Στην σύγχρονη Ελλάδα ενώ είμαστε υπερήφανοι για την πολιτιστική μας, και όχι μόνο, κληρονομιά, δεν φαίνεται να κατανοούμε απλές και βασικές αρχές της.
Ειδικά, αναφερόμενοι στην κλασσική εποχή υπερηφανευόμαστε για την πολιτική, την αρχαία ελληνική κωμωδία και τραγωδία, την τέχνη, τα μεγαλοπρεπή κτίρια, την φιλοσοφία πρωτίστως, αδυνατούμε όμως από την άλλη, κατά την γνώμη μου, ως σύνολο, να αντιληφθούμε τι ήταν αυτό που οδήγησε τους προγόνους μας σε αυτό το ανώτερο επίπεδο.
Αντίθετα, βασικές και θεμελιώδεις για εκείνους αρχές και γνωστικά αντικείμενα δεν τυχαίνουν σήμερα της προσοχής μας, είτε στην εκπαίδευσή μας, είτε στην πολιτική ζωή, ακόμη και στην καθημερινή ζωή μας. Μία από αυτές είναι και η φιλοσοφία.
Πριν λίγες ημέρες ο υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας κ. Χαρδαλιάς, ερωτηθείς για τον επιχειρηματία που μετά από την επιβολή προστίμου και το κλείσιμο αφού εξήγησε τους λόγους του καταστήματός του, απάντησε ότι «όλο αυτό (προφανώς που συμβαίνει με τον κορονοϊό) δεν είναι αστείο. Είναι σοβαρό».
Συνέχισε τις σύντομες δηλώσεις του για να καταλήξει ότι «…, όλα τα άλλα είναι φιλοσοφίες και αναλύσεις»! Ενώ, δηλαδή, ως αρμόδιος έδινε το στίγμα του, όπως θα έπρεπε και φαντάζομαι ότι συμφωνούμε όλοι, πως πρόκειται για σοβαρή υπόθεση το θέμα της Δημόσιας Υγείας, υπερέβη τα εσκαμμένα μπαίνοντας σε πεδία που δεν τα κατέχει.
Χρησιμοποίησε την έννοια για την οποία είναι υπερήφανοι όλοι οι Έλληνες, διότι ανακαλύφθηκε από τους προγόνους μας, την φιλοσοφία, με απαξιωτικό τρόπο, διότι προφανώς δεν κατανοεί την αξία της.
Επειδή ο σκοπός του άρθρου μου δεν είναι ο κ. Χαρδαλιάς, αλλά οι γενικές απόψεις, θα ήθελα να τονίσω ότι η απαξίωση της φιλοσοφίας και γενικότερα της πολιτιστικής μας κληρονομιάς γίνεται από εμάς πρώτιστα τους απογόνους τους και μετά από τους ξένους. Υπάρχουν επίσης συμπατριώτες μας που με την πρώτη ευκαιρία αναφέρονται σε απόψεις, που συνήθως δεν μπορούν να κατανοήσουν, ως «αμπελοφιλοσοφίες». Πάλι, δηλαδή, έχουμε απαξίωση της φιλοσοφίας. Γιατί; Σε τι ενοχλεί η φιλοσοφία τον νεοέλληνα;
Μήπως όλοι αυτοί είναι ειδικοί στην φιλοσοφία και γνωρίζουν πράγματα για αυτή που εμείς δεν γνωρίζουμε, επομένως την θέτουν στην σωστή της διάσταση; Αν αντίθετα, η φιλοσοφία έχει αξία, γιατί ο νεοέλληνας δεν έχει κατανοήσει την αξία της; Είναι λόγω χαμηλού μορφωτικού επιπέδου; Είναι γιατί κάποιοι έχουν συμφέρον να μην ασχολούμαστε με την πολιτιστική μας κληρονομιά; Και αν ναι, ποιοι είναι αυτοί; Ή είναι άλλος ο λόγος;
Ας δούμε, τώρα, τον αντίποδα, με την αναφορά σε δύο από τις μεγαλύτερες ηγετικές μορφές της Ελλάδας και της υφηλίου όλων των εποχών, τον Περικλή και τον Μέγα Αλέξανδρο, και την σχέση τους με την φιλοσοφία. Ο Περικλής είχε για δασκάλους του μουσικούς Δάμωνα και Πυθοκλείδη, τον Ελεάτη φιλόσοφο Ζήνωνα, αλλά αυτόν με τον οποίο συναναστράφηκε περισσότερο ήταν ο Αναξαγόρας, ο επικαλούμενος «Νους», προσωκρατικός φιλόσοφος.
Γιατί, ο Περικλής επέλεξε για δασκάλους δύο φιλοσόφους και όχι αποκλειστικά ρήτορες ή σοφιστές; Είναι ένα σημαντικό ερώτημα που η απάντησή του ίσως δίνει μία κατεύθυνση διαφορετική από την σημερινή αντίληψη περί πολιτικής και πολιτικών. Διότι, μάλλον, πίστευε ότι η διάνοια και η ψυχή είναι αυτά που θα πρέπει να είναι κυρίαρχα σε ένα πολιτικό, και ότι αυτά έπρεπε να «λαξεύσει».
