Dark Mode Light Mode

Οτσαλάν: προτάσεις για μια πολιτική λύση /β

26/04/2025

Ο αντιιμπεριαλιστικός και δημοκρατικός αγώνας του κουρδικού συνομοσπονδισμού είναι ο πιο προηγμένος των τελευταίων δεκαετιών.

Έκθεση του Piero Bernocchi στο Διεθνές Συνέδριο «Ελευθερία για τον Öcalan: μια πολιτική λύση για το κουρδικό ζήτημα», Ρώμη, 11 Απριλίου 2025

Πριν από λίγους μήνες, υπό την προσωπική μου ιδιότητα και όχι ως εκπρόσωπος της Συνομοσπονδίας COBAS, δημοσίευσα στην ιστοσελίδα μου ένα σύντομο άρθρο εκφράζοντας την ειλικρινή μου λύπη για την έλλειψη, κατά τη γνώμη μου, κινητοποίησης αλληλεγγύης με τον αγώνα του κουρδικού λαού ενάντια στην εγκληματική επιθετικότητα του Ερντογάν στην Τουρκία και τη Συρία. Υπογράμμισα πόσο επιθυμητό θα ήταν, βάσει της δραματικής έκκλησης του Εθνικού Κογκρέσου του Κουρδιστάν εκείνων των ημερών, ιδιαίτερα η συγκρουσιακή, ανταγωνιστική, ριζοσπαστική ή αντικαπιταλιστική αριστερά, που συμμετείχε στην ιερή και μόνιμη κινητοποίηση για τους παλαιστίνιους, να αφιερώσει μια παρόμοια δέσμευση υπέρ των κούρδων αδελφών ανδρών και γυναικών. Πρόσθεσα όμως και τον φόβο μου ότι αυτό δεν θα συνέβαινε, αφού ο εγκληματίας Ερντογάν και ο τουρκικός υπερεθνικισμός δεν φάνηκαν να προκαλούν την ίδια αγανάκτηση με τον χασάπη Νετανιάχου. Και εξέφρασα την έκπληξή μου για αυτή τη διαφορά στη δέσμευση-στράτευση, θεωρώντας εγώ τους κούρδους την πιο λαμπρή έκφραση μιας πολιτικής, αστικής, κοινωνικής, ηθικής και πολιτιστικής επανάστασης, η οποία θα πρέπει να τους καταστήσει άξιους της μεγαλύτερης δέσμευσης αλληλεγγύης. Και ρώτησα: γιατί οι ενέργειες που δαπανώνται για τους κούρδους «εντός του κινήματος» δεν είναι συγκρίσιμες με εκείνες που παρατηρούνται για τους παλαιστίνιους οι οποίοι ηγεμονεύονται, με κάθε τρόπο, από τη Χαμάς; Γιατί δεν κατελήφθη δεν λέω ένα πανεπιστήμιο στο όνομά τους και για την υπεράσπισή τους μα ούτε καν μια σχολική αίθουσα; Γιατί κανένας φοιτητικός τομέας δεν έχει αγωνιστεί για να επιβάλει τη διακοπή των πολιτιστικών σχέσεων με τα τουρκικά πανεπιστήμια, όπως έγινε για εκείνα τα ισραηλινά; Ή γιατί δεν υπήρξε πρακτική κάποιου μποϊκοτάζ των τουρκικών προϊόντων όπως έγινε για το Ισραήλ;

