• 9 Μαΐου 2024,

Το Ιμαρέτ, ο Παπαδιαμάντης και ο τεμπέλης

 Το Ιμαρέτ, ο Παπαδιαμάντης και ο τεμπέλης

 

Γράφει από το Παρίσι ο Μιχάλης Μαυρόπουλος


Ολίγες μόνον ημέρες πριν από το Δωδεκαήμερο -Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά και Φώτα- που τόσο τίμησε με την πέννα του ο Άγιος των Γραμμάτων μας, ο Παπαδιαμάντης, ας μου επιτραπεί να κάνω μια παρασπονδία στο κλίμα των έστω και συμβατικώς χαρακτηρισμένων εορταστικών ημερών και να σχολιάσω συντόμως την ελληνογαλλική επικαιρότητα που αγγίζει τις δύο χώρες.

Οι γαλλικές φρεγάτες που το Παρίσι, σε ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ, διέθεσε στην Αθήνα έναντι βεβαίως του σεβαστού ποσού των τριών δισεκατομμυρίων ευρώ, εσχολιάσθη πάραυτα, Σάββατο πρωί 11 Δεκεμβρίου από το Και ντ’ Ορσαί (γαλλικό υπουργείο των Εξωτερικών). Επιδιώκοντας να βάλει την  Αθήνα προ τετελεσμένου γεγονότος, η Γαλλία υπεγράμμιζε ότι η αμερικανική προσφορά είναι άκυρη διότι το συμβόλαιο υπεγράφη και ως εκ τούτου δεν υπάρχει θέμα μη σεβασμού του δημοσιευθέντος κειμένου του παρελθόντος Σεπτεμβρίου. Την ίδια ημέρα, ολίγες ώρες αργότερον η Ελλάς, πιο επιφυλακτική έναντι των εξελίξεων, διευκρίνιζε απλώς και μόνον ότι η απόφαση της αγοράς των φρεγατών είναι ειλημμένη και ότι οι διαδικασίες έχουν δρομολογηθεί ώστε σύντομα να έχουν ολοκληρωθεί οι διαπραγματεύσεις. Η διπλωματική γλώσσα αρέσκεται στην αμφισημία: ναι μεν αλλά δε. Το συμβόλαιο για τις γαλλικές φρεγάτες, μετά την παταγώδη αποτυχία του μη σεβασμού του συμβολαίου από την Αυστραλία για την αγορά γαλλικών υποβρυχίων εξοπλισμένων με πυρηνικά συστήματα ικανοποιεί εν μέρει την Γαλλία ως επίσης και η συζητούμενη παρουσία γαλλικών δυνάμεων στην Βόρειο Ελλάδα.

Υπενθυμίζω ότι ο υπουργός των Εξωτερικών Λε Ντριάν είχε κατηγορήσει τις ΗΠΑ ότι είχαν «υποκλέψει» ούτως ειπείν την συμπεφωνημένη αγορά ευαρίθμων πολεμικών σκαφών αξίας δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ.

Επανέρχομαι στον Σκιαθίτη αξεπέραστο ηθογράφο του 19ου αιώνος.

Όταν έφηβος στα έτη ’60 διέμενα στην Καβάλα, η μητέρα μου με προέτρεπε να επισκέπτομαι τις χρονιάρες ημέρες είτε το Γηροκομείο στις παρυφές της πόλεως, είτε το Ιμαρέτ, πάλαι ποτέ πτωχοκομείο στη συνοικία της Παναγίας, για να ευχηθώ καλές γιορτές στους διαμένοντας που ήταν όλοι πάσχοντες γηραλέοι και πένητες. Εβδομηκοντούτης πλέον, περνώντας τις διακοπές μου στην γενέτειρα έτυχε να ανεβαίνω την οδό Θ. Πουλίδου και σε μια ωραία εξώπορτα, λίγο πιο πάνω αριστερά της οδού ανεκάλυπτα μια ταμπέλα που έγραφε «τεμπελχανείο». Σήμερα, εάν δεν απατώμαι δεν υπάρχει, το καλοκαίρι 2021 δεν την είδα. Στο διήγημα «Τα Χριστούγεννα του τεμπέλη», ο Παπαδιαμάντης την αναφέρει με την γραφή τεμπελχανιό. Δια της ιδιορρύθμου γραφίδος του (χρήση της υποτακτικής εγκλίσεως που συνοδεύεται από τον δείκτη να, την υπογεγραμμένη και όπου επιβάλλεται η περισπωμένη), αρχίζει να ξετυλίγει με ξεκαρδιστικές  εκφράσεις το διήγημά του. «Στην ταβέρνα του Πατσοπύλου, ενώ ο βορράς εφύσα, και υψηλά εις τα βουνά εχιόνιζεν, ένα πρωί εμβήκε να πίη ένα ρούμι να ζεσταθή ο μαστρο-Παύλος ο Πισκολέτος, διωγμένος από την γυναίκα του, δαρμένος από τον κουνιάδον του, ξορκισμένος από την κυρά-Στρατίναν την σπιτονοικοκυράν του, και φασκελωμένος από τον τριετή υιόν του, το οποίον ο προκομμένος ο θείος του εδίδασκεν επιμελώς, όπως και οι γονείς ακόμη πράττουν εις τα «κατώτερα στρώματα», πώς να μουντζώνη, να βρίζη, να βλασφημή και να κατεβάζει κάτω Σταυρούς, Παναγιές, κανδήλια, θυμιατά και κόλλυβα. Και έπειτα, γράψε αθηναïκά διηγήματα!»(……..)

