα φορτωθεί την εγγύηση του χρέους των ΗΠΑ. Εν τω μεταξύ, τα μεγάλα χρηματοπιστωτικά κεφάλαια απομακρύνονται από τις ΗΠΑ και αναζητούν την επόμενη φούσκα, η οποία απαιτεί τεράστιες δημόσιες επενδύσεις (σε χρέος) αλλά που φυσικά δεν πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την αναδιανομή του πλούτου στην κοινωνία: ποιος καλύτερος τομέας μπορεί να εγγυηθεί όλα αυτά, αν όχι αυτός των αμυντικών και των εξοπλιστικών δαπανών;
Αρκεί, όπως γράφει το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο στο πρόσφατο ψήφισμά του υπέρ του ReArm Europe, «να αναπτυχθεί μεταξύ των ευρωπαίων πολιτών μια κοινή κατανόηση και μια ευθυγράμμιση στην αντίληψη των απειλών προς τη δημοκρατία» και το παιχνίδι τελείωσε.
Είναι η νέα φούσκα, η οποία χρησιμεύει για να αφαιρέσει περαιτέρω πλούτο από τις κοινότητες, από το συλλογικό, και να απομακρύνει λίγο την επίγνωση της μη βιωσιμότητας του καπιταλισμού. αλλά είναι μια πολύ επικίνδυνη φούσκα επειδή το προϊόν των πολεμικών επενδύσεων έχει την ανάγκη να καταναλωθεί.
Χτίζουν ένα μέλλον πολέμου, ενώ σιωπηλά σχηματίζουν ουρά για να αποχαιρετήσουν τον Φραγκίσκο, προσποιούμενοι ότι δεν άκουσαν τα τελευταία του λόγια: «Καμία ειρήνη δεν είναι δυνατή χωρίς έναν πραγματικό αφοπλισμό!
Η ανάγκη που έχει κάθε λαός να εξασφαλίσει την άμυνά του δεν μπορεί να μετατραπεί σε μια γενική κούρσα στον επανεξοπλισμό» ή τις σκέψεις του που λεν «Η οικονομία που σκοτώνει, που αποκλείει, που μολύνει, που παράγει πόλεμο, δεν είναι οικονομία: άλλοι την αποκαλούν οικονομία, αλλά είναι μόνο ένα κενό, μια απουσία, είναι μια ασθένεια, μια διαστροφή της ίδιας της οικονομίας και της κλήσης της, του λειτουργήματος της».
Αυτός που κάνει πόλεμο δεν πρέπει να αφεθεί σε ειρήνη.
Mιχάλης ‘Μίκε’ Μαυρόπουλος Comune-info
