• 24 Απριλίου 2024,

30 Οκτωβρίου 1974: Ali vs Foreman–Rumble in the Jungle, Βροντές στη Ζούγκλα

 30 Οκτωβρίου 1974: Ali vs Foreman–Rumble in the Jungle, Βροντές στη Ζούγκλα

Στον κόσμο του αθλητισμού, ξέρετε, υπάρχουν μερικά γεγονότα που περνούν στην ιστορία γιατί διηγούνται πολλά περισσότερα από αυτά που πραγματικά συμβαίνουν «στον αγωνιστικό χώρο».

Ένα από τα πιο διάσημα υπήρξε μια συνάντηση πυγμαχίας που διεξήχθη στις 30 Οκτωβρίου 1974, στο Stade Tata Raphaël της τότε πρωτεύουσας του Ζαΐρ, Κινσάσα (σήμερα κύρια πόλη της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό). Εκείνη την ημέρα στο ρινγκ, να αγωνιστούν ο ένας απέναντι στον άλλον για την κατάκτηση του παγκόσμιου τίτλου στα βαρέα βάρη, ανέβηκαν οι δύο σημαντικότεροι πυγμάχοι της εποχής: Τζορτζ Φόρμαν και Κάσιους Κλέι-George Foreman andCassius Clay. Ο τελευταίος είχε ήδη αποφασίσει να αλλάξει το όνομά του σε Μοχάμεντ Άλι λόγω της ισλαμικής πίστης στην οποία είχε περάσει. Ο αγώνας αντιπροσώπευε μια πραγματική αντιπαράθεση μεταξύ δύο αντίθετων κόσμων και πέρασε στην ιστορία με το ψευδώνυμο «Rumble in the Jungle» (που στα ιταλικά θα μεταφραζόταν ως «Η μάχη, ο καυγάς στη Ζούγκλα”).

Ο Foreman και ο Clay πράγματι, ειδικά από πολιτική άποψη, αντιπροσώπευαν δύο εξέχοντες εκφραστές δύο διαφορετικών πολιτισμών. Ο πρώτος, παρά το ότι ήταν μαύρος, έτυχε καλής εκτίμησης από τον αμερικανικό λευκό πληθυσμό καθώς, μετά την κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1968, είχε κυματίσει τη σημαία με τα αστέρια και τις ρίγες κατά την τελετή απονομής των βραβείων..

Αυτή η επιλογή αντιπροσώπευε μια στάση σε πλήρη αντίθεση με τη χειρονομία των Tommie Smith και John Carlos, των δύο σπρίντερ που πανηγύρισαν την πρώτη και τρίτη θέση που κατέκτησαν στον τελικό των 200 μέτρων στίβου χαμηλώνοντας το κεφάλι, σηκώνοντας μια σφιγμένη γροθιά και φορώντας μαύρα γάντια. Με αυτόν τον τρόπο, ο Smith και ο Carlos έδειξαν σε εκατομμύρια ανθρώπους την υποστήριξή τους στο αμερικανικό πολιτικό κίνημα των Black Panters. Οι πάνθηρες αγωνίζονταν για να κατακτήσουν τα βασικά πολιτικά δικαιώματα που στους αφροαμερικανούς εξακολουθούσαν να αρνούνται. Ο Κάσιους Κλέι, σε αντίθεση με τον Φόρμαν, αντιπροσώπευε τον μεγαλύτερο εκφραστή εκείνων των ίδιων των αφροαμερικανών τους οποίους οι συντηρητικοί λευκοί εξακολουθούσαν να θεωρούν αληθινούς πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Ο Μοχάμεντ Άλι είχε γίνει η φωνή τους, από τότε που έγινε για πρώτη φορά παγκόσμιος πρωταθλητής βαρέων βαρών το 1964, για τα κοινωνικά δικαιώματα που ζητούσαν οι μαύροι αμερικανοί από την κυβέρνηση της Ουάσιγκτον.