Αν και το κείμενο είχε αρκετή κυκλοφορία, δεν έλαβα καμία πραγματική απάντηση, εκτός από κάποιες άνω κάτω, επιθετικές και προσβλητικές επιθέσεις, από εκείνους που είδαν στις ερωτήσεις μου μια επίθεση στους παλαιστίνιους ή μια αξίωση να δοθούν ψήφοι στους διάφορους λαϊκούς και αντιστασιακούς αγώνες, χωρίζοντάς τους σε «καλούς» που θα ανταμειφθούν και σε «κακούς» που θα αγνοηθούν. Στην πραγματικότητα, υπήρξε μια προσπάθεια απάντησης, αλλά ντρέπομαι κιόλας να σας την αναφέρω, επειδή προήλθε από άθλιους ικανούς να θεωρούν τους κούρδους ανάξιους αλληλεγγύης ως «υποτελείς του αμερικανικού ιμπεριαλισμού» επειδή έλαβαν όπλα και στρατιωτική βοήθεια από τις ΗΠΑ. Θέσεις που δεν αξίζουν απάντησης, δεδομένου ότι η βοήθεια των ΗΠΑ προς τους σύριους κούρδους συνέβη μόνο και μόνο επειδή οι ηρωικοί κούρδοι μαχόμενοι βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή, χύνοντας ποταμούς αίματος, υπερασπιζόμενοι τη Μέση Ανατολή και τον κόσμο γενικότερα, ενάντια στους αδίστακτους σφαγείς του Daesh/ISIS. Μέχρι σημείου διακοπής της βοήθειας μόλις οι πολιτοφυλακές του Daesh ηττήθηκαν κατά κράτος από τους κούρδους μαχητές, για να μην αναφέρουμε την τρέχουσα απόλυτη αδιαφορία του φρικτού Τραμπ απέναντι στις επιθέσεις της νέας συριακής κυβέρνησης εναντίον των περιοχών της Βόρειας Συρίας που διοικούνται από τους κούρδους.

Στην έκθεση που προηγήθηκε της δικής μου, η Emily Clancy (σημείωση: αντιδήμαρχος της Μπολόνια) επαίνεσε τη θεμελιώδη συμβολή του Οτσαλάν και του δημοκρατικού συνομοσπονδισμού για όσους αγωνίζονται για τον δημοκρατικό κοινοτισμό, για τον περιβαλλοντισμό, την κοινωνική οικολογία και τον «κομμουναλισμό». Εγώ θα προχωρούσα ακόμη παραπέρα, επειδή η θεωρία του κουρδικού συνομοσπονδισμού, την οποία επεξεργάστηκε ο Οτσαλάν με βάση τις διδασκαλίες του αμερικανού ηπα σοσιαλιστή και ελευθεριακού φιλοσόφου Μάρεϊ Μπούκτσιν, είναι, κατά τη γνώμη μου, η πιο προηγμένη αντικαπιταλιστική και αντιιμπεριαλιστική επεξεργασία που εμφανίστηκε ποτέ στη διεθνή πολιτική σκηνή από το τέλος του δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Δεν περιορίζεται στο να είναι μια θεωρία – η οποία έρχεται σε ρήξη με τη μαρξιστική-λενινιστική παράδοση του ίδιου του Οτσαλάν και του πρώιμου ΡΚΚ – περί «μη κρατικής πολιτικής διοίκησης και μιας δημοκρατίας χωρίς Κράτος», όπως στην αρχική επεξεργασία του Μπούκτσιν. Ο Οτσαλάν και ο κουρδικός συνομοσπονδισμός του έχουν προχωρήσει ένα βήμα παραπέρα, τονίζοντας-φέρνοντας στο φως πώς ένας αντιιμπεριαλισμός επικαιροποιημένος στον 21ο αιώνα δεν μπορεί να αγνοήσει ότι ο καπιταλισμός έχει χίλια πρόσωπα στα οποία πρέπει να αντιταχθούμε και να ανατραπούν αν κάποιος θέλει σοβαρά να φανταστεί την υπέρβασή του: εξ ου και η ανάπτυξη επικαιροποιημένων περιβαλλοντολογικών θεωριών, μια επεξεργασία επί της ενέργειας που πρέπει να χρησιμοποιηθεί για μια καλή οικονομία, την απόλυτη ισότητα που εφαρμόζεται μεταξύ ανδρών και γυναικών, με την εξάλειψη της πατριαρχίας και του δομικού ματσισμού. την απόρριψη του εθνικισμού, του θρησκευτικού φονταμενταλισμού και του ανταγωνισμού μεταξύ εθνοτικών ομάδων και θρησκειών, την αποδοχή των διαφορετικών σεξουαλικών προσανατολισμών, την πρακτική της συνεργασίας, του διαλόγου και την απόρριψη του άσβεστου μίσους προς τον αντίπαλο, ακόμη και τον εχθρό, που καταπολεμήθηκε αλλά δεν δαιμονοποιήθηκε ή κακοποιήθηκε.

