• 8 Μαΐου 2024,

Θραύσματα Μνήμης: εκείνες οι αιματηρές μέρες του Απριλίου 1975

 Θραύσματα Μνήμης: εκείνες οι αιματηρές μέρες του Απριλίου 1975

16 Aπριλίου 2020

Για μια vintage γενιά σαν τη δική μου – κάθε χρόνο – γύρω στα μέσα Απριλίου (ακόμη και σε αυτές τις δυστοπικές μέρες της αναγκαστικής καραντίνας) έρχονται στο μυαλό οι ημέρες του Απρίλη, με μια συνημμένη απόρροια αναμνήσεων και συναισθημάτων.

Ας φτάσουμε στα γεγονότα: στις 15 Απριλίου 1975 στο Μιλάνο, επιστρέφοντας από μια διαδήλωση για το δικαίωμα στη στέγαση, μια ομάδα συντρόφων συνάντησε μια χούφτα φασίστες στους κήπους της Piazza Cavour.

Αυτοί οι τελευταίοι πυροβολούν και εκείνος που πέφτει είναι ένα αγόρι 17 ετών, αγωνιστής του Φοιτητικού Κινήματος/Εργατικού Κινήματος για τον Σοσιαλισμό-Movimento Studentesco/Movimento Lavoratori per il Socialismo, ο Claudio Varalli.

Από εκείνη τη στιγμή, μετά από λίγες μόνο ώρες, στο Μιλάνο ξέσπασε γενικευμένη οργή ενάντια στους φασίστες και ενάντια σε όποιον τολμούσε να τους προστατεύσει. Ήδη τη νύχτα που ακολούθησε τη δολοφονία, μερικά γραφεία των φασιστών του MSI πυρπολήθηκαν και πολλοί δεξιοί εκφραστές δεν μπορούν να κοιμηθούν στα σπίτια τους επειδή τους περίμεναν μεγάλες ομάδες συντρόφων που σκόπευαν να δώσουν ένα μάθημα σε αυτά τα καθάρματα.

Ακόμη και το συντακτικό επιτελείο της εφημερίδας «Il Giornale», το οποίο τότε διοικούσε ένας ιστορικά αντιδραστικός, ο Indro Montanelli, δέχτηκε εισβολή από αγωνιστές διαφόρων σχηματισμών της Επαναστατικής Αριστεράς που πυρπόλησαν τα έντυπα αντίτυπα, έτοιμα προς διανομή, τα οποία αφηγούνταν μια παραμορφωμένη εκδοχή της φασιστικής επιθετικότητας, γράφει ο Michele Franco.

Την επόμενη μέρα το Μιλάνο -όπως όλες οι άλλες πόλεις της Ιταλίας- παραλύει από μια Γενική Απεργία που καλούν οι σύντροφοι του Claudio. Τα συνδικάτα συνένοχοι αναγκάζονται να «το λάβουν υπόψη» επειδή οι εργάτες βγαίνουν σωρεία από τα εργοστάσια, ειδικά στο Βορρά και πίσω από τα πανό των διαφόρων Συμβουλίων Εργοστασίου ενώνονται με τις πορείες του Φοιτητικού Κινήματος και άλλων οργανώσεων της Επαναστατικής Αριστεράς.

Κατά μήκος των πορειών πυρπολούνται γραφεία φασιστών. Σε πολλές περιπτώσεις η αστυνομία αποφασίζει να μην επέμβει, επηρεασμένη από την αποφασιστικότητα των διαδηλωτών και το αριθμητικό μέγεθος των διαδηλώσεων.

αριστερά ο Tonino Miccichè στα κάγκελα της Fiat Mirafiori

Στη Φλωρεντία, ωστόσο, οι αστυνομικοί πυροβολούν προς την πορεία, σκοτώνοντας τον αγωνιστή του PCI-ΚΚΙ, Rodolfo Boschi, και τραυματίζοντας έναν σύντροφο της Αυτονομίας, τον Francesco Panichi. Για χρόνια η τοπική ομοσπονδία του ΚΚΙ, επαίσχυντα, δεν θα παραδεχτεί την παρουσία πολλών μελών του στις διαδηλώσεις, συνεχίζοντας να δηλώνει πίστη στη θέση ότι ο Boschi περνούσε τυχαία από το σημείο όπου η αστυνομία επιτέθηκε στους διαδηλωτές.