Η ίδια μεταστροφή στο ισλάμ ήταν μέρος αυτoύ του πεδίου δράσης της εξέγερσης του πυγμάχου. Το 1960, αφού κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ρώμης, ο Άλι έγινε αντικείμενο ενός ρατσιστικού επεισοδίου στη γενέτειρά του, Lousville, στην πολιτεία του Κεντάκι. Τα επόμενα χρόνια ο Κλέι έγινε πρωταγωνιστής κάποιων αρκετά ακραίων επεισοδίων. Από τις πιο συγκλονιστικές χειρονομίες ήταν η άρνηση να υπηρετήσει στον στρατό των ΗΠΑ κατά την περίοδο του πολέμου του Βιετνάμ. Μια επιλογή που του κόστισε τα πάντα και του στέρησε όχι μόνο τον τίτλο που κέρδιζε κανονικά στο ρινγκ, αλλά και την άδεια του μποξέρ και το διαβατήριο. Μετά από μια μακρά δικαστική μάχη, ο Άλι αποκαταστάθηκε πλήρως και μάλιστα έγινε αντικείμενο θαυμασμού επειδή δε υποχώρησε και δεν διέφυγε ποτέ τις συνέπειες μιας επιλογής που ήταν διατεθειμένος να υπερασπιστεί μέχρι το τέλος. Το 1971 είχε ήδη προσπαθήσει να ανακτήσει αυτόν τον τίτλο που είχε ακυρωθεί απλά για πολιτικούς λόγους. Ο αντίπαλός του, ωστόσο, ο πολύ πιο αποτιμημένος στην τελική νίκη Joe Frazier, είχε καταφέρει να κερδίσει τον αγώνα στα σημεία. Να φιλοξενήσει τη συνάντηση του 1974 ήταν ο δικτάτορας του Ζαίρ Mobuto Sese Seko, ο οποίος, αναζητώντας διεθνή προβολή, πρόσφερε χορηγία 5 εκατομμυρίων δολαρίων για καθέναν από τους δύο υποψήφιους. Η επιλογή του τόπου ήταν, σύμφωνα με ορισμένους, ένα πλεονέκτημα για τον Muhammad, ο οποίος, με αυτόν τον τρόπο, θα προσπαθούσε να πάρει πίσω την πολύχρωμη ζώνη στη χώρα των προγόνων του. Εκείνη την Αφρική που ο ίδιος είχε επισκεφτεί πολλές φορές και όπου τον χαιρέτησαν ως βασιλιά. Στο ρινγκ ο Μοχάμεντ Άλι έκανε πρόβα της δύναμής του και κέρδισε μια νίκη νοκ άουτ. Ο Φόρμαν δεν αποδέχτηκε την ετυμηγορία και κατηγόρησε τον Άλι και τους προπονητές του ότι είχαν εφαρμόσει μια σειρά από cheats, ζαβολιές, για να διευκολύνουν τη νίκη του. Αλλά όλα αυτά δεν ελήφθηκαν υπόψη από τους κριτές που αποφάσισαν τη νίκη του πυγμάχου από το Λούισβιλ..

Περίφημος έμεινε στην ιστορία, μόλις ο Φόρμαν έπεσε νοκ άουτ, ο χορός παροτρύνσεων και επευφυμιών προς τον Άλι που σηκώθηκε από τις εξέδρες του γηπέδου της Κινσάσα: «Ali, Ali, Bomaye» («Ali, Ali, σκότωσε τον»). Με αυτή την αρκετά ξεκάθαρη νίκη ο Μοχάμεντ Άλι επέστρεψε στην κορυφή του κόσμου της πυγμαχίας της εποχής. Αυτή η θέση του, χάρη στην οποία κέρδισε το παρατσούκλι «The Greatest», ο Μεγαλύτερος, θα επιβεβαιωθεί στον αγώνα που έγινε την 1η οκτωβρίου 1975 στη Μανίλα εναντίον του Joe Frazier. Και σε εκείνο τον αγώνα κέρδισε ένα ad hoc παρατσούκλι: «Thrilla in Manila», λόγω των συχνών προκλήσεων του Ali πριν από τον αγώνα. Αλλά αυτό, όπως λέγεται συχνά, »είναι μια εντελώς άλλη ιστορία”.

Δείτε «Muhammad Ali vs George Foreman #Legendary Night# HD»:

Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος  infoaut

Διαβάστε επίσης