Ενώ άκουγα τις προηγούμενες αναφορές, μου ήρθε αυθόρμητα να κάνω μια σύγκριση μεταξύ της τρέχουσας δέσμευσής μου στον κουρδικό αγώνα με εκείνες που με έχουν εμπλέξει σε 60 χρόνια πολιτικής δραστηριότητας, η οποία ξεκίνησε γύρω στο 1965. Έχω αφοσιωθεί έντονα στο πλευρό της κουβανικής επανάστασης, στον αγώνα απελευθέρωσης του Βιετνάμ και στη συνέχεια για τη Χιλή, τη Νικαράγουα, την Παλαιστίνη και, ακριβώς, την υπεράσπιση του κουρδικού λαού. Και δεν μπόρεσα να αποφύγω την θεώρηση ότι μόνο σε αυτή την τελευταία περίπτωση η αλληλεγγύη μου ξεπέρασε την υποστήριξη ενός αντιιμπεριαλιστικού αγώνα, επειδή για πρώτη φορά επιτεύχθηκε για μένα μια πλήρης ταυτότητα οράματος όχι μόνο με τους στόχους της αντιιμπεριαλιστικής απελευθέρωσης αλλά και με τη θεωρία, με τη στρατηγική και με την πρακτική της ηγεσίας του λαού σε αγώνα: κάτι που για μένα δεν συνέβη με την Κούβα, ούτε με το Βιετνάμ ή τη Νικαράγουα, τη Χιλή ή την Παλαιστίνη που χθες ηγεμονεύονταν από την Αλ Φατάχ και σήμερα από τη Χαμάς.

Σε αυτή την περίπτωση, ωστόσο, τουλάχιστον από το κοινωνικό Συμβόλαιο της Ροζάβα του 2014 και μετά από περισσότερο από μια δεκαετία κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής διαχείρισης, καμία από τις αρχές που ανέπτυξε ο δημοκρατικός συνομοσπονδισμός δεν έχει προδοθεί, αρνηθεί ή ανατραπεί στην πράξη, ούτε η απόρριψη του Κράτους-αφεντικού και του εθνικισμού, ούτε η συνύπαρξη εθνοτικών ομάδων, θρησκειών, λαών, ούτε η ισότητα των φύλων, ούτε ο αυστηρός περιβαλλοντισμός-οικολογισμός. Και ούτε η ικανότητα να πολεμούν τον εχθρό χωρίς να τον μισούν, όπως επανέλαβε ο Οτσαλάν με εξαιρετική αξιοπρέπεια στην Έκκλησή του για την ειρήνευση με την Τουρκία, από την οποία δεν εμφανίζονταν ούτε καν η ιερή και απαραβίαστη εχθρότητα προς εκείνους που τον απήγαγαν εγκληματικά για 26 χρόνια: και τι κραυγαλέα διαφορά με άλλες ηγεσίες λαών σε αγώνα, που αποπνέουν θρησκευτικό φονταμενταλισμό, αντιδραστική και καταπιεστική κουλτούρα, πολιτική δικτατορία και σπλαχνικό μίσος όχι μόνο για τον άμεσο εχθρό αλλά και για όλους όσους δεν ανήκουν στην εθνικότητα, θρησκεία, πολιτική πεποίθηση και κουλτούρα τους! Διότι, τελικά, η καλύτερη επιβεβαίωση της αξίας, της γενναιοδωρίας μιας θεωρίας είναι η εφαρμογή της: ακόμη και ο λενινισμός και ο μπολσεβικισμός, για παράδειγμα, ξεκίνησαν με την πρόθεση να εγγυηθούν τη δικαιοσύνη και την κοινωνική και οικονομική ισότητα, αλλά στη συνέχεια, στην πράξη, η υποτιθέμενη λαϊκή δημοκρατία (η «δικτατορία του προλεταριάτου») γρήγορα μετατράπηκε πρώτα στη δικτατορία του κομμουνιστικού κόμματος και στη συνέχεια, και οριστικά, στη δικτατορία του δικτάτορα, μοναδικού αδιαμφισβήτητου κυρίαρχου της μοίρας του λαού του.