Μετά από μερικές παραγράφους ο κοσμοκαλόγερος τεχνουργός της πέννας συνεχίζει: «Ό μαστρο-Παύλος εις τας φαντασίας του, Σάββατον σήμερον, μεθαύριον παραμονή, την άλλην Χριστούγεννα. Να είχε τουλάχιστον λεπτά δια να αγοράση ένα γαλόπουλον, να κάμη και αυτός Χριστούγεννα στο σπίτι του, καθώς όλοι! Μετενόει τώρα πικρώς, διότι δεν επήγε τας τελευταίας ημέρας εις τα βυρσοδεψεία να δουλεύση και να βγάλη ολίγα λεπτά, δια να περάση πτωχικά τας εορτάς. «Ύγρασία μεγάλη, χαμηλό το μέρος, η δουλειά βαρειά. Κόπιασε να αργάζης (σ.σ. αργάζω σημαίνει επεξεργάζομαι) τομάρια! Το δικό μας το τομάρι θέλει άργασμα»!

«Είχεν ακούσει τον λαϊκόν μύθον δια τον τεμπέλην, οπού επήγαιναν να τον κρεμάσουν, και όστις συγκατένευε να ζήση υπό τον όρον να είναι «βρεμένο το παξιμάδι». (σ.σ. το λέμε για κάποιον που περιμένει να του τα προσφέρουν τα πάντα οι άλλοι).

Εγνώριζε και την άλλην διήγησιν δια το τεμπελχανιό, το οποίον ίδρυσε, λέγουν, ο Μεχμέτ Αλής εις την πατρίδα του Καβάλαν. Έκεί, επειδή το κακόν είχε παραγίνει, ο επιστάτης εσοφίσθη να στρώνη μίαν ψάθαν, επί της οποίας ηνάγκαζε τους αέργους να εξαπλώνωνται. Είτα έβαζε φωτιάν εις την ψάθαν. Όποιος επροτίμα να καή, παρά να σηκωθή από την θέσιν του, ήτο σωστός τεμπέλης και εδικαιούτο να φάγη δωρεάν το πιλάφι . Όποιος εσηκώνετο και έφευγε το πύρ, δεν ήτο σωστός τεμπέλης και έχανε τα δικαιώματα. Τόσοι Βαλλιάνοι, τόσοι Αβέρωφ και Συγγροί, εσκέπτετο ο μαστρο-Παύλος, και κανείς εξ αυτών να μην ιδρύση παραπλήσιόν τι εις τας Αθήνας».

Και ο Παπαδιαμάντης περατώνει την διήγησή του με τον διάλογο της σπιτονοικοκυράς κυράς- Στρατίνας με τον μάστρο-Παυλάκη εγκωμιάζοντας την εργασία εν είδει συμβουλών προς τον νοικιάρη της που ζητούσε να τσιμπήσει ένα μεζέ από την γαλοπούλα. «–Τι σου χρειάζεται ο μεζές, μαστρο-Παυλάκη μου. Τα πράματα είναι πολύ σκούρα. Άφσε αυτά. Δουλειά, δουλειά! Ή δουλειά  βγάζει παλληκάρια, Ό,τι έγινε-έγινε, να πάς να δουλέψης, να μου φέρης εμένα τα νοίκια μου. Τ’ακούς; -Τ’ακούω. -Φέρε μου εσύ τον παρά, κι εγώ με όλη την φτώχεια, την θυσιάζω μια γαλοπούλα και τρώμε. (…) -Μη στέκεσαι στιγμή, μαστρο-Παυλέτο, είπεν η Στρατίνα, το καλό που σου θέλω! Δρόμο τώρα, και μεθαύριο δουλειά, δουλειά!.. Ήκούσθη κρότος, ως να εσηκώθη τις από μέσα, και να επλησίαζε με βαρύ βήμα προς την θύραν. -Δρόμο, επανέλαβε μηχανικώς ο Παύλος, συμμορφούμενος εμπράκτως με την λέξιν…Δρόμο και δουλειά»!

Καλά Χριστούγεννα και πρωτίστως καλή υγεία.

Διαβάστε επίσης