Αυτή η γραμμή συμπεριφοράς είναι ένα από τα παραδείγματα του πώς το κόμμα του Berlinguer, σε καίριες στιγμές κοινωνικής σύγκρουσης, τοποθετήθηκε πάντα στο πλευρό του κρατικού μηχανισμού, διαφοροποιώντας τον εαυτό του από την ιερή αντιφασιστική διαμαρτυρία.

Με διαφορετικούς τόνους και μεθόδους – αυτή η στάση του «αφορισμού της πλατείας» – είχε ήδη συμβεί στη Γένοβα, τον Ιούλιο του 1960, κατά τη διάρκεια της εξέγερσης στoυς δρόμους ενάντια στο εξαγγελθέν εθνικό συνέδριο του MSI στην πόλη και το ξεκίνημα της κυβέρνησης Tambroni σε εθνικό επίπεδο!

Στο Τορίνο, την επόμενη μέρα (17 Απριλίου) δολοφονείται ο Tonino Miccichè στην περιφερειακή γειτονιά της Falchera. Ο Tonino ήταν, όπως συνήθιζαν να λένε στη φρασεολογία εκείνης της περιόδου, μια αυθεντική πρωτοπορία των μαζών αλλά ήταν, πρώτα και κύρια, ένας αγωνιστής της Lotta Continua.

o Miccichè, δολοφονήθηκε από μια ιδιωτική φύλακα [σεκιουριτά] (μέλος του φασιστικού συνδικάτου Cisnal, το σημερινό UGL) την ώρα που στην κατάληψη σπιτιών των οποίων ήταν «εκπρόσωπος αγώνα», μαζί με άλλους καταληψίες, συζητούσε με τον σεκιουριτά Paolo Fiocco, ο οποίος εξουσιαστικά και παράνομα είχε στην κατοχή τους κάποια πόστα στο γκαράζ των κτιρίων όπου έγινε η κατάληψη.

Ο Tonino ήταν 23 ετών, υπήρξε, όπως πολλοί νότιοι που έφτασαν στο Τορίνο, εργάτης στη FIAT από την οποία είχε απολυθεί ως αντίποινα αφού συνελήφθη λίγα χρόνια νωρίτερα επειδή συμμετείχε σε αντιφασιστική διαδήλωση.

Εν ολίγοις, μια ζωή παραδομένη πλήρως στην ταξική πάλη και την επανάσταση σπασμένη από έναν πυροβολισμό μια αλαζονικής και αυταρχικής μπατσίνας. Αλλά το επεισόδιο που σημάδεψε περισσότερο, από την άποψη των γενικών πολιτικών επιπτώσεων εκείνων των ημερών, συνέβη πάντα στο Μιλάνο.

Ας επιστρέψουμε στην επόμενη μέρα της δολοφονίας του Claudio Varalli και την πορεία που παρελαύνει στο κέντρο του Μιλάνου. Η διαδήλωση, αφού κατέστρεψε ορισμένα γραφεία φασιστών και ζημίωσε σοβαρά την εμπορική αντιπροσωπεία της ισπανικής αεροπορικής εταιρείας IBERIA (εκείνα τα χρόνια υπήρχε ένα έντονο αίσθημα διαμαρτυρίας ενάντια στους θεσμούς και τις μεγάλες ισπανικές εταιρείες που κατηγορούνταν ότι ήταν συνένοχοι με τη δικτατορία του Francisco Franco) πλησιάζει την έδρα της μιλανέζικης ομοσπονδίας του MSI στη Via Mancini με σκοπό να την κλείσει για πάντα.

Τα γραφεία στη Via Mancini ήταν η κινητήρια δύναμη από την οποία ξεκινούσαν οι φασιστικές προκλήσεις και επιθέσεις σε όλη την περιοχή του Μιλάνου. Επί ώρες η ένταση μεγαλώνει και τα ίδια τα ηγετικά στελέχη των τότε οργανώσεων της Επαναστατικής Αριστεράς πασχίζουν να κρατήσουν υπό έλεγχο τις ομάδες περιφρούρησης τους και εκείνη τη μάζα νέων και εργαζομένων που είναι αποφασισμένοι να πάνε στην οριστική σύγκρουση με τις φάλαγγες των καραμπινιέρων που φυλάνε το αρχηγείο των φασιστών.