Εν ολίγοις, πιστεύω πως ο αντιιμπεριαλιστικός και αυστηρά δημοκρατικός αγώνας του κουρδικού συνομοσπονδισμού, καθοδηγούμενος από τις διαισθήσεις και τη στρατηγική που ανέπτυξε ο Οτσαλάν, αποτελεί την πιο προηγμένη παγκόσμια αιχμή του δόρατος, τις τελευταίες δεκαετίες, μιας ολοκληρωμένης και πλούσιας ιδέας δημοκρατίας, πολυπολιτισμικότητας, ανοχής, φεμινισμού και περιβαλλοντισμού, και μια ιδεολογική, πολιτική και πολιτιστική αναφορά ασύγκριτη, δίχως όμοιες στον κόσμο, ενώ άλλοι λαοί, εξίσου καταπιεσμένοι και σφαγιασμένοι, έχουν δώσει στον εαυτό τους (ή έχουν ανεχθεί) αντιδραστικές, υπερσεξιστικές, ομοφοβικές και καταπιεστικές ηγεσίες. Και για αυτόν τον λόγο θα ήθελα από αυτό το πολύ σημαντικό Διεθνές Συνέδριο να ξεκινήσει μια ισχυρή ώθηση στην Ιταλία που θα μας βοηθήσει να ενισχύσουμε και να πολλαπλασιάσουμε τη στράτευση μας για αλληλεγγύη και κινητοποίηση στο πλευρό του κουρδικού λαού. Διότι, δυστυχώς, δεν μπορώ να έχω την ίδια αισιοδοξία που προέκυψε από τις αναφορές των Zilan Diyar, Keskin Bayindir, Mike Arnott και άλλων κούρδων πολιτικών στελεχών που παρενέβησαν, οι οποίοι εξήραν τη σημασία της Έκκλησης του Οτσαλάν για την ειρήνευση και την εθνική συμφιλίωση, η οποία, κατά τη γνώμη τους, θα άλλαζε ριζικά το τοπίο της τουρκοκουρδικής σύγκρουσης, στην Τουρκία και τη Συρία, και θα άνοιγε νέους και θετικούς δρόμους για τον λαό τους. Και δεν μπορώ να το κάνω όχι μόνο επειδή δύο μήνες μετά από αυτήν την Έκκληση δεν έχει υπάρξει καμία θετική απάντηση από τον Ερντογάν, αλλά ακόμη περισσότερο λόγω του αυξανόμενου ρόλου που αναλαμβάνει ο σατράπης στις κύριες παγκόσμιες συγκρούσεις, από τον ρωσοουκρανικό πόλεμο έως τον ισραηλινοπαλαιστινιακό, καθώς και λόγω της ολοένα και πιο σημαντικής εξουσίας του να ελέγχει τη μαζική μετανάστευση από τη Μέση Ανατολή προς την Ευρώπη. Είναι αυτή η αποφασιστική σημασία που προσλαμβάνεται στις παγκόσμιες ισορροπίες που επιτρέπει στον Ερντογάν όχι μόνο να ελαχιστοποιεί τη σημασία της έκκλησης του Οτσαλάν και την προτεινόμενη ειρήνευση, αλλά ακόμη και να εντείνει την καταστολή κατά της αντιπολίτευσης, η οποία του επέτρεψε, χωρίς ιδιαίτερες διεθνείς αντιδράσεις, να φυλακίσει τον πολύ δημοφιλή δήμαρχο της Κωνσταντινούπολης Ιμάνογλου, ο οποίος ήταν φαβορί στις δημοσκοπήσεις για να τον εκθρονίσει από το υψηλότερο τουρκικό πολιτικό αξίωμα.