Ο Περικλής θαύμαζε τον Αναξαγόρα, με τον οποίο είχαν «βαθείας συζητήσεις» και ήταν σύμφωνα με τον Πλούταρχο, η επίδραση που τον επηρέασε βαθιά στο σοβαρό φρόνημά του, τον υψηλό λόγο του χωρίς χυδαιότητες και βωμολοχίες, στην σοβαρότητα του προσώπου του, στην πραότητα του βαδίσματός του και στην σεμνότητα της ενδυμασίας του.
Είναι πολύ ενδιαφέρον να διαβάσει κανείς την εισαγωγή στον «Βίο του Περικλή», στους «Βίους Παράλληλους» του Πλουτάρχου. Αφιερώνει ο Πλούταρχος, πριν μπει σε λεπτομέρειες για τον βίο του Περικλή, μεγάλο μέρος για να αναφέρει τις φιλοσοφικές του απόψεις σχετικά με τις αρετές, που θα πρέπει να διαθέτει ο Ηγέτης!
Για παράδειγμα γράφει για την ψυχή ότι εκ φύσεως είναι φιλομαθής και φιλοθεάμων.
Επιπλέον, λέγει σε ένα σημείο ότι όπως οι οφθαλμοί αρέσκονται και τέρπονται βλέποντας ανθηρά και τερπνά χρώματα, έτσι πρέπει να στρέφουμε την διάνοια προς θεάματα, που την ευχαριστούν και την έλκουν προς το αγαθόν! Για να επεξηγήσει ότι τέτοια είναι τα ενάρετα έργα, τα οποία όταν εξιστορηθούν, εξάπτουν τον ζήλο και την προθυμία για μίμηση (Πλούταρχος, «Βίοι Παράλληλοι. Περικλής – Φάβιος Μάξιμος», Γ)!
Πιο κάτω ο Πλούταρχος γράφει ότι η ενασχόληση με τα ταπεινά έργα μας κάνει αδιάφορους για υψηλότερα πράγματα. Ποιά να θεωρούσε ο Πλούταρχος ταπεινά έργα; Μήπως τις βόλτες στο Κολωνάκι, το ποτό στην «Βιβλιοθήκη» και τα πάρτυ της Μυκόνου; Για να δούμε τι έκανε ο Περικλής με τις συναναστροφές του. Από την εποχή που άρχισε να ασχολείται με την πολιτική, δέθηκε με την δημοκρατική παράταξη, παρά το ότι εκ καταγωγής ανήκε στην αριστοκρατία της εποχής.
Η οικογένειά του ήταν πλούσια, όχι βέβαια όσο η οικογένεια του Κίμωνα. Ακολουθούσε πλέον την ίδια διαδρομή, προς την αγορά και το βουλευτήριο. Αμέσως άλλαξε την δίαιτά του ώστε να ταιριάζει με την παράταξή του.
Άφησε τις προσκλήσεις για δείπνα, και κάθε παρόμοια φιλοφρόνηση, έτσι ώστε σε κανενός φίλου του το σπίτι δεν εδείπνησε, εκτός από μία φορά, για τον γάμο του εξαδέλφου του Ευρυπτόλεμου, κατά τον οποίο παρέμεινε μέχρι τις σπονδές, πριν δηλαδή το επίσημο δείπνο. Τέλος, δεν μιλούσε για οποιοδήποτε πράγμα («ουκ επί παντί πράγματι λέγων»), αλλά μόνο στα μεγάλα («προς τας μεγάλας χρείας επιδιδούς»).
Κλείνοντας το κείμενο αυτό θα ήθελα να τονίσω ότι με τις παραπάνω αναφορές από τον Πλούταρχο, σχετικά με τον βίο του Περικλή, γίνεται νομίζω αντιληπτή η διαφορά παιδείας των μεγάλων μορφών της πολιτικής ζωής της κλασσικής Ελλάδας σε αντιπαραβολή με το επίπεδο πολλών σημερινών πολιτικών.
Ο Περικλής είχε για δασκάλους του δύο φιλοσόφους, με τον Αναξαγόρα να παίζει καθοριστικό ρόλο στην διαμόρφωση της προσωπικότητάς του.
Επιπλέον, είναι δεδομένο ότι ο κύκλος του Περικλή ήταν η πνευματική αφρόκρεμα της Ελλάδας της εποχής του. Οι σημερινοί πολιτικοί έχουν για δασκάλους φιλοσόφους; Συναναστρέφονται οι πολιτικοί μας σήμερα την πνευματική αφρόκρεμα, ή αντίθετα συναναστρέφονται μετρίους και κόλακες; Στο επόμενο κείμενο θα αναφερθούμε στον Μέγα Αλέξανδρο.
Βασίλης Τσιάντος
Καθηγητής Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδος
Πρόεδρος Δ.Ε. Παραρτήματος Καβάλας Ε.Μ.Ε.
π. Αντιπρόεδρος της ΑΔΙΠ