οι επιθέσεις των τζιπ των καραμπινιέρων στο Μιλάνο που σκότωσαν τον Giannino Zibecchi

Διάσημη -σχεδόν σύμβολο του κινήματος- είναι η φωτογραφία με τους καραμπινιέρους να τρέχουν σε φυγή, να εγκαταλείπουν τα φλεγόμενα οχήματά τους, κυνηγημένοι από πολλούς οργισμένους διαδηλωτές. Και είναι σε ένα από τα επεισόδια αυτών των συγκρούσεων – στο Corso XXII Marzo – που μια φάλαγγα camion των καραμπινιέρων, ενώ κυνηγά τους διαδηλωτές, σκαρφαλώνοντας με μεγάλη ταχύτητα με τα οχήματά τους ακόμη και στα πεζοδρόμια, συνθλίβει το σώμα του Giannino Zibecchi στο πεζοδρόμιο.

ο Giannino, 26 χρόνων, ήταν ένας γνωστός αγωνιστής στην πόλη. Ήδη ενεργός στο Φοιτητικό Κίνημα, αργότερα συγχωνεύτηκε στις Αντιφασιστικές Επιτροπές, ένα δίκτυο συλλογικοτήτων και ακτιβιστών βαθιά ριζωμένο σε όλες τις γειτονιές. Ο Giannino εκτιμούνταν σε όλους τους πολιτικούς κύκλους για τη γενναιοδωρία του να βρίσκεται πάντα στην πρώτη σειρά έτοιμος να αποκρούσει κάθε φασιστική πρόκληση.

Ο θάνατός του, μαζί με αυτόν του Claudio – πέρα ​​από τις μέρες οργής που θυμόμαστε – συγκλόνισαν βαθιά το Μιλάνο και ολόκληρο τον κόσμο της αριστεράς.

Πάνω από 100.000 άτομα παρευρέθηκαν στην κηδεία του και πολλοί παρτιζάνοι διοικητές μίλησαν στον επικήδειο λόγο και τίμησαν αυτούς τους πρωταγωνιστές της Νέας Αντίστασης. Επιπλέον, ακόμη και ο τύπος – που σε εκείνη την πολιτική κατάσταση στη χώρα μας δεν ήταν ακόμη πλήρως υποταγμένος στην ενιαία σκέψη του κεφαλαίου – δεν ευθυγραμμίστηκε πλήρως με τις κατευθυνόμενες κίτρινες ειδήσεις της αστυνομίας, αλλά πολλές εφημερίδες και πολλοί έντιμοι δημοσιογράφοι κατήγγειλαν τις ελευθεροκτονικές ενέργειες της αστυνομίας και την ξεκάθαρη επιθυμία για δολοφονία που επέδειξαν κατάφωρα οι καραμπινιέροι εκείνη την ημέρα των διαδηλώσεων-διαμαρτυριών.

Εν ολίγοις, σε διάστημα 48 ωρών στη χώρα μας, φασίστες και κρατικός μηχανισμός σκότωσαν 4 συντρόφους (πέρα από τον συνηθισμένο αριθμό τραυματιών) και το Κράτος έδειξε συγκεκριμένα, χωρίς καν να παραπλανεί, σε ποια πλευρά στεκόνταν.

Για δεκάδες χιλιάδες συντρόφους, νέους και εργάτες ήταν ξεκάθαρο ότι οι βόμβες και οι σφαγές που διαπράχθηκαν προηγουμένως – από την Piazza Fontana μέχρι το τρένο Italicus περνώντας από τη σφαγή της Piazza della Loggia στη Μπρέσια – δεν ήταν αποτέλεσμα «παρεκκλινόντων κρατικών μηχανισμών» ή »τρελών φασιστών» αλλά ήταν μια σύνθετη στρατηγική έντασης με στόχο έναν πόλεμο (χαμηλής έντασης) ενάντια στο εργατικό κίνημα και τη δυνατότητα να γίνει εφικτή η κομμουνιστική επιλογή στην Ιταλία.