Στην πραγματικότητα, διαφωνώ επίσης με τον έπαινο που μόλις έκανε ο Κεσκίν για τον ισχυρό και ιδιαίτερο δεσμό των κούρδων που ζουν στην Ευρώπη και την Ιταλία με τη Ρώμη. Προφανώς, η μεγάλη κουρδική γενναιοδωρία επιβεβαιώνεται ακόμη και απέναντι σε εκείνους που τους πρόδωσαν κατάφωρα, ουσιαστικά παραδίδοντας, με τη δική τους νωθρότητα, τον Οτσαλάν στους διώκτες του: πολύ σοβαρή ευθύνη που σίγουρα δεν βαρύνει τους μεμονωμένους ρωμαίους πολίτες, αλλά σίγουρα τη ρωμαϊκή και εθνική πολιτική εξουσία και ιδιαίτερα τον «ηγέτη maximo» και πρωθυπουργό της εποχής, παρεμπιπτόντως και ατυχώς ρωμαίο στην καταγωγή. Και έκτοτε δεν μπορεί να ειπωθεί ότι οι ιταλικοί πολιτικοί θεσμοί έχουν αποκαταστήσει τις πληγές με οποιονδήποτε τρόπο, εργαζόμενοι για την αποκατάσταση της πολύ σοβαρής ζημιάς που έχει προκληθεί στον αγώνα του κουρδικού λαού. Πιστεύω ότι η μόνη ένδοξη και ηρωική χειρονομία που μπορούμε να επιδείξουμε για την υπεράσπιση των ιταλικών ευθυνών, περισσότερο από την κινητοποίηση του «κινήματος» που, όπως έχω ήδη πει, συνεχίζει να μου φαίνεται καταραμένα υποτονική σε σύγκριση με τις ανάγκες, είναι η ζωή που ο Όρσο, Λορέντσο Ορσέττι- Orso, Lorenzo Orsetti, στα 33 του χρόνια, το 2019, πρόσφερε στον κουρδικό λαό, θυσιάζοντάς την στη μάχη για την υπεράσπιση του Κομπάνι. Ο Λορέντσο άφησε πίσω του, προσμένοντας την πιθανότητα να πεθάνει στον πόλεμο ενάντια στους αδίστακτους του Ντάες, ένα σπαρακτικό και ταυτόχρονα συναρπαστικό γραπτό κείμενο. Μας έλεγε πάνω απ’ όλα: “Μην λυπάστε πολύ, είμαι μια χαρά με αυτό, δεν μετανιώνω ούτε λυπάμαι, πέθανα κάνοντας αυτό που θεωρούσα σωστό, υπερασπιζόμενος τους πιο αδύναμους και παραμένοντας πιστός στα ιδανικά μου για δικαιοσύνη, ισότητα και ελευθερία… Είμαι σχεδόν σίγουρος ότι έφυγα με το χαμόγελο στα χείλη μου… Μην ενδώσετε στην παραίτηση, μην εγκαταλείπετε την ελπίδα, ποτέ!… Ακριβώς στις πιο σκοτεινές στιγμές χρειάζεται το φως σας“. Θεωρώ δεδομένο ότι με τον μαχόμενο θάνατό του ο Λορέντσο έχει εισέλθει στο «πάνθεον των ηρώων» του κουρδικού λαού. Θα ήθελα πολύ να εισέλθει και σε ένα ιταλικό «πάνθεον των ηρώων», το οποίο έχει τόσο στερέψει τουλάχιστον τις τελευταίες δεκαετίες: και στο όνομά του να ανεβούμε το συντομότερο δυνατό σε επίπεδα κινητοποίησης που θα μπορούσαν να είναι αντάξια της νεαρής θυσιασμένης ζωής του.

Mιχάλης ΄Μίκε’ Μαυρόπουλος     La Bottega del Barbieri

Προηγούμενο άρθρο

8ο Συνέδριο Καβαλιώτικων Μελετών: Η Καβάλα και η περιοχή της από την Αρχαιότητα έως το 1944

Επόμενο άρθρο

Αντιπυρική περίοδος χωρίς ετοιμότητα: Ερωτήματα προς τη Διοίκηση του Δήμου