• 19 Απριλίου 2024,

Η μπλε ώρα: Του Τάσου Βιζικίδη

 Η μπλε ώρα: Του Τάσου Βιζικίδη

Το μοβ παλεύει να κρατήσει την κυριαρχία του. Το απαλό πορτοκαλί προσπαθεί να το υποτάξει. Απρόθυμα αφήνω τη ζεστασιά της φλοκάτης. Ανάβω τη λάμπα πετρελαίου. Φωτίζεται το εσωτερικό της καλύβας.

Όλα εδώ μέσα είναι φτιαγμένα από ξύλα που βρήκα στο δάσος. Χοντροκομμένα όμως βολικά. Ρίχνω μια ματιά από το παράθυρο. Η πάχνη σκέπασε τα πάντα. Θαμπός ορίζοντας. Κοκκινολαίμης σπάει τη μουντάδα. Είδε το φως της λάμπας και το τραγούδι του γίνεται πιο δυνατό.

Είναι η καλημέρα του. Η φωλιά του σε θάμνο απέναντι από την καλύβα. Είναι φίλος και συνοδοιπόρος. Του ‘χω σε ταΐστρα ξηρούς καρπούς, ηλιόσπορους και βρώμη. Μου το ανταποδίδει κάθε ξημέρωμα. Πήρε καιρό μέχρι να μ΄ εμπιστευτεί.

Πρέπει να φέρω ξύλα για τη σόμπα. Φοράω την κάπα, δρασκελίζω την πόρτα της καλύβας. Η ανάσα μου μεταμορφώνεται σε μικρό σύννεφο. Φρέσκα ίχνη στην πάχνη μαρτυρούν πως αλεπού παραμόνευε κοντά στη ταΐστρα.

Δεν επεμβαίνω. Υποτάχτηκα στη φύση, είμαι μέρος της και ζω με τους κανόνες της. Αφήνω τη ζωή να κυλήσει όπως το ρυάκι πιο κάτω. Ξέρω πως όλα στο τέλος καταλήγουν στη θάλασσα, δεν ανησυχώ, δεν φοβάμαι…

Τα ξύλα τα ΄χω πιο κει, σε υπόστεγο, καλά φυλαγμένα. Ο λαφιάτης στο ίδιο μέρος κουλουριασμένος κοιμάται. Με προσοχή μη του χαλάσω τον ύπνο παίρνω μια αγκαλιά κούτσουρα. Η σόμπα, παράταιρη μέσα σε τόσο ξύλο, ετοιμάζεται να ζεστάνει το χώρο. Το νερό κοχλάζει, ρίχνω μέσα τη μέντα, πλημμυρίζει η καλύβα με άρωμα. Ξερά σύκα, δαμάσκηνα, μια φέτα ψωμί με βούτυρο το πρωινό μου.

Δεν έχω πρόγραμμα, δεν ξέρω καν ποια μέρα ξημέρωσε. Χρόνος μου έγινε ο κύκλος της φύσης, οι τέσσερις εποχές, φως-σκοτάδι. Δεν γιορτάζω τα γενέθλια μου, δεν ξέρω πια πόσων χρόνων είμαι και δεν με ενδιαφέρει. Σταμάτησα να μετράω αντίστροφα…

Στη στάνη που κατεβαίνω για τις προμήθειες αφήνω σημείωμα. Έχω αποφασίσει να μην ξαναμιλήσω σε άνθρωπο. Δεν θέλω να ξέρω τι γίνεται εκεί έξω, ούτε πέρα μακριά στο <<τσιμεντένιο δάσος>>.

Όσοι τύχει και με συναντήσουν τρομάζουν. Τα μακριά μου μαλλιά, τα γένια, η κάπα που φοράω… Μα πιο πολύ από όλα τους φοβίζει μη γίνουν σαν εμένα. Δεν κοιτάνε στον ουρανό το ξημέρωμα μην τυχόν και μαγευτούν.

Μισούν την μπλε ώρα…

Διαβάστε επίσης