Όμως οι μέρες του Απρίλη αποτέλεσαν την πρώτη εκδήλωση στις πλατείες της Ιταλίας μιας πρωτόγνωρης και ποικίλης κοινωνικής και πολιτικής σύνθεσης που μετά -στο κίνημα του ’77- είχε το γενικευμένο μαχητικό βάπτισμα της, αλλά που στη μητρόπολη του Μιλάνου γνώρισε τoν πρώτo πρακτικό πρόδρομο της στο « Κίνημα των Νεανικών Κύκλων» το φθινόπωρο του 1976.

Δεκάδες χιλιάδες αγωνιστές – πολλοί προερχόμενοι από την κρίση των «ομάδων της Επαναστατικής Αριστεράς» ιδιαίτερα από τη Lotta Continua – και μια μεγάλη μερίδα νέων που άρχισαν να αντιλαμβάνονται ότι η οικονομική κρίση έθετε υπό αμφισβήτηση τη φυσική κοινωνική τους ανάτασηανέλιξη επρόκειτο να επιλέξουν και να εισέλθουν στον δρόμο της πολιτικής και πρακτικής συνέπειας απέναντι σε ένα κοινωνικό μοντέλο που έδειχνε το σκληρό του πρόσωπο μέσα από την πολιτική των θυσιών και την καταστολή της διαφωνίας.

Πράγματι, μετά από εκείνες τις μέρες άρχισε να αυξάνεται η τάση προς τη «στρατιωτικοποίηση της σύγκρουσης» και, στη συνέχεια, προς τη «επιλογή της παρανομίας» στη βάση μιας αναλυτικής και ερμηνευτικής προσέγγισης από πλευράς πολλών συντρόφων που – απλοϊκά αν και με μεγάλη γενναιοδωρία – πίστεψε ότι στην Ιταλία συγκεντρώνονταν οι πολιτικοί και υλικοί παράγοντες μιας πιθανής επαναστατικής έκβασης βραχυπρόθεσμα.

Επιπλέον, ήταν ξεκάθαρο σε πολλούς ότι το PCI-ΚΚΙ του Berlinguer είχε επιλέξει να προχωρήσει με τον «ιστορικό συμβιβασμό», να αποδεχθεί την «προστατευτική ομπρέλα του ΝΑΤΟ» και να γίνει φορέας της φιλοσοφίας των «αναγκαίων θυσιών».

Αυτή η «γενετική μετάλλαξη» ήταν ένα είδος απελευθερωτικής κάθαρσης για πολλούς αγωνιστές και συνέβαλε στην πεποίθηση πολλών συντρόφων ότι, σύντομα, «ο εμφύλιος πόλεμος θα ήταν η στενή πόρτα την οποία θα έπρεπε να διασχίσει η πορεία, ο δρόμος του ανταγωνισμού μεταξύ της αστικής τάξης και του προλεταριάτου».

Οι ημέρες του Απρίλη– le giornate di Aprile – συνεπώς – υπήρξαν ένα συλλογικό γεγονός που για πολλούς αποτέλεσε μια νέα αρχή προς πολιτικά και οργανωτικά κατώφλια σύγκρουσης στην Ιταλία με βάση την υποκειμενικίστικη επιτάχυνση και την άμεση «καθετοποίηση της σύγκρουσης».

Παρομοίως, όμως, οι μέρες του Απρίλη – στο Μιλάνο όπως και αλλού – αντιπροσώπευαν ένα σταθερό σημείο αντιφασιστικής μνήμης στη χώρα, ένα διακριτικό σημάδι μεταξύ ενός ήπιου αντιφασισμού, προσεκτικού – χθες σαν σήμερα – στις θεσμικές αλχημείες και, αντίθετα, μια καθημερινή πρακτική αγώνα ενάντια στον παλιό και νέο φασισμό, τις διαφορετικές του κλίσεις και, κυρίως, την αληθινή μήτρα αυτής της μορφής έκφρασης των κυρίαρχων τάξεων: τον καπιταλισμό!

Η μορφή των συντρόφων που έπεσαν εκείνες τις μέρες παραμένει σταθερή και διακριτή στους αγώνες που επί δεκαετίες -σε διαφορετικές συνθήκες και πολιτικά πλαίσια- συνεχίζονται και θα συνεχιστούν στη χώρα. Επίσης και, πάνω απ’ όλα, για αυτό το καθήκον δεν πρέπει να ξεχαστούν ή να αφεθούν να πέσουν στη λήθη!

Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος     contropiano.org

Διαβάστε